Κάθε φορά που έχουμε μια μεγάλη φωτιά οι πολίτες αγανακτούν για την οικολογική καταστροφή και την «ανυπαρξία του κράτους». Μόλις κάποιος απειλήσει με κατεδάφιση των αυθαιρέτων σε δασικές εκτάσεις ή αποτρέψει την οικοπεδοποίηση των καμένων, οι ίδιοι αντιδρούν γιατί είναι αυτοί που χτίζουν βίλες στα καμένα και συντηρούν το φαύλο κύκλο των πυρκαγιών στο Λεκανοπέδιο.
Το χειμώνα που θα έχουμε πλημμύρες, στο δελτίο του ΣΚΑΙ θα βγει σε δορυφορική σύνδεση ο ιδιοκτήτης του αυθαιρέτου που βρίσκεται σε πρώην καμένη έκταση, πάνω στο μπαζωμένο ρέμα και θα βγάζει πύρινους λόγους για τον «απροετοίμαστο κρατικό μηχανισμό» που άφησε τους πολίτες στο «έλεος του Θεού».
Κάθε φορά που έχουμε μεγάλες φωτιές κάποιος συγκρίνει τους μισθούς των πυροσβεστών με αυτούς των βουλευτών διά της λαϊκιστικής μεθόδου που ισοπεδώνει τα πάντα. Μόλις οι βουλευτές νομοθετήσουν αυξήσεις στις αποδοχές των πυροσβεστών, οι ίδιοι θα πουν ότι τα παίρνουν από την «πραγματική οικονομία» για να τα δώσουν στους πυροσβέστες που «το χειμώνα κάθονται», σύμφωνα με το στερεότυπο.
Κάθε φορά που κόσμος πεθαίνει σε Νοσοκομεία από έλλειψη γιατρών και νοσηλευτών, πολλοί θυμούνται ότι το κράτος μισθοδοτεί περισσότερους ιερωμένους από όσους πυροσβέστες ή υγειονομικούς. Μόλις όμως κάποιος μιλήσει για χωρισμό κράτους -εκκλησίας «φωτιά και τσεκούρι θα πέσει στους προσκυνημένους» που θα το τολμήσουν να τα βάλουν με την «ορθοδοξία». Αλλά και όσοι έκαναν καριέρες και περιουσίες ως «προοδευτικοί» και «φιλελεύθεροι» όταν ανοίγει αυτή η συζήτηση το βουλώνουν και προχωρούν «τοίχο – τοίχο».
Κάθε φορά που κάποια υπηρεσία υπολειτουργεί ή οι ασθενείς ταλαιπωρούνται στις ουρές του ΕΣΥ, ο πολίτης αγανακτεί. Μόλις προκηρυχτούν κάποιες θέσεις στο ΑΣΕΠ τα κόμματα ξεκινούν αντάρτικο και οι πολίτες διαμαρτύρονται ότι κάνουν διορισμούς σε χαλεπούς καιρούς. Ενώ όταν μονιμοποιήθηκαν οι ίδιοι και τα παιδιά τους από την πίσω πόρτα ήταν Δευτέρα μεσημέρι.
Κάθε φορά που απεργούν τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς ή δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν, ο κόσμος οργίζεται στους δρόμους αλλά μόλις κάποιος πειράξει το ισχύον καθεστώς, η απροσδιόριστη «κοινή γνώμη» θα ταυτιστεί με τις συντεχνίες και θα ξεχάσει την ταλαιπωρία και τα σκάνδαλα.
Για κάθε ατύχημα, καταστροφή, αδικία και αβλεψία που εξοργίζει την «κοινή γνώμη» υπάρχει ένας πολιτικάντης που θα ζητήσει… ΕΔΕ ώστε όλα να συγκαλυφθούν.
Για κάθε προκλητικό προνόμιο που παραμένει για επαγγελματικές ομάδες, κατηγορίες εργαζομένων, πρόωρα συνταξιούχους, άγαμες θυγατέρες κλπ., η Ελλάδα εξανίσταται, ιδιαίτερα τα χρόνια των μνημονίων. Μόλις κάποιος απειλήσει τα προνόμια για να γεφυρώσει ανισότητες, θα τον «κάψουν» οι θιγόμενοι και στη συνέχεια και η «κοινή γνώμη».
Όταν πηγαίναμε σχολείο, η πλέον υποκριτική στιγμή ήταν η προσευχή και η έπαρση σημαίας, την οποία άπαντες ήθελαν να αποφύγουν και καθυστερούσαν εσκεμμένα ή έκαναν πλάκες και κρυφογελούσαν. Σε κάθε εθνική γιορτή όλοι προσπαθούσαν να γλιτώσουν τις παρελάσεις εκτός αν έχαναν μάθημα ενώ οι σημερινοί ανορθόγραφοι ακροδεξιοί ήταν πάντα οι χειρότεροι μαθητές της τάξης και την ώρα των θρησκευτικών έπαιζαν SOS στο τελευταίο θρανίο. (Kατά σύμπτωση όλοι αυτοί κάπου διορίστηκαν). Μόλις όμως κάποιος τολμήσει να «πειράξει» τις σημαίες, τις προσευχές, τις παρελάσεις και ο,τιδήποτε από αυτά που απέφευγαν, σηκώνουν το λάβαρο της επανάστασης και κάνουν κηρύγματα πατριδογνωσίας και «αριστείας».
Οι «παρτάκηδες» Νεοέλληνες της μεταπολίτευσης έχουν γνώμη για τα πάντα: για τη διαφθορά ενώ λαδώνονται, για τη φοροδιαφυγή ενώ κλέβουν το κράτος, για το «νόμο και την τάξη» ενώ παρανομούν καθημερινά. Προτάσσουν το χουντικό τρίπτυχο «Πατρίς -Θρησκεία – Οικογένεια» ενώ πάνε για ψώνια στη Βουλγαρία, πατάνε στην εκκλησία κάθε Ανάσταση (απ’ έξω) και μοιχεύουν μόλις στρίψουν από τη γωνία. Αλλά και αυτοί που διαθέτουν πραγματική πίστη ως προσωπική τους εσωτερική ανάγκη, συχνά πιστεύουν ότι κάποιος τους έχει «ματιάξει»!
Πίσω από όλες αυτές τις κατηγορίες Νεοελλήνων, υπάρχουν πολιτικοί που συστήνονται ως «μεταρρυθμιστές» και γράφουν βιβλία και περισπούδαστα άρθρα για το σύγχρονο κράτος, το οποίο διοίκησαν για 40 χρόνια αλλά το άφησαν τριτοκοσμικό. Γιατί στην πραγματικότητα αυτό που κάνουν είναι να ικανοποιούν κάθε μικροσυμφέρον, να υποτάσσονται σε κάθε προκατάληψη και δεισιδαιμονία, να διαιωνίζουν κάθε μεσαιωνικό στερεότυπο.
Μετά από όλα αυτά, πού καιρός για Διαφωτισμό στη χώρα που παράγει περισσότερους «μεταρρυθμιστές» από όσους μπορεί να καταναλώσει. Μάλλον είναι «ματιαγμένοι»…