Το ξέρατε ότι περίπου το 25% της υγείας μας καθορίζεται από το περιβάλλον στο οποίο ζούμε;

Η υγεία στις πόλεις εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως είναι η ατμοσφαιρική και η ηχητική ρύπανση, τα φαινόμενα αστικής θερμικής νησίδας και την έλλειψη πρασίνου. Παρόλο που αυτοί οι παράγοντες είναι διαφορετικοί και επηρεάζουν μέσω διαφορετικών οδών την υγεία, η ρίζα του προβλήματος είναι κοινή, ενώ ταυτόχρονα η αύξηση του πρασίνου μπορεί να δώσει λύση σε πολλά από αυτά.

Η ύπαρξη πρασίνου στις πόλεις συνδέεται με καλύτερη σωματική και ψυχική υγεία. Το νευρικό μας σύστημα χρειάζεται την επαφή με την βλάστηση και το νερό, τους δύο σημαντικότερους παράγοντες για την επιβίωσή μας. Η επαφή με το πράσινο, και το πράσινο στις γειτονιές, μειώνει το στρες, ενώ ταυτόχρονα έχει παρατηρηθεί πως σχετίζεται με χαμηλότερο ποσοστό καρδιαγγειακών, βελτιωμένη αναπνευστική υγεία, μείωση της παχυσαρκίας και πρόληψη μεταβολικών συνδρόμων.

Αυτά τα οφέλη για την υγεία μπορούν να εξηγηθούν από έναν συνδυασμό πολλών παραγόντων: βελτιωμένη ποιότητα αέρα, χαμηλότερες θερμοκρασίες και μειωμένο θερμικό στρες, αυξημένη σωματική δραστηριότητα, μεγαλύτερη κοινωνική αλληλεπίδραση και αίσθηση ψυχολογικής αποκατάστασης.

Η σημασία του πρασίνου τονίζεται και στον Στόχο 11 του ΟΗΕ για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη, ο οποίος ορίζει ότι «μέχρι το 2030, θα πρέπει να παρέχεται καθολική πρόσβαση σε ασφαλείς, προσβάσιμους, χωρίς αποκλεισμούς, δημόσιους πράσινους χώρους, ιδιαίτερα για γυναίκες και παιδιά, ηλικιωμένους και άτομα με αναπηρία. ”

Έρευνες έχουν δείξει πως και μόνο η θέα σε χώρους πρασίνου κατά τη διάρκεια του lockdown κατά την πανδημία COVID-19, δρούσε θετικά και αποτρεπτικά ως προς την εμφάνιση κατάθλιψης και στρες.

Ταυτόχρονα, οι ερευνητές δημόσιας υγείας έχουν θέσει ως κανόνα-στόχο το «3–30-300». Ο κανόνας δηλώνει ότι όλοι θα πρέπει να μπορούν να βλέπουν τουλάχιστον 3 δέντρα από το σπίτι, τον χώρο εργασίας ή τον τόπο μάθησης, να έχουν τουλάχιστον 30% κάλυψη από θόλο δέντρων στη γειτονιά τους, και να ζουν σε απόσταση 300 μέτρων από δημόσιο χώρο πρασίνου υψηλής ποιότητας (τουλάχιστον 0,5 εκτάρια – 5.000 μ2 σε μέγεθος).

Ο κανόνας βέβαια αυτός είναι δύσκολα υλοποιήσιμος αλλά έχει παρατηρηθεί ότι στις περιπτώσεις που ακολουθούνταν υπήρχαν σημαντικά οφέλη υγείας.

Ο κανόνας αυτός στην Ξάνθη όχι μόνο είναι δύσκολα υλοποιήσιμος αλλά σχεδόν ουτοπικός.

Η παγκόσμια έρευνα για τη βελτίωση της δημόσιας υγείας είναι ξεκάθαρη, μας έχει δείξει τον δρόμο, αλλά φυσικά και τον τρόπο.

Πολλές πόλεις αυξάνουν την κάλυψη της γης και τους χώρους πρασίνου δημιουργώντας πράσινους διαδρόμους σε μεγάλους δρόμους-λεωφόρους, νέα πάρκα με περισσότερα δέντρα ή περισσότερα πάρκα τσέπης -ιδιαίτερα δημοφιλή σε πόλεις των 15-λεπτών όπως η Ξάνθη- και ζωντανούς τοίχους, δηλαδή τοίχους με αναρριχόμενα φυτά (βλ. τον τοίχο στο κτήριο όπου στεγάζεται η ΔΟΥ Ξάνθης), καθώς και προσθέτοντας βλάστηση στις στέγες κτιρίων, πολυκατοικιών και σχολείων.

Επιπλέον, μία μέθοδος που δοκιμάζεται στις πόλεις του εξωτερικού αλλά εφαρμόστηκε και στην Ξάνθη σε μικρή κλίμακα, είναι η παροχή μικρών κήπων σε δημότες, με την υποχρέωση να τους καλλιεργούν.

Δε χρειάζεται να ανακαλύψουμε τον τροχό για να κάνουμε την πόλη περισσότερο πράσινη, περισσότερο φιλική για την υγεία και τον πολίτη συνολικά. Το μόνο που χρειάζεται είναι δουλειά, γνώσεις και μελέτη.

Μισαηλίδου Ευρώπη
Ειδικός Δημόσιας Υγείας και Πολιτικής της Υγείας