Στη συζήτηση του Νομοσχεδίου για την ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, στην Ολομέλεια της Βουλής, μίλησε την Τετάρτη 17 Απριλίου ο Υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης Στάθης Γιαννακίδης. Το Νομοσχέδιο που υπερψηφίστηκε, περιλαμβάνει ειδική διάταξη για την ενίσχυση των λειτουργικών εξόδων σε επιχειρήσεις λιγότερο ανεπτυγμένων περιοχών, μεταξύ των οποίων και η ΑΜΘ.
Όπως σημείωσε ο Υφυπουργός, η ίδρυση της Αναπτυξιακής Τράπεζας αποτελεί αναγκαίο και κρίσιμο θεσμό που έρχεται στην κατάλληλη στιγμή ώστε να συμβάλει στην ώθηση της οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της εθνικής περιφερειακής ανάπτυξης, ενώ θα έχει συμπληρωματικές και όχι ανταγωνιστικές δράσεις προς τις εμπορικές τράπεζες στοχεύοντας στις έμμεσες χρηματοδοτήσεις και θα διευκολύνει την πρόσβαση σε χρηματοδότηση κυρίως μικρομεσαίων, κοινωνικών και νεοφυών επιχειρήσεων.
«Στόχος είναι η μεγιστοποίηση των αναπτυξιακών και κοινωνικών αποδόσεων και όχι των χρηματοοικονομικών αποδόσεων και κερδών, όπως συμβαίνει με τις ιδιωτικές τράπεζες και στα διαθέσιμα εργαλεία του νέου φορέα θα συμπεριλαμβάνονται δάνεια, εγγυήσεις, επιχορηγήσεις, συμμετοχή σε σχήματα νεοφυών ή καινοτόμων επιχειρήσεων, συμβουλευτική υποστήριξη, χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων έργων με σημαντικά κοινωνικά ή περιβαλλοντικά οφέλη, μικροπιστώσεις και ομολογιακά δάνεια» σημείωσε.
Όπως ανέφερε, η συνολική μόχλευση για την οικονομία υπολογίζεται ότι θα είναι της τάξης των 11 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ η τράπεζα θα εκκινήσει με κεφάλαιο ύψους 5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Εθνική Αναπτυξιακή Τράπεζα θα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος με διεθνείς χρηματαγορές και οργανισμούς και ταυτόχρονα θα διευρύνει τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να αντλεί κεφάλαια απευθείας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και να κινητοποιεί σημαντικές επενδύσεις, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης. Όπως επεσήμανε «Η ίδρυση της Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας υλοποιεί μία πολύ βασική προγραμματική δέσμευσή μας για μία διαφοροποιημένη χρηματοπιστωτική δομή που έχει στο επίκεντρο την πραγματική οικονομία και τον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας».
Σε σχέση με τη διάταξη για την κάλυψη μέλους των λειτουργικών εξόδων μικρομεσαίων επιχειρήσεων σε λιγότερο ανεπτυγμένες περιφέρειες, στις οποίες συμπεριλαμβάνεται η Αν. Μακεδονία και Θράκη, ο Υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης σημείωσε, «Λαμβάνοντας υπόψη τις άνισα κατανεμημένες επιπτώσεις της δεκαετούς κρίσης μεταξύ των περιφερειών της χώρας προχωρούμε στην ενίσχυση των επιχειρήσεων σε μειονεκτούσες περιοχές της Ελλάδος. Η υποστήριξη θα παρασχεθεί μέσω κάλυψης μέρους των λειτουργικών εξόδων των επιχειρήσεων για διάστημα δύο ετών, προκειμένου να διευκολυνθεί η έξοδος από τα συσσωρευμένα προβλήματα που προκάλεσε η κρίση και απώτερος στόχος είναι να προχωρήσουν οι επενδύσεις, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, να προωθηθούν οι εξαγωγές και να αυξηθεί η απασχόληση»
Τέλος, ως προς τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης για την απορρόφηση του ΕΣΠΑ ο Υφυπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης επεσήμανε «Τελευταία, η Αντιπολίτευση έχει εφεύρει κι ένα άλλο δήθεν πρόβλημα αυτής της Κυβέρνησης, την απορρόφηση στο ΕΣΠΑ. Δεν ξέρω με ποιον τρόπο ακριβώς διαβάζονται τα επίσημα στοιχεία από τους συνεργάτες σας, αλλά αυτό το οποίο αναδεικνύεται και από τους πλέον αρμόδιους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι βρισκόμαστε στις πρώτες ταχύτητες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και μόνο χώρες με πολύ μικρότερα προγράμματα από το δικό μας ΕΣΠΑ βρίσκονται πάνω από μας». Παράλληλα άσκησε κριτική για το γεγονός ότι οι προηγούμενες κυβερνήσεις παρέδωσαν ένα πενιχρό πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με ανώριμα έργα, ενώ σήμερα η εικόνα έχει αλλάξει, πρόσθεσε ότι σύντομα έρχεται στη Βουλή το Νομοσχέδιο για τον εκσυγχρονισμό του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, εισάγοντας την έννοια του προγραμματισμού και κατέληξε ότι ήδη το Υπουργείο σε συνεργασία με τους φορείς, χρηματοδοτεί την ωρίμανση των έργων της επόμενης προγραμματικής περιόδου.
Όλη η oμιλία του Υφυπουργού στη Βουλή:
Ακόμα μια κρίσιμη διαδικασία με ένα πάρα πολύ σημαντικό αναπτυξιακό νομοσχέδιο βρίσκεται σχεδόν προς την ολοκλήρωσή της. Θα ήθελα να ξεκινήσω, εκφράζοντας τη θλίψη μου για τη χθεσινή καταστροφή σε ένα παγκόσμιο πολιτιστικό μνημείο, αυτό της Παναγίας των Παρισίων, καθώς και τη συμπαράσταση της Ελληνικής Κυβέρνησης στον γαλλικό λαό και κάνοντας ορισμένα σχόλια γενικότερα, τα οποία δεν μπορώ δυστυχώς να αποφύγω, καθότι θεωρώ ότι πολλά απ’ όσα ακούστηκαν από διάφορες πτέρυγες του Ελληνικού Κοινοβουλίου είναι τουλάχιστον κωμικοτραγικά.
Είναι ιδιαίτερα κωμικοτραγικά αυτά που ακούστηκαν κυρίως από τη Νέα Δημοκρατία και το ΠΑΣΟΚ, όπως για παράδειγμα σε σχέση με το άγχος που έχουν για τους εργαζομένους της ΜΟΔ, ένα άγχος υποκριτικό, δεδομένου ότι Νέα Δημοκρατία και ΠΑΣΟΚ τη ΜΟΔ την είχαν στη λίστα για τις εταιρείες προς λουκέτο, προς κλείσιμο, όπως ακριβώς έκαναν και με το «μαύρο» της ΕΡΤ.
Ιδιαίτερα κωμικοτραγική είναι η στάση τους όσον αφορά στην αγωνία που έχουν εκφράσει για το ΕΣΠΑ και την απορρόφηση, αυτοί που ουδέποτε είχαν καταφέρει στο παρελθόν να οδηγήσουν την Ελλάδα στις πρώτες ταχύτητες απορρόφησης των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και αυτοί που είχαν μετατρέψει επί της ουσίας τα συγχρηματοδοτούμενα προγράμματα σε ένα κλειστό κλαμπ «ημετέρων».
Είναι ιδιαίτερα κωμικοτραγικό να αναφέρονται για επενδύσεις αυτοί οι οποίοι οδήγησαν τη χώρα στην απώλεια του 25% του ελληνικού ΑΕΠ, που οδήγησαν σε «λουκέτο» χιλιάδες επιχειρήσεις, σε μία περίοδο όπου για την πλειοψηφία όσων πραγματικά είχαν ανάγκη την πρόσβαση στον τραπεζικό δανεισμό αυτός ήταν όνειρο θερινής νυκτός, τη στιγμή που κάποιοι άλλοι διατηρούσαν απρόσκοπτη πρόσβαση με όρους που σήμερα αποκαλύπτονται σε πάρα πολλές υποθέσεις και εξεταστικές επιτροπές.
Και είναι ιδιαίτερα κωμικοτραγικό να ασχολούνται και να «ενδιαφέρονται» για τη νέα γενιά αυτοί που οδήγησαν την ανεργία σε τρομακτικά υψηλά επίπεδα, αυτοί που διέλυσαν εργασιακά δικαιώματα, αυτοί που καθιέρωσαν τον υποκατώτατο και μείωσαν τον κατώτατο μισθό.
Σήμερα, τίθεται σε ψήφιση ένα ακόμα νομοσχέδιο του Υπουργείου Οικονομίας με αναπτυξιακό πρόσημο, το οποίο εντάσσεται στο πλαίσιο της στρατηγικής της Κυβέρνησης για μία βιώσιμη και δίκαιη ανάπτυξη. Αυτή η Κυβέρνηση κατάφερε να ολοκληρώσει σε σύντομο χρονικό διάστημα και υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες έναν εντυπωσιακά μεγάλο αριθμό μεταρρυθμίσεων, το εύρος των οποίων δεν έχει προηγούμενο: μεταρρυθμίσεις στο ασφαλιστικό και φορολογικό σύστημα, στη Δικαιοσύνη για την καταπολέμηση της διαφθοράς, στις αγορές προϊόντων, στην αγορά εργασίας, στις δημόσιες επενδύσεις, στις υποδομές, μεταρρυθμίσεις στην εκπαίδευση, στην κοινωνική πολιτική, στην ενέργεια και στην περιβαλλοντική πολιτική.
Η Κυβέρνηση πέτυχε, επίσης, σε σύντομο χρονικό διάστημα υψηλά δημοσιονομικά πλεονάσματα και μείωσε το εμπορικό έλλειμμα. Και στο πλαίσιο χάραξης της στρατηγικής για την οικονομία τόσο σε μεσοπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο επίπεδο η Ελλάδα διαθέτει για πρώτη φορά ένα ολιστικό στρατηγικό σχέδιο για την ανάπτυξη, μία εθνική αναπτυξιακή στρατηγική, που αποτελεί αποτέλεσμα μιας σημαντικής προσπάθειας τριών ετών στην οποία ενσωματώθηκαν τα συμπεράσματα των περιφερειακών αναπτυξιακών συνεδρίων μέσα από διαβούλευση με θεσμικούς φορείς και κοινωνικούς εταίρους. Διαθέτει μία κοινωνική στρατηγική που με τον ολιστικό τρόπο σχεδιασμού ενσωματώνει τις τρεις διαστάσεις, οικονομική, κοινωνική, περιβαλλοντική, που ορίζονται στους στόχους βιώσιμης ανάπτυξης, όπως αυτοί έχουν τεθεί στο ψήφισμα των Ηνωμένων Εθνών, Ατζέντα 2030 για τη Βιώσιμη Ανάπτυξη.
Η απουσία μιας τέτοιας στρατηγικής κατά τις προηγούμενες δεκαετίες στερούσε αναπτυξιακών δυνατοτήτων την εθνική οικονομία, οδηγώντας στην εδραίωση ενός άναρχου μοντέλου ανάπτυξης της χώρας, το οποίο κατέρρευσε πάρα πολύ γρήγορα με το ξέσπασμα της κρίσης. Μέρος του προβλήματος ήταν ότι η Ελλάδα δεν είχε ικανότητα συλλογικής σκέψης και σχεδιασμού σε επίπεδο εθνικό, περιφερειακό και τοπικό για να μπορέσει να ανταποκριθεί στις προκλήσεις που επέφερε η παγκόσμια κρίση του 2009.
Στο σχέδιο που υλοποιούμε βασική στρατηγική αποτελεί η αντιστροφή της αποβιομηχάνισης, η αύξηση της παραγωγικότητας και η τόνωση της ανταγωνιστικότητας. Θέλουμε να εστιάσουμε σε βασικούς τομείς καινοτομίας και υψηλής προστιθέμενης αξίας, να αναπτύξουμε μία ισχυρή κουλτούρα κοινωνικά και περιβαλλοντικά βιώσιμης επιχειρηματικότητας, να ενδυναμώσουμε τις δικτυώσεις των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, να σχεδιάσουμε τη ψηφιακή εποχή.
Ταυτόχρονα, οφείλουμε να εστιάσουμε και να αξιοποιήσουμε το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας, προκειμένου να αυξήσουμε τις δυνατότητες των βασικών κλάδων της ελληνικής οικονομίας. Είναι χρέος μας να στηρίξουμε στην πράξη και το επιστημονικό δυναμικό που διαθέτει αυτή η χώρα και ιδιαίτερα τη νέα γενιά, να ενισχύσουμε και να επιβραβεύσουμε επιχειρήσεις που επενδύουν στην τεχνολογία και στην καινοτομία και που δείχνουν ακόμα πιο ενισχυμένα εισοδήματα στο εργατικό δυναμικό το οποίο απασχολούν, και αυτό αποτελεί μία συνειδητή πολιτική επιλογή και βασικό χαρακτηριστικό όλων των δράσεων που έχουν σχεδιαστεί και στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος ΕΠΑνΕΚ.
Κινητήριος δύναμη, λοιπόν, υλοποίησης της στρατηγικής μας για την επανεκκίνηση της οικονομίας είναι η ίδρυση και λειτουργία της πρώτης Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας. Πρόκειται για τον μετασχηματισμό του σημερινού Εθνικού Ταμείου Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης, του γνωστού ΕΤΕΑΝ, σε αναπτυξιακή τράπεζα μέσω βαθιάς αναδιάρθρωσης και με μορφή ανώνυμης εταιρείας συμμετοχών, με δυνατότητα μειοψηφικής συμμετοχής από ξένους χρηματοδοτικούς θεσμούς και φορείς του δημοσίου.
Σήμερα, στον υπόλοιπο κόσμο λειτουργούν περισσότερες από επτακόσιες πενήντα αναπτυξιακές τράπεζες και ήρθε η Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να υλοποιήσει ένα στοιχείο το οποίο στον υπόλοιπο κόσμο ήταν καθιερωμένο και διευρυμένο, παρά τις απέλπιδες και αποτυχημένες προσπάθειες και εξαγγελίες των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Είναι ο αναγκαίος και κρίσιμος θεσμός που έρχεται στην κατάλληλη στιγμή ώστε να συμβάλει στην ώθηση της οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της εθνικής περιφερειακής ανάπτυξης, ένας νέος φορέας που θα προκύψει και θα έχει συμπληρωματικές δράσεις και όχι ανταγωνιστικές προς τις εμπορικές τράπεζες, δεν θα λειτουργεί δηλαδή με τη μορφή ενός ιδρύματος που δέχεται καταθέσεις, αλλά θα στοχεύει σε έμμεσες χρηματοδοτήσεις μέσω των εμπορικών τραπεζών και των ενδιάμεσων φορέων και θα διευκολύνει την πρόσβαση σε χρηματοδότηση κυρίως μικρομεσαίων κοινωνικών και νεοφυών επιχειρήσεων.
Στόχος είναι η μεγιστοποίηση των αναπτυξιακών και κοινωνικών αποδόσεων και όχι των χρηματοοικονομικών αποδόσεων και κερδών, όπως συμβαίνει με τις ιδιωτικές τράπεζες και στα διαθέσιμα εργαλεία του νέου φορέα θα συμπεριλαμβάνονται δάνεια, εγγυήσεις, επιχορηγήσεις, συμμετοχή σε σχήματα νεοφυών ή καινοτόμων επιχειρήσεων, συμβουλευτική υποστήριξη, χρηματοδότηση μακροπρόθεσμων έργων με σημαντικά κοινωνικά ή περιβαλλοντικά οφέλη, μικροπιστώσεις και ομολογιακά δάνεια.
Στο Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης υπολογίζουμε ότι η συνολική μόχλευση για την οικονομία θα είναι της τάξης των 11 δισεκατομμυρίων ευρώ, ενώ η τράπεζα θα εκκινήσει με κεφάλαιο ύψους 5 δισεκατομμυρίων ευρώ. Η Εθνική Αναπτυξιακή Τράπεζα θα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος με διεθνείς χρηματαγορές και οργανισμούς και ταυτόχρονα θα διευρύνει τη δυνατότητα της ελληνικής οικονομίας να αντλεί κεφάλαια απευθείας από την Ευρωπαϊκή Ένωση και να κινητοποιεί σημαντικές επενδύσεις, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης.
Παρατηρούμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των δυνάμεων της αγοράς υποδέχεται με ικανοποίηση αυτήν τη μεταρρύθμιση. Καταλήγοντας θα πρέπει να επισημάνω ότι η ίδρυση της Εθνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας υλοποιεί μία πολύ βασική προγραμματική δέσμευσή μας για μία διαφοροποιημένη χρηματοπιστωτική δομή που έχει στο επίκεντρο την πραγματική οικονομία και τον αναπτυξιακό σχεδιασμό της χώρας.
Και βέβαια το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης δεν στέκεται μόνο στην ίδρυση της Αναπτυξιακής Τράπεζας, καθώς προχωρά σε ένα νέο ρυθμιστικό πλαίσιο για τις στρατηγικές επενδύσεις, προκειμένου πραγματικά να προσελκύσουμε μεγάλες και ποιοτικές επενδύσεις.
Επίσης, λαμβάνοντας υπόψη τις άνισα κατανεμημένες επιπτώσεις της δεκαετούς κρίσης μεταξύ των περιφερειών της χώρας προχωρούμε στην ενίσχυση των επιχειρήσεων σε μειονεκτούσες περιοχές της Ελλάδος.
Και προς αυτήν την κατεύθυνση, απαντώντας στα ερωτήματα που έθεσε και ο κ. Κωνσταντινόπουλος σε σχέση με την προσθήκη της δημιουργικής βιομηχανίας, εξηγούμε ότι η δημιουργική βιομηχανία αποτελεί έναν από τους οκτώ κλάδους της στρατηγικής της έξυπνης εξειδίκευσης, άρα εντάσσεται στο νομοσχέδιο. Ενώ για το ηλεκτρονικό εμπόριο, επειδή υπήρχε μία δυσκολία στο να προσδιορίσουμε επακριβώς το περιεχόμενο και τα λοιπά, επιλέξαμε να αποσυρθεί, και μπήκε η προσθήκη της δημιουργικής βιομηχανίας που αποτελεί έναν από τους οκτώ κλάδους, συν τη δυνατότητα που θέλαμε να δώσουμε για το μεγαλύτερο δυνατό ποσοστό ενίσχυσης 20% επί του 30.000 και προκύπτει το 6.000, το οποίο αναφέρατε και ρωτήσατε.
Η υποστήριξη θα παρασχεθεί μέσω κάλυψης μέρους των λειτουργικών εξόδων των επιχειρήσεων για διάστημα δύο ετών, προκειμένου να διευκολυνθεί η έξοδος από τα συσσωρευμένα προβλήματα που προκάλεσε η κρίση και απώτερος στόχος είναι να προχωρήσουν οι επενδύσεις, έτσι ώστε να ενισχυθεί η ανταγωνιστικότητα, να προωθηθούν οι εξαγωγές και να αυξηθεί η απασχόληση.
Με οδηγό το τρίπτυχο ανταγωνιστικότητα-εξαγωγές-απασχόληση προχωρούμε με ένα πλέγμα εκατόν σαράντα δύο δράσεων που υλοποιούνται ήδη από το Υπουργείο Οικονομίας και Ανάπτυξης.
Και στο παράδοξο το οποίο ακούστηκε από την Αντιπολίτευση, ότι ΣΥΡΙΖΑ και επενδύσεις είναι έννοιες αντίθετες, αυτά τα οποία επιγραμματικά μπορούμε να αναφέρουμε είναι οι μεταρρυθμίσεις οι οποίες έχουν γίνει για την απλοποίηση των διαδικασιών αδειοδότησης επιχειρήσεων, για την ψηφιοποίηση των υπηρεσιών αδειοδότησης, αναμόρφωση του πλαισίου για τους ελέγχους και την εποπτεία της αγοράς, αναμόρφωση του εταιρικού δικαίου, αύξηση του εθνικού σκέλους του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, θέσπιση σειράς σηματοδοτικών εργαλείων, όπως το Equifund και το ΤΕΠΙΧ, ενίσχυση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων από το ΕΣΠΑ στα πλαίσια του επιχειρησιακού προγράμματος ΕΠΑνΕΚ, με σχεδόν 2 δισεκατομμύρια ευρώ δημόσια δαπάνη, ειδικά προγράμματα όπως ο «Φιλόδημος», η ενεργειακή εξοικονόμηση δημόσιων κτηρίων, η χρηματοδότηση τοπικών χωρικών σχεδίων που πολλαπλασιάζουν τους διαθέσιμους πόρους και σήμερα το νομοσχέδιο για την ίδρυση της Αναπτυξιακής Τράπεζας και τις στρατηγικές επενδύσεις. Θα μπορούσα να συνεχίσω αρκετά, αλλά θα σταματήσω εδώ διότι πιέζει και ο χρόνος.
Ποια ήταν, όμως, τα αποτελέσματα των προηγούμενων κυβερνήσεων όσον αφορά τις επενδύσεις; Κουφάρια βιομηχανιών και επιχειρήσεων, «λουκέτα», εκτόξευση της ανεργίας, brain drain.
Τελευταία, η Αντιπολίτευση έχει εφεύρει κι ένα άλλο δήθεν πρόβλημα αυτής της Κυβέρνησης, την απορρόφηση στο ΕΣΠΑ. Δεν ξέρω με ποιον τρόπο ακριβώς διαβάζονται τα επίσημα στοιχεία από τους συνεργάτες σας, αλλά αυτό το οποίο αναδεικνύεται και από τους πλέον αρμόδιους εκπροσώπους της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι ότι βρισκόμαστε στις πρώτες ταχύτητες σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και μόνο χώρες με πολύ μικρότερα προγράμματα από το δικό μας ΕΣΠΑ βρίσκονται πάνω από μας.
Αν, όμως, δούμε και τι παραλάβαμε από τις προηγούμενες κυβερνήσεις, θα δούμε ένα πενιχρό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων στο εθνικό σκέλος, ανώριμα έργα, έργα μπλοκαρισμένα. Εμείς καταφέραμε να αυξήσουμε το Εθνικό Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων μέσα από συνεργασίες με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλους διεθνείς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς κι εμείς ήμασταν αυτοί που καταφέραμε να ξεμπλοκάρουμε και να υλοποιήσουμε μεγάλα έργα υποδομών που για χρόνια ήταν κολλημένα.
Συνεχίζουμε προχωρώντας στη δημιουργία νέου πλαισίου για το εθνικό ΠΔΕ με νομοσχέδιο που θα έρθει σύντομα στη Βουλή, εισάγοντας κατ’ αρχάς την έννοια του προγραμματισμού, κάτι το οποίο έλειπε από όλες τις προηγούμενες κυβερνήσεις.
Ταυτόχρονα, με δική μας πρωτοβουλία, του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, συγκεντρώνουμε ήδη αιτήματα φορέων για χρηματοδότηση μελετών, προκειμένου να έχουμε ώριμα έργα για την επόμενη προγραμματική περίοδο, όλα αυτά δηλαδή που δεν κάνατε εσείς τα προηγούμενα χρόνια.
Επομένως, το ότι ΣΥΡΙΖΑ και επενδύσεις είναι έννοιες αντίθετες είναι απλά ένα επικοινωνιακό πυροτέχνημα, που δεν έχει καμμία σχέση με την πραγματικότητα, καμμία σχέση με όλα όσα αποτυπώνονται από τα οικονομικά στοιχεία, από διεθνείς οργανισμούς, από την εμπιστοσύνη που δείχνουν το σύνολο των δυνάμεων της αγοράς, αλλά και ξένων χωρών και επενδυτών στην ελληνική οικονομία.
Στα χρόνια που η παρούσα Κυβέρνηση έχει τη διακυβέρνηση της χώρας υλοποιούμε όλα όσα θα έπρεπε να είναι αυτονόητα για μία σοβαρή χώρα που έχει αποφασίσει ότι ακολουθεί μία στοιχειώδη εθνική πολιτική, γνωρίζοντας ποιο είναι το συμφέρον της, αξιολογώντας τις συνθήκες που διαμορφώνονται, θέτοντας στρατηγικούς στόχους σε περιφερειακό, εθνικό, ευρωπαϊκό και διεθνές επίπεδο.
Σας ευχαριστώ.