Της Όλγας Γκούμα, Θεολόγου-Νομικού
Τον τελευταίο καιρό παρακολουθώ με ιδιαίτερο προβληματισμό την πολυμέτωπη πολεμική που δέχεται το νέο ΠΣ για το μάθημα των Θρησκευτικών. Ως εμπλεκόμενη και η ίδια άμεσα -από τη θέση της Θεολόγου αλλά και της επιμορφώτριας του ΙΕΠ- θεωρώ πως οφείλω να καταθέσω τη θέση μου για όσα αβίαστα και αβασάνιστα ανακυκλώνονται. Ο βασικότερος λόγος που πήρα την απόφαση να τοποθετηθώ δημοσίως είναι η αγωνία μου για την πορεία και την εξέλιξη του μαθήματος και η ακράδαντη πεποίθηση πως όλη αυτή η περιρρέουσα κινδυνολογία και ιδεοληψία βάλλει τελικά εναντίον του.
Για την ιστορία θα πρέπει να πούμε πως η σύνταξη των νέων Προγραμμάτων Σπουδών είχε ήδη ξεκινήσει από το 2010-2011, και εντάσσονταν στο πλαίσιο της προσπάθειας για την μεταρρύθμιση της διδακτικής διαδικασίας σε όλα τα γνωστικά αντικείμενα Δημοτικού και Γυμνασίου. Από το 2011-2014 τα νέα ΠΣ τέθηκαν σε πιλοτική εφαρμογή, ενώ το 2014 συστάθηκε νέα Επιτροπή Εμπειρογνωμόνων για την εκπόνηση του Προγράμματος Σπουδών και για τα Θρησκευτικά του Λυκείου, προκειμένου να ολοκληρωθεί ο σχεδιασμός τους και για τις δυο βαθμίδες εκπαίδευσης. Το 2016 συνεχίστηκαν οι προβλεπόμενες αναθεωρήσεις και ακολούθησε η σχετική επικαιροποιημένη επανέκδοσή τους. Από το Σεπτέμβριο του 2017 το νέο ΠΣ για το μάθημα των Θρησκευτικών εφαρμόζεται στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
Προκειμένου να γίνει μια γόνιμη και νηφάλια τοποθέτηση για τα νέα δεδομένα θα πρέπει εξαρχής να διευκρινιστεί πως το μάθημα των Θρησκευτικών δεν είναι θρησκεία αλλά διδασκαλία της θρησκείας, δηλαδή εκπαίδευση. Αυτό πρακτικά συνεπάγεται πως η θρησκευτική εκπαίδευση μπορεί και οφείλει να έχει στο βασικό κορμό της τη Θεολογία, έρχεται όμως σε γόνιμη επικοινωνία και «συνομιλία» και με άλλες επιστημονικές περιοχές όπως η Παιδαγωγική, η Διδακτική, η Θεωρία της Εκπαίδευσης, η Κοινωνιολογία του σχολείου και της τάξης, η Ιστορία, κ.ά. Απώτερος δε στόχος του μαθήματος είναι ο θρησκευτικός γραμματισμός, η θρησκευτική μόρφωση των μαθητών που συνδέεται άμεσα με την ανάπτυξη δεξιοτήτων και στάσεων από την πλευρά τους.
Ταυτόχρονα δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής μας ότι ως μάθημα ανήκει στην κατηγορία των υποχρεωτικών μαθημάτων και απευθύνεται σε όλους τους μαθητές του σχολείου ανεξάρτητα από τη θρησκευτική τους ταυτότητα, δεν μπορεί να αντιβαίνει τις διεθνείς συμβάσεις, και υποχρεούται να λάβει υπόψη τη διεθνή εμπειρία και τις εξελίξεις στον χώρο της θρησκευτικής εκπαίδευσης.
Φιλοδοξία των νέων ΠΣ των Θρησκευτικών ήταν η ηθική και πνευματική καλλιέργεια των μαθητών, η εκπαίδευση τους στο να κατανοήσουν τις όψεις και το ρόλο της θρησκείας στην ιστορία και στο σύγχρονο κόσμο και ο σεβασμός της θρησκευτικής και πολιτισμικής ετερότητας. Οι επικρίσεις παρ’ όλα αυτά που δέχτηκαν ήταν δριμύτατες και εστιάστηκαν κυρίως στο νέο ΠΣ του Δημοτικού το οποίο επικρίθηκε πως συμπεριλάμβανε στη διδακτέα ύλη του θρησκειολογικά στοιχεία και αναφορές. Μια προσεκτική μελέτη των επιχειρημάτων των επικριτών του προγράμματος αποδεικνύει πως αυτά στηρίχτηκαν σε απομονωμένες από τη συνάφεια τους θρησκειολογικές αναφορές οι οποίες συνειδητά στη συνέχεια ενοποιήθηκαν προκειμένου να «αποδειχτεί» πως το νέο ΠΣ έχει αμιγώς θρησκειολογικό προσανατολισμό.
Κατηγορήθηκε επίσης σθεναρά το νέο ΠΣ της υποχρεωτικής εκπαίδευσης πως παραγκωνίζει την Ορθόδοξη πίστη και αποσιωπήθηκε συνειδητά το γεγονός πως οι αναφορές στις άλλες θρησκείες γινόταν όχι άκαιρα αλλά μόνον όπου αυτό κρινόταν σκόπιμο και έπονταν της προηγηθείσας εκτενούς παρουσίασης των Ορθόδοξων χριστιανικών θέσεων και θεμάτων της κάθε ενότητας. Το δε ποσοστό των αναφορών αυτών ήταν όχι άνω του 10% επί της συνολικής διαπραγματευόμενης ύλης της κάθε θεματικής ενότητας.
Αυτό που επίσης συνειδητά αποσιωπήθηκε είναι πως οι μαθητές με τα νέα ΠΣ δεν κατηχούνται σε νέες θρησκείες αλλά εμπλουτίζουν τις ήδη υπάρχουσες θρησκευτικές τους γνώσεις με ορισμένα επιπλέον στοιχεία για τις θρησκείες αυτές. Σε καμία περίπτωση – και είμαι κατηγορηματική σ΄ αυτό- δεν παύει να είναι κυρίαρχη η παρουσία της Ορθοδοξίας σε θέματα όχι μόνο πίστης και θεολογίας, αλλά λατρείας-ζωής-και τέχνης. Το μάθημα είναι και παραμένει ορθόδοξο, και σε απόλυτη αντιστοιχία με την πλειοψηφία αλλά και την επικρατούσα πολιτισμική ταυτότητα της κοινωνίας μας. Αυτό όμως δε σημαίνει πως δε σέβεται την ετερότητα. Αναφορά στις άλλες θρησκείες υπήρχε πάντα- σας θυμίζω τα Θρησκευτικά της Β΄ Λυκείου- τώρα όμως έχει γίνει μια αναδιάρθρωση της ύλης, που υπηρετεί καλύτερα τις σύγχρονες συνθήκες και αντανακλά τις παραστάσεις για τον κόσμο που ήδη τα παιδιά έχουν. Είμαι σίγουρη πως εύλογα θα αναρωτηθείτε αν η αναδιάρθρωση αυτή είναι δόκιμη παιδαγωγικά. Θα σας απαντήσω πως ναι και πως τα πάντα μπορούν να διδαχθούν σε όλες τις ηλικίες αν αυτό γίνει με το σωστό και δόκιμο παιδαγωγικά τρόπο.
Κανένας από τους επικριτές δεν έθιξε το γεγονός πως τα νέα ΠΣ απομακρύνονται από την απομνημόνευση της μετωπικής διδασκαλίας και πως έχουν μαθητοκεντρικό προσανατολισμό που προάγει την αυτενέργεια και την ανάληψη πρωτοβουλιών αλλά και ευθύνης από το μαθητή. Πως οι τεχνικές που εισηγούνται μπορούν να προσαρμοστούν ανάλογα με τις δυνατότητες και τη δυναμική της σχολικής τάξης. Πως εργασία για το σπίτι αντικαταστάθηκε με την ενεργή συμμετοχή μέσα στην τάξη που λαμβάνει υπόψη όλα τα είδη νοημοσύνης. Πως όσοι με αυξημένη αίσθηση ευθύνης τα εφαρμόσαμε εισπράξαμε τον ενθουσιασμό των μαθητών, την ψήφο εμπιστοσύνης και την ευαρέσκεια ακόμη και των πιο επιφυλακτικών γονέων- έχω πολλά να σας διηγηθώ- και την παραδοχή και από τους πιο απαιτητικούς συναδέλφους πως κάτι πολύ σπουδαίο τελικά πραγματώνεται στις σχολικές τάξεις την ώρα του μαθήματος μας.
Κανείς επίσης από τους επικριτές δεν φρόντισε να διευκρινίσει πως οι φάκελοι που έχουν στα χέρια τους οι μαθητές δεν αποτελούν βιβλίο του μαθητή αλλά εργαλείο του εκπαιδευτικού που θα το χειριστεί αναλόγως. Πως ο διδάσκων για πρώτη φορά έχει τόση ελευθερία στα χέρια του να προετοιμάσει και να σχεδιάσει το μάθημα του. Μήπως τελικά –και μετά από την επιμόρφωση καθηγητών σε τρία από τα ΠΕΚ της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης– αυτή η ελευθερία φόβισε καθώς συνεπάγονταν ευθύνη και πολύ προσωπική δουλειά στην οποία πολλοί δεν είχαν συνηθίσει; Μήπως τελικά αυτός είναι ο βαθύτερος λόγος που αντιμάχονται φατρίες-ενώσεις θεολόγων σε συνδυασμό με το ποιος τελικά θα επικρατήσει για ίδιον όφελος στη μάχη των εντυπώσεων; Η απάντηση νομίζω πως είναι προφανής.
Κλείνοντας θα ήθελα να πω πως τα νέα ΠΣ του μαθήματος των Θρησκευτικών προάγουν τελικά την κατανόηση της ετερότητας, όχι τη σύγχυση της ταυτότητας. Και σε όλους όσους θεωρούν εγωιστικά πως κρατούν το «ορθοδοξόμετρο» στα χέρια τους υπενθυμίζω πως τα νέα ΠΣ εναρμονίζονται πλήρως με τα όσα σπουδαία ειπώθηκαν στην Κρήτη το 2016 από την Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.: «Οι εκρήξεις φονταμενταλισμού που παρατηρούνται στους κόλπους διαφόρων θρησκειών αποτελούν έκφραση νοσηρής θρησκευτικότητος. Ο νηφάλιος διαθρησκειακός διάλογος συμβάλλει σημαντικά στην προώθηση της αμοιβαίας εμπιστοσύνης, της ειρήνης και της καταλλαγής ». Της καταλλαγής…
Γκούμα Όλγα
Θεολόγος-Νομικός