ΑΧΝΟΝΤΑΣ ΤΑ  ΧΝΑΡΙΑ  ΤΟΥ Β΄ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Ένα δράμα σε πολλές πράξεις

Του Θανάση Μουσόπουλου

Α. ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Στη σειρά των κειμένων που αφιερώνω στον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με αφορμή την 28η Οκτωβρίου 1940, χρησιμοποιώντας ιστορικά και λογοτεχνικά κείμενα και άλλες πηγές, θα ανιχνεύσω τα χνάρια του «τελευταίου (;) πολέμου» γενικότερα και στην Ξάνθη.

  O Tσαρλς Τίλλυ (1929 – 2008) στο βιβλίο του «Εξαναγκασμός, κεφάλαιο και Ευρωπαϊκά κράτη 990 – 1992 μ.Χ.» (εκδ. Κυρομάνος, 2008) αναλύει πολύ πειστικά τον τρόπο που η οικονομική εκμετάλλευση και η πολεμική-στρατιωτική επιβολή συμπλέκονται. Γίνεται κατανοητό πώς επεισόδια ειρήνης και συνεργασίας εξηγούνται ‘ως τακτικές κινήσεις των κρατών σε ένα αέναο παιχνίδι ενδυνάμωσης της θέσης τους στην διεθνή γεωπολιτική σκακιέρα’ σημειώνει ο μεταφραστής – επιμελητής του τόμου στην εμπεριστατωμένη εισαγωγή του Μ. Μαραγκουδάκης, ενώ παρακάτω παρατηρεί «Θεωρώντας τον πόλεμο ως την ουσία της πολιτικής, [..] μας επιτρέπει να δούμε ξεκάθαρα την σχέση πολέμου και διαμόρφωσης κρατικών θεσμών». Ο ίδιος ο Τίλλυ το δηλώνει με σαφήνεια: «Όλοι οι θεσμοί, και στον ίδιο βαθμό, αποτελούν απόρροια του πολέμου».

Ο Θουκυδίδης και οι απόψεις του για την Παθολογία του Πολέμου, και συνάμα της Ειρήνης, είναι διαχρονικά επίκαιρες. Παραθέτω την κατά τη γνώμη μου αντιπροσωπευτικότερη ενότητα:«[3.82.2] καὶ ἐ­πέ­πε­σε πολ­λὰ καὶ χα­λε­πὰ κα­τὰ στά­σιν ταῖς πό­λε­σι, γι­γνό­με­να μὲν καὶ αἰ­εὶ ἐ­σό­με­να, ἕ­ως ἂν ἡ αὐ­τὴ φύ­σις ἀν­θρώ­πων ᾖ, μᾶλ­λον δὲ καὶ ἡ­συ­χα­ί­τε­ρα καὶ τοῖς εἴ­δε­σι δι­ηλ­λαγ­μέ­να, ὡς ἂν ἕ­κα­σται αἱ με­τα­βο­λαὶ τῶν ξυν­τυ­χι­ῶν ἐ­φι­στῶν­ται. ἐν μὲν γὰρ εἰ­ρή­νῃ καὶ ἀ­γα­θοῖς πράγ­μα­σιν αἵ τε πό­λεις καὶ οἱ ἰ­δι­ῶ­ται ἀ­με­ί­νους τὰς γνώ­μας ἔ­χου­σι διὰ τὸ μὴ ἐς ἀ­κου­σί­ους ἀ­νάγ­κας πί­πτειν· ὁ δὲ πό­λε­μος ὑ­φε­λὼν τὴν εὐ­πο­ρί­αν τοῦ κα­θ’ ἡ­μέ­ραν βί­αι­ος δι­δά­σκα­λος καὶ πρὸς τὰ πα­ρόν­τα τὰς ὀρ­γὰς τῶν πολ­λῶν ὁ­μοι­οῖ».

«Ένεκα τωόντι εμφυλίων σπαραγμών, ενέσκηψαν εις τας πόλεις πολλαί και μεγάλαι συμφοραί, αι οποίαι παρουσιάζονται και θα εξακολουθήσουν να παρουσιάζωνται πάντοτε, εφόσον η ανθρωπίνη φύσις μένει η ιδία, φέρουν όμως βαρύτερον ή έλαφρότερον χαρακτήρα και διαφέρουν κατά την μορφήν, αναλόγως της μεταβολής των παρουσιαζομένων εκάστοτε περιστάσεων. Διότι εν καιρώ μεν ειρήνης και ευημερίας και αι πόλεις και οι ιδιώται διαπνέονται από ευγενέστερα αισθήματα, καθόσον δεν περιπίπτουν υπό την πίεσιν αναποτρέπτων αναγκών. Αλλ’ ο πόλεμος, αφαιρών ολίγον κατ’ ολίγον από τους ανθρώπους την καθημερινήν ευμάρειαν, γίνεται διδάσκαλος βίαιος, και τείνει ν’ αφομοιώση τας διαθέσεις των πολλών προς την παρούσαν αυτών κατάστασιν».  (μετ. Ελευθέριου Βενιζέλου).

Η προβληματική του Τίλλυ αφενός και του Θουκυδίδη αφετέρου, μας οδηγεί στην οπτική με την οποία διάβασα το βιβλίο του Βασίλη Τζανακάρη «Η Ελλάδα φλέγεται – Από την είσοδο των Γερμανοβουλγάρων στη ματωμένη Αθήνα των Δεκεμβριανών», (2017). Η οπτική μου επιγράφεται : Ψυχοπαθολογία της ειρήνης και του πολέμου.

  Όχι μόνο ο Φρόυντ αλλά και άλλοι ψυχίατροι χρησιμοποιούν τον όρο ‘ψυχοπαθολογία’ αναφερόμενοι σε εκδηλώσεις της καθημερινής ζωής. Η διάκριση ανάμεσα στο ψυχοπαθολογικό και μη ψυχοπαθολογικό δεν είναι πάντοτε εύκολη υπόθεση, καθώς η διαχωριστική γραμμή μεταξύ του φυσιολογικού και μη για κάποιους είναι αφηρημένη και τοποθετείται δύσκολα. Εκτός από το αποτέλεσμα της συμπεριφοράς για το ίδιο το άτομο, σημαντικό θέμα είναι η αιτιολογία και η επίδρασή της στο περιβάλλον. Οι ψυχίατροι προβληματίζονται, όπως άλλωστε και τόσοι άλλοι διανοούμενοι, σχετικά με το «γιατί» και το «πώς» του πολέμου. Ένα σημαντικό μέρος της ψυχιατρικής κλινικής και γενικότερα του ψυχοπαθολογικού προβληματισμού έχει διαμορφωθεί στα πεδία των μαχών και μέσα από τις συνέπειες των φυσικών καταστροφών.

   Στις μέρες μας η ανθρωπότητα παρακολουθεί αμήχανα την εκδήλωση σε καθημερινή βάση τρομοκρατικών επιθέσεων, τη συνεχιζόμενη κατάσταση αστάθειας, ανισορροπίας και εμπόλεμων συγκρούσεων σε μεγάλες περιοχές του κόσμου, ιδιαιτέρως στη Μέση Ανατολή, απότοκος των οποίων είναι η κατάρρευση κρατών, η βίαιη εκδίωξη ολόκληρων λαών και ο εκπατρισμός πληθυσμών. Τα κράτη, οι κοινωνίες, οι λαοί και οι άνθρωποι βρίσκονται αντιμέτωποι με νέα είδη πολέμου και μορφών δομικής βίας, που επηρεάζουν την ατομική και συλλογική ευημερία, δημιουργώντας ταυτόχρονα συνθήκες ασφάλειας και ανασφάλειας. Έχουμε ειρήνη, και ταυτόχρονα ζούμε τέτοια φαινόμενα. Η αρνητική ειρήνη, δηλαδή η ειρήνη ως απουσία πολέμου αποτελεί μια αποσπασματική οπτική της ειρήνης, η οποία δυστυχώς είναι και η κρατούσα στις σχέσεις των κρατών, ενώ η θετική ειρήνη προβάλλει πολύ περισσότερα στις σχέσεις των κοινωνιών και των κρατών, αναγνωρίζει υπαρξιακά ζητήματα του ανθρώπου, δηλαδή τη διεκδίκηση ελευθερίας, δικαιοσύνης και ισότητας.

  Η επίσκεψή μου τον περασμένο Σεπτέμβριο στο Άουσβιτς και Μπίρκεναου επέδρασε καταλυτικά στο πώς βλέπω πλέον τα θέματα ειρήνης και πολέμου. Επιπλέον η μελέτη – αφού επέστρεψα – του βιβλίου «Το νόημα της ζωής» του Βίκτωρ Φρανκλ, μου φώτισε τις εντυπώσεις και σκέψεις από την επίσκεψη αυτή.

Β. ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ : 1919 – 1945
Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΕΤΑΞΥ ΤΩΝ ΔΥΟ ΠΟΛΕΜΩΝ

  Σημαντικά οικονομικά, πολιτικά, κοινωνικά γεγονότα παγκόσμιας ακτινοβολίας συνέβησαν στην Ευρώπη κατά το Μεσοπόλεμο , 1919 – 1939.

  Στη Ρωσία έχουμε τη μπολσεβίκικη επανάσταση, ενώ ο κόσμος διαιρείται πλέον σε κομμουνιστικό και αντικομμουνιστικό.

Στον αναπτυγμένο καπιταλιστικά κόσμο, στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ,  μετά τον α΄ παγκ. πόλεμο ακολουθεί μια περίοδος πλαστής άνθισης , που στηρίζεται στις τραπεζικές πιστώσεις.

  Το 1929 ξεσπά μεγάλη οικονομική κρίση στο Χρηματιστήριο της Νέας Υόρκης, πράγμα που επηρεάζει όλες τις αναπτυγμένες βιομηχανικές χώρες του πλανήτη.

  Τα αστικά καθεστώτα για να επιβιώσουν παρεμβαίνουν στην οικονομική ζωή, ενώ υπάρχει μια τάση να κατακριθεί η δημοκρατία ως αιτία της οικονομικής κρίσης, της ανεργίας και του κλεισίματος των εργοστασίων.

  Ο Μουσολίνι στην Ιταλία επιβάλλει το φασισμό, στη Γερμανία ο Χίτλερ το Ναζισμό, στην Ισπανία ο Φράνκο συγγενικό καθεστώς.

Στην Ελλάδα το 1934 επιβάλλεται η δικτατορία της 4ης Αυγούστου από τον Ιωάννη Μεταξά με την έγκριση του βασιλιά Γεωργίου Β΄, την ανοχή των πολιτικών και των ξένων δυνάμεων.

Ο ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΠΑΓΚΟΣΜΙΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1939-1945

  Μετά τον Α΄ παγκόσμιο πόλεμο όλοι ήλπιζαν σε λύση των προβλημάτων με ειρηνικό τρόπο μέσω της Κοινωνίας των Εθνών – ΚΤΕ   Όμως η οικονομική κρίση ανατρέπει τα πάντα.

  Στην Ανατολή η Ιαπωνία και στην Ευρώπη η Γερμανία του Χίτλερ δημιουργούν προβλήματα. Επίσης το 1935 ο Μουσολίνι επιτίθεται στην Αιθιοπία. Η ΚΤΕ όμως δεν έχει καμία δύναμη. Το 1936 η Ιταλία με τη Γερμανία βοηθούν το Φράνκο να επιβάλλει δικτατορία στην Ισπανία.

  Η Γερμανία καταλαμβάνει διάφορες χώρες, ο Μουσολίνι την Αλβανία και η Ιαπωνία που συνεργάζεται με τη Γερμανία πολεμά με την Κίνα. Στην 1η Σεπτεμβρίου 1939 η Γερμανία εισβάλλει στην Πολωνία και στις 3 Σεπτεμβρίου η Γαλλία και η Αγγλία, πιστές στις διακηρύξεις τους, κηρύσσουν τον πόλεμο ενάντια στη Γερμανία..

  Οι γερμανοί καταλαμβάνουν τη μία μετά την άλλη τις ευρωπαϊκές χώρες. Ο Χίτλερ θέλει να συντρίψει τη βρετανική αεροπορία. Στρέφεται στη Βαλκανική , όπου ο Μουσολίνι είχε επιτεθεί.

  Στις 15 Αυγούστου 1940 οι Ιταλοί τορπίλισαν το αντιτορπιλικό ‘Έλλη’. Στις 28 Οκτωβρίου 1940 οι έλληνες απαντούν ΟΧΙ στους Ιταλούς εισβολείς και ως τις 31 Μαΐου 1941 πολεμούν ηρωικά στα βουνά της Αλβανίας. Οι Ιταλοί υφίστανται σοβαρές ήττες . Πεζικό, αεροπορία και ναυτικό κάνουν θαύματα σε βάρος των Ιταλών. Γι’  αυτό στις 6 Απριλίου 1941 οι Γερμανοί χτυπούν την Ελλάδα. Ο Βασιλιάς και η ελληνική κυβέρνηση εγκαταλείπουν τη χώρα, ενώ ως το Μάιο του 1941 συνεχίζεται η αντίσταση στην Κρήτη.

  Η Ελλάδα κατάστρεψε το γόητρο του Μουσολίνι και εκλεκτές γερμανικές δυνάμεις, αναβάλλοντας την επίθεση του Χίτλερ κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Από τα τέλη του 1941 ο πόλεμος γίνεται παγκόσμιος. Το 1943 πέφτει ο Μουσολίνι, το 1944 ελευθερώνεται η Γαλλία και τον Οκτώβρη 1944 η Ελλάδα. Στις 5 Μαΐου 1945 η Γερμανία παραδίδεται. Μετά το ατομικό ολοκαύτωμα στη Χιροσίμα και Ναγκασάκι, τον Αύγουστο του 1945, η Ιαπωνία αναγκάζεται να παραδοθεί.

  Ο β΄ παγκόσμιος πόλεμος στοίχισε στην ανθρωπότητα 60.000.000 νεκρούς. Το 1946 καταδικάζονται οι πρωταίτιοι ‘εγκληματίες πολέμου’ .

Το 1946 ιδρύεται ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών, με πολλές ελπίδες και σοβαρές αδυναμίες.  ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση μοιράζουν τον κόσμο σε ζώνες επιρροής, καπιταλιστικά και σοσιαλιστικά κράτη αντιπαρατίθενται στον ψυχρό πόλεμο.

Γ. ΨΥΧΟΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ

Αντλώντας στοιχεία από το βιβλίο  του Βασίλη Τζανακάρη «Η Ελλάδα φλέγεται – Από την είσοδο των Γερμανοβουλγάρων στη ματωμένη Αθήνα των Δεκεμβριανών», σελ. 733, βρήκα πολλά και ενδιαφέροντα στοιχεία γενικά, αλλά και σε σχέση με την περιφέρειά μας.  Ο συγγραφέας το καταφέρνει αυτό με την παράθεση πολλών αποσπασμάτων από εφημερίδες της εποχής, ως λογοτεχνική παρουσίαση και αφήγηση γεγονότων ιστορίας ή μικροϊστορίας, ως δειγματολόγιο ανθρώπινης συμπεριφοράς γνωστών και αγνώστων προσώπων.

  Μελετώντας τα κεφάλαια του βιβλίου, επέλεξα κάποιες σελίδες που αναφέρονται άμεσα ή έμμεσα στο θέμα μου «Ψυχοπαθολογία Ειρήνης και Πολέμου». Δίνω βαρύτητα σε πρόσωπα, το χαρακτήρα, τη συμπεριφορά τους.

  Κάποια αποσπάσματα θα τα παραθέσω, περισσότερο θα αναφέρω τις σελίδες που ο αναγνώστης/η αναγνώστρια μπορεί να βρει περισσότερα στοιχεία.

ΧΙΤΛΕΡ

  Ο Αδόλφος Χίτλερ διάβαζε πολύ, όμως σχεδόν απουσίαζαν το θέατρο και η ποίηση από τις βιβλιοθήκες του. Ο γιατρός του Μόρελ του έδινε ένα σωρό φάρμακα που  παρασκεύαζε ο ίδιος, πολλά από τα οποία ήταν κατάλληλα μόνο για … κτηνιατρική χρήση. Ο βρετανός ιστορικός Ίαν Κέρσο μιλά για την έμφυτη μυστικοπάθεια και την κενότητα των προσωπικών του σχέσεων. Είχε απόλυτο θαυμασμό για τους αρχαίους έλληνες και ο Περικλής υπήρξε ο παιδικός του ήρωας.

  Ο Άλαν Μπούλοκ στο βιβλίο του Χίτλερ: Μια μελέτη για την τυραννία, γράφει ότι οι χειρονομίες του Φύρερ και ο δραματικός χαρακτήρας της ομιλίας του, με τα σκαμπανεβάσματά της να αγγίζουν την υστερία, ενώ ταυτόχρονα τσίριζε για να εκφράσει την απέχθειά του, είχαν το ίδιο αποτέλεσμα στο κοινό του… Κατάφερναν να μεταδίδουν ένα πάθος στο ακροατήριό του, ώστε οι άντρες ούρλιαζαν και επιδοκίμαζαν και οι γυναίκες έκλαιγαν ανεξέλεγκτα με λυγμούς…

  Ιδιαίτερα σημαντικά είναι όσα συνδέονται με την αντιμετώπιση της Αντίστασης των Ελλήνων / των συμμοριών όπως χαρακτηρίζονται. Λέγει σε μια από τις πολλές συζητήσεις ο Φύρερ: «Εις την καταπολέμησιν των θεμελιώδης αρχή που πρέπει να βάλωμε με το ζόρι στο κεφάλι του καθενός είναι αυτό: ορθόν πρέπει να θεωρείται ό,τι οδηγεί εις την επιτυχίαν […] Τελικώς θα θεωρήται δίκαιον ό,τι συνετέλεσεν εις την εξόντωσιν των συμμοριών και τανάπαλιν θα θεωρήται άδικον ό,τι δεν εξυπηρετεί την εξόντωσίν τους». Με τέτοιες και παρόμοιες θέσεις ο κάθε αξιωματικός και στρατιώτης μπορούσε χωρίς ενδοιασμό να κάνει το κάθε τι, αρκεί να είχε ως αποτέλεσμα να εξοντωθούν ‘τα γουρούνια’= οι συμμορίτες.

ΕΛΛΗΝΕΣ ΤΟ 1941 –

ΕΙΣΒΟΛΗ ΓΕΡΜΑΝΩΝ/ΒΟΥΛΓΑΡΩΝ

 Υπάρχουν αυτοί οι μεγαλόσχημοι Έλληνες που όταν έρχονται οι Γερμανοί  έβλεπαν την ώρα να το σκάσουν.

  Οι ελληνικές πληγές από τη μικρασιατική καταστροφή και μετά είχαν μείνει ορθάνοιχτες, η  παρουσία των Γερμανών ερχόταν να την αποτελειώσει.

  Σχεδόν ταυτόχρονα με την είσοδο των γερμανικών αρμάτων συνέχιζαν να επιστρέφουν οι έλληνες μαχητές των οχυρών. Οι φαντάροι μας περιδιάβαζαν ζητιανεύοντας στις γειτονιές.

  Ο Δήμαρχος Σερρών: «Από σήμερον η εξουσία Σερρών παρεδόθη εις τα Βουλγαρικά στρατεύματα […] νομικμοφροσύνη του πληθυσμού […] συμβίωσις αδελφική […] απόλυτον πειθαρχίαν εις τας αποφάσεις της Γερμανίας».

  Καταστροφή του Βελιγραδίου, 6 Απριλίου 1941. Εβδομάδα των Παθών για τον ελληνικό λαό. Τα μεσάνυχτα της 20ης Απριλίου γιορτάζουν την Ανάσταση του Χριστού, «θα γιόρταζαν τρόπος του λέγειν» γράφει Τζανακάρης.

ΒΟΥΛΓΑΡΟΙ ΣΕ ΑΝΑΤ.ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ ΚΑΙ ΘΡΑΚΗ

  Οι κατακτητές και οι συνεργάτες τους έκαναν πολλά για να αλλοιώσουν την εθνική υπόσταση και συνείδηση των κατοίκων – να εκβουλγαρίσουν την περιοχή.  Οι κάτοικοι αντιστέκονταν «η καρδιά εκείνων που επέμεναν να μένουν στον τόπο τους δεν έπαψε ούτε στιγμή να χτυπά ελληνικά και η συνείδησή τους να γιγαντώνεται».

  Στο Δοξάτο, στη Δράμα, στα Κερδύλια γράφονται ματοβαμμένες ηρωικές σελίδες. Θύελλα φρίκης και θανάτου. Οι στρατιώτες του κατακτητή έκαιγαν κι έθυαν χωρίς φραγμό και χωρίς έλεος.

  Στη δεύτερη βουλγαρική κατοχή του 1917 οι βούλγαροι είχαν κατακλέψει κειμήλια και εκκλησιαστικούς θησαυρούς από Τίμιο Ιωάννη Πρόδρομο Σερρών, την Εικοσιφοίνισσα, την Αρχαγγελιώτισσα, τώρα στην τρίτη κατοχή συνεχίζουν το βέβηλο έργο τους.

  Μικρά χρονικά τρόμου, σε όλα τα χρόνια που φωτίζει ο συγγραφέας στο βιβλίο του. Χρονικά που δε θα τα γράψει η ιστορία, για τους συγγενείς όμως και τους απογόνους των θυμάτων θα παραμείνει μια ανοιχτή αγιάτρευτη πληγή.

ΕΒΡΑΙΟΙ

  Η λιτανεία της φρίκης, επιγράφεται το υποκεφάλαιο, που ανήκει σε μια ευρύτερη ενότητα για την τύχη των Εβραίων της περιοχής μας και στην κατάβασή τους στον Άδη, όπως γράφει ο Τζανακάρης.

  Ξεκινά ως εξής: «Κάθε βουλγαρική ομάδα δράσης είχε στη δικαιοδοσία της τέσσερις τουλάχιστον οικογένειες Εβραίων. Η εντολή και οι οδηγίες ήταν να τους εξηγήσουν ότι εκτελούσαν διαταγή της κυβέρνησης για μεταφορά τους στις εσωτερικές περιοχές της χώρας και να τους ενημερώσουν τι επιτρεπόταν να έχουν μαζί τους (ρούχα, κουβέρτες, παπλώματα, τροφές, τροφές και σκεύη) καθώς και πόσα χρήματα».

  Περιγράφεται ο τρόπος συγκέντρωσης. Ξεχώρισα τούτο το κεφάλαιο, με μία γοητευτική ιστορία ανθρωπιάς, που αφηγήθηκαν στο συγγραφέα οι αδελφές Μαρία και Σοφία Μαυρίδου.

 

Δ. Η ΞΑΝΘΗ ΚΑΤΑ ΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ 1940 – 1950 

  Μιλώντας σε παλιότερο κείμενό μου  για τον Μεσοπόλεμο, παρέθετα το εξής απόσπασμα του  Ι. Μ. Παναγιωτόπουλου από το βιβλίο «Ελληνικοί Ορίζοντες», (πρώτη έκδοση 1940):

«Η Ξάνθη φαίνεται σα να στέκει με το κεφάλι τεντωμένο μας λόγους μας Ροδόπης, με το κορμί και τα πόδια ξαπλωμένα στον κάμπο. Μα το ύφος μας είναι πέρα για πέρα το ύφος μιας πολιτείας καμπίσιας. Πολλοί δρόμοι είναι καθαροί και ευρύχωροι, πολλά σπίτια καινούρια και άνετα, πολλά καταστήματα περιποιημένα και ανοιχτόκαρδα. Δίνει την εντύπωση μιας ευχάριστης χωριατοπούλας, που προσπαθεί να δημιουργήσει τον αέρα μας μεγάλης ζωής».

  Στην Ευρώπη ξεσπά το δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος. Όπως σημειώνει ο Eric Hobsbawm (στον τόμο «Η εποχή των άκρων – Ο σύντομος εικοστός αιώνας 1914 – 1991») ήδη στον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο «πολιτική και οικονομία συγχωνεύθηκαν». Αυτό, κατά τη γνώμη μου, επεκτάθηκε και επιτάθηκε στον δεύτερο πόλεμο όπου η ριζώνει πια η παγκοσμιοποίηση.

  Πλησιάζει ο πόλεμος και στην Ελλάδα, 28 Οκτωβρίου 1940.  Η Ξάνθη είχε τότε 32.000 κατοίκους και ήταν έβδομη σε πλούτο πόλη της χώρας. Στην απογραφή του 1951 είχε 27.283 κατοίκους. Θα εξετάσουμε ακριβώς τούτη τη δεκαετία.

  Οι κάτοικοι της περιοχής, χριστιανοί και μουσουλμάνοι, αντιστάθηκαν ηρωικά στους Γερμανούς εισβολείς στα οχυρά του Εχίνου. Οι Γερμανοί εισήλθαν στην πόλη της Ξάνθης στις 8 Απριλίου 1941 και παρέμειναν έως τις 20 Απριλίου, οπότε και παρέδωσαν την περιοχή (πέρα από κάθε κανόνα διεθνούς δικαίου) στους Βούλγαρους.

  Τον Απρίλιο του 1941 στο χωριό Εχίνος, μια χούφτα Έλληνες στρατιώτες από όλα τα μέρη της Ελλάδος, μεταξύ τους και μουσουλμάνοι της περιοχής που υπηρετούσαν στον Ελληνικό Στρατό, κράτησαν καθηλωμένη για 3 ολόκληρες μέρες μια βαριά εξοπλισμένη μεραρχία των Ναζί, γράφοντας τη δικιά τους επική ιστορία! Η γερμανική επίθεση ξεκίνησε τα ξημερώματα της 6ης Απριλίου του 1941. Οι μηχανοκίνητες φάλαγγες των Γερμανών θέλησαν να περάσουν, και το οχυρό είπε το δικό του «Όχι». Διοικητής του οχυρού ήταν ο Tαγματάρχης Χρήστος Δρακούσης. Το σύνολο της στρατιωτικής δύναμης του οχυρού ανερχόταν σε 20 αξιωματικούς και 645 οπλίτες. Για τρία μερόνυχτα οι έλληνες αμύνονταν ηρωικά. Η εγκατάλειψη του οχυρού έγινε τις πρώτες πρωϊνές ώρες στις 9 Απριλίου από κρυφές εξόδους από τις οποίες διέρρευσαν κάτω από καταρρακτώδη βροχή 18 αξιωματικοί και 550 στρατιώτες μεταφέροντας στα χέρια τους τραυματίες. Η φρουρά κατευθύνθηκε συντεταγμένη προς την Ξάνθη. Σύντομα όμως  πληροφορήθηκε ότι η Ξάνθη και η Κομοτηνή βρίσκονταν  ήδη υπό γερμανική κατοχή.

  Ο αγώνας του οχυρού του Εχίνου είχε τελειώσει. Οι απώλειες των ελληνικών δυνάμεων ήσαν δέκα άνδρες, ενώ των Γερμανών υπερέβαιναν τους 300 νεκρούς και τους 1000 τραυματίες.

*

  Οι Γερμανοί κατακτητές παραδίδουν στους Βουλγάρους την Ξάνθη, και την υπόλοιπη Θράκη πλην μιας ζώνης στον Έβρο, στα σύνορα με την Τουρκία.  Η βουλγαρική κατοχή αποδείχτηκε σκληρή και βάρβαρη, καθότι οι Βούλγαροι επιδίωκαν με κάθε μέσο τον εκβουλγαρισμό των κατοίκων και όλων των λειτουργιών. Υποχρεωτικά χρησιμοποιείται η βουλγαρική γλώσσα, στα βουλγαρικά είναι οι επιγραφές των καταστημάτων, έκλεισαν τα ελληνικά σχολεία και λειτουργούν μόνο βουλγαρικά, παντού κυματίζουν βουλγαρικές σημαίες, οι ελληνικές ονομασίες πόλεων, χωριών και οδών αντικαταστάθηκαν με βουλγαρικές. Τα περισσότερα ηρώα και μνημεία καταστράφηκαν, όπως της Ξάνθης,  ενώ στα υπόλοιπα σβήστηκαν οι ελληνικές επιγραφές.

  Ένα ιδιαίτερα τραγικό κεφάλαιο είναι η μοίρα μας εβραϊκής κοινότητας. Από το 1941 οι Εβραίοι υποχρεώθηκαν να φέρουν το κίτρινο αστέρι του Δαβίδ, ενώ τους απαγόρευσαν να είναι έμποροι και βιομήχανοι. Τα μεσάνυκτα της 4ης Μαρτίου 1943, οι Βούλγαροι συνέλαβαν τους 550 Εβραίους της Ξάνθης και τους συγκέντρωσαν σε μια καπναποθήκη της οδού Σαλαμίνος. Λίγες μέρες μετά τους μετέφεραν στα στρατόπεδα των Ναζί όπου όλοι βρήκαν τραγικό θάνατο στα κρεματόρια. Οι κατακτητές λεηλάτησαν εβραϊκά σπίτια και καταστήματα, καταπατήθηκαν ιδιοκτησίες. Η καταστροφή της εβραϊκής κοινότητας ήταν ολοκληρωτική.

  Περιβόητα είναι τα λεγόμενα  «ντουρντουβάκια», ξανθιώτες κάθε θρησκεύματος που εξορίστηκαν σε καταναγκαστικά έργα στη Βουλγαρία, και, συχνά, δεν ξαναγύρισαν από εκεί.

  Επίσης υπάρχουν οι λεγόμενοι «Βουλγαρογραμμένοι», που για να έχουν κάποιες διευκολύνσεις και συσσίτια από τις δυνάμεις κατοχής, άλλαζαν το ονοματεπώνυμό τους για να μοιάζει βουλγαρικό. Συναφείς είναι και οι δωσίλογοι, που είχαν «πάρε δώσε» με τους κατακτητές, ελάχιστοι από τους οποίους τιμωρήθηκαν μετά την απελευθέρωση.

   Οι Βούλγαροι εγκατέλειψαν την Ξάνθη στις 14 Σεπτεμβρίου 1944. Ως την άνοιξη του 1945 έχουμε την περίοδο της λεγόμενης εαμοκρατίας. Ακολούθησε η εγκατάσταση των επίσημων αρχών.

 

Ε. ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ ΤΗΣ ΞΑΝΘΗΣ  ΓΙΑ ΤΗ ΜΑΤΩΜΕΝΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ

  Ο Στέφανος Ιωαννίδης στο μυθιστόρημά του «Τα παιδιά των πελαργών», το έπος της Ξάνθης όπως το αποκάλεσα, περιγράφει τη μέρα κήρυξης του πολέμου χαρακτηριστικά, όπως και ό,τι ακολούθησε. Στο βιβλίο μας «Στέφανος Ιωαννίδης: ένας λογοτέχνης γεννιέται» (2010) παραθέτουμε επίσης ένα ημερολόγιό του από την περίοδο της κατοχής (1942) και πολλά αποσπάσματα έργων του. Το ημερολόγιο και το λογοτεχνικό έργο είναι «συγκοινωνούντα δοχεία».

Ένα κείμενό του, δημοσιευμένο στο περιοδικό «Αρχαιολογία» (τ. 13 / Νοέμβριος 1984) με τίτλο «Ξάνθη, περίοδοι ακμής κατά τα τελευταία εκατό χρόνια», θα μας βοηθήσει να αναφερθούμε στην περίοδο 1940 – 1945.

«Στις 7 του Απρίλη του 1940 η Ξάνθη καταλαμβάνεται από τους Γερμανούς και στις 22 του ίδιου μήνα παραδίδεται στους Βουλγάρους, που παρέμειναν στην πόλη μέχρι το Σεπτέμβρη του 1944.

Κατά τη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής, ένα μεγάλο μέρος των Ελλήνων κατοίκων εγκατέλειψε την πόλη και εγκαταστάθηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα, για να μην επιστρέψουν μετά τη λήξη του πολέμου πολλοί από αυτούς. Τα ελληνικά σχολεία έκλεισαν, οι υπηρεσίες λειτουργούσαν με Βουλγάρους, που είχαν μεταφερθεί από τη Βουλγαρία, τα καταστήματα περιήλθαν σε Βουλγάρους. Ένας μεγάλος αριθμός πατριωτών είχε φυλακισθεί είτε είχε οδηγηθεί στα καταναγκαστικά έργα μέσα στη Βουλγαρία.

Στις 11 του Σεπτέμβρη του 1944 μπήκαν στην Ξάνθη οι μονάδες του ΕΛΑΣ και σε λίγες μέρες οι Βούλγαροι εγκαταλείπουν την πόλη. Μέχρι τον Απρίλιο του 1945 στην Ξάνθη εγκαθιδρύεται η αυτοδιοίκηση του ΕΑΜ. Τα σχολεία και οι υπηρεσίες λειτουργούν με εντόπιες δυνάμεις, γίνονται δημοτικές εκλογές, στήνονται λαϊκά δικαστήρια, εκτελούνται συνεργάτες του κατακτητή.

Την άνοιξη του 1945 γίνεται η εγκατάσταση των επίσημων ελληνικών αρχών. Επιστρέφει ο Δήμαρχος, ανοίγουν τα σχολεία.

Ακολουθεί για ένα διάστημα τριάντα χρόνων μια περίοδος οικονομικού μαρασμού και προοδευτικής παρακμής […]  Όσοι είχαν εγκαταλείψει την πόλη μετά τον πόλεμο και την κατοχή δεν επιστρέφουν στις εστίες τους. Οξύ δημογραφικό πρόβλημα δημιουργείται».

Σε συνέντευξη του 1986 (στη δημοσιογράφο Λένα Καλφοπούλου στον Ρ. Σ. Κομοτηνής)  ο Στέφανος Ιωαννίδης για την περίοδο 1940 – 1950 (αφαιρώ τα καθαρά αυτοβιογραφικά στοιχεία)   ανάμεσα στα πολλά και ενδιαφέροντα, σημειώνει:

«Από το 1940 που κηρύχθηκε ο πόλεμος και ακολούθησε η τετράχρονη σχεδόν βουλγαρική κατοχή δεν υπήρξε ούτε η ψυχική διάθεση, ούτε οι αντικειμενικές συνθήκες για να ασχοληθεί κανείς με λογοτεχνική εργασία. Πρώτα πρώτα η πείνα και η καθημερινή μέριμνα, να μπορέσεις να επιβιώσεις, κάθε άλλο παρά ευνοούν μια τέτοια ενασχόληση. Μετά την απαλλαγή όμως από την κατοχή, ακολούθησε μια ολιγόμηνη περίοδος ανασυγκρότησης. Είναι δύσκολο να μπορέσεις να ανορθώσεις τα ερείπια που έχουν συσσωρευτεί γύρω σου […] Οι συνθήκες που επικρατούσαν γενικά στην Ελλάδα με τον εμφύλιο ήταν άθλιες […] Περίοδος 1947 και πέρα. Περίοδος εμφύλιου αλληλοσπαραγμού και μισαλλοδοξίας».

*

   Θα παραθέσουμε κάποια στοιχεία που περιλαμβάνονται σε άρθρα δημοσιευμένα στον τόμο «Ξάνθη, η πόλη με τα χίλια χρώματα» (2008, Δήμος Ξάνθης – ΠΑΚΕΘΡΑ, Επιμέλεια Δημήτρης Μαυρίδης).

Στο άρθρο «Διαδικασίες πολεοδομικής ανασυγκρότησης της Ξάνθης» των Γ. Πατρίκιου, Ε. Πλάκα, Ι. Σιναμίδη διαβάζουμε: «Το 1943 κατασκευάζεται ανοιχτό κολυμβητήριο στην περιοχή της αποξηραμένης κοίτης για χρήση  των βουλγάρων αξιωματικών. Στη διάρκεια της Βουλγαρικής κατοχής, καίγεται και καταστρέφεται το κεντρικό τζαμί. Από τώρα και στο εξής ο πύργος με το ρολόι, κάποτε σύμβολο του οθωμανικού κέντρου, θα παραμείνει ως αχρονικό ταυτόσημο της πόλης.

Η απελευθέρωση βρίσκει το 1944 την Ξάνθη σε οικονομικό και δημογραφικό μαρασμό. Η φθίνουσα πορεία των δραστηριοτήτων που συνδέονται με τον καπνό στερεί την πόλη από την παραγωγική της βάση, ενώ παράλληλα η πόλη έχει χάσει τον ρόλο της ως διοικητικού κέντρου. Η στρατηγική επιλογή του ελληνικού κράτους για τόνωση των παραμεθόριων περιοχών έρχεται ως ένα βαθμό να αντισταθμίσει την απαξίωση της ενδογενούς δυναμικής».

Εξάλλου, στο άρθρο «Οι κοινωνικές ομάδες της Ξάνθης» της Μαρίας Βεργέτη διαβάζουμε: «Τα ιστορικά γεγονότα που ακολουθούν κατά τη δεκαετία του 1940 οδηγούν τον πληθυσμό στη φτώχια και στην εξαθλίωση. Η ανάπτυξη της εθνικής οικονομίας, που παρατηρείται από τα μέσα της δεκαετίας του 1950, δεν έχει στη Θράκη το ευνοϊκό αποτέλεσμα που επιτυγχάνεται σε άλλες περιοχές της χώρας. Το χαμηλότερο εισόδημα το έχουν τα ορεινά χωριά. Πολλά προσφυγικά χωριά της ορεινής περιοχής του νομού ερημώνουν»

Να σημειώσουμε ότι το δόγμα άλλοτε του από βορρά κινδύνου και άλλοτε το εξ ανατολών αποπροσανατόλιζε και αποδυνάμωνε όποια αναπτυξιακή κίνηση.

Επιπλέον, η πνευματική ζωή κατά την περίοδο αυτή νεκρώνεται, ενώ πολλά δυναμικά στοιχεία μετακομίζουν, μεταναστεύουν ή εξοντώνονται, όπως σημειώνω σε σχετικό άρθρο μου στον ίδιο τόμο με τίτλο «Η πνευματική ζωή της Ξάνθης»: «Αυτή η αποψίλωση συνεχίζεται και κατά τις μεταπολεμικές δεκαετίες».

*

   Δεν έχω υπόψη μου πολλά τεκμηριωμένα στοιχεία για τα θέματα που σχετίζονται με τις ομάδες Αντίστασης στα χρόνια της Κατοχής, ούτε για το τι ακολούθησε την απελευθέρωση και τα χρόνια του εμφυλίου.

Γεννήθηκα τον Μάιο του 1949, στο Νοσοκομείο της πόλης, μου έλεγαν ότι εκείνες τις μέρες ανταλλάσσονταν πυρά μεταξύ των «αντίπαλων» παρατάξεων πάνω από τη στέγη του, μεταξύ Κιμμερίων και Χρύσας. Καταλαβαίνετε. Πάντως, όσο μεγάλωνα,  δε συζητούνταν τέτοια ευαίσθητα θέματα. Ούτε και γράφονταν ή δημοσιεύονταν. Τα στοιχεία που θα σταχυολογήσω στη συνέχεια είναι από πολύ μεταγενέστερες έρευνές μου.

Πρώτα πρώτα, για την αντίσταση στα χρόνια της κατοχής. Μετά την εξέγερση της Δράμας το 1941, οι βουλγαρικές αρχές στην περιοχή μας είναι σκληρές. Από το 1943 οργανώνονται αντιστασιακές ομάδες, του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και του Αντών Τσαούς, που από τον επόμενο χρόνο αντιπαρατίθενται. Σημαντική είναι επίσης η συμμετοχή μουσουλμάνων στον αγώνα εναντίον των κατακτητών.

Στην περίοδο του εμφυλίου, πολλοί μουσουλμάνοι εντάχθηκαν στο Δημοκρατικό Στρατό. Ιδιαίτερα οι κάτοικοι της ορεινής Ροδόπης, οι λεγόμενοι Πομάκοι, που δεινοπάθησαν από τους Βουλγάρους κατακτητές, με θέρμη αγωνίστηκαν δίπλα στους υπόλοιπους Έλληνες.

Την περίοδο της κατοχής αγωνιστές που συλλαμβάνονται θανατώνονται ή εκτοπίζονται. Οι αγώνες δεν πήγαν χαμένοι, γιατί υπερασπίζονταν την ελληνικότητα της περιοχής. Στα χρόνια του εμφυλίου πολλοί ήταν οι αντάρτες στην παραμεθόριο περιοχής της Ξάνθης. Οι συγκρούσεις μεταξύ των κρατικών δυνάμεων και του Δημοκρατικού Στρατού ήταν συνεχείς, ιδίως από το 1947 και μετά ως το 1949. Βέβαια, στα δύσκολα αυτά χρόνια, πολλοί και πολλές είναι αυτοί που οδηγούνται στα στρατοδικεία, θανατώνονται ή οδηγούνται σε τόπους εξορίας. Αντίθετα, λίγοι είναι οι δωσίλογοι που τιμωρούνται για τις πράξεις τους.

ΣΤ. Νίκος Καζαντζάκης, Κρήτη και 2ος Παγκόσμιος Πόλεμος

 Ο Νίκος Καζαντζάκης ήταν ένας χαλκέντερος  εργάτης του πνεύματος. Τιμώντας τη μνήμη του – στις 26 Οκτωβρίου 1957 έφυγε από τούτη τη ζωή – θα παρουσιάσουμε κάποια στοιχεία που συνδέονται με την περίοδο του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Ξεκινούμε με σύντομο χρονολόγιο της ζωής του ίδιου  του Ν. Κ. (1940 – 1945)

1

1940. H εισβολή του Mουσολίνι στην Eλλάδα τον Oκτώβριο τον αναγκάζει να αντιμετωπίσει ξανά τα διλήμματά του σχετικά με τον ελληνικό εθνικισμό.

1941. Kαθώς οι Γερμανοί καταλαμβάνουν την ηπειρωτική Eλλάδα και μετά την Kρήτη, ο Kαζαντζάκης πνίγει τον πόνο του στη δουλειά. Ξεκινάει ένα μυθιστόρημα με αρχικό τίτλο “Tο Συναξάρι του Zορμπά”.

1942. Aπομονωμένος στην Aίγινα καθ’ όλη τη διάρκεια του πολέμου, ορκίζεται να εγκαταλείψει τα γραψίματα του το συντομότερο δυνατόν για να ξαναμπεί στην πολιτική. Oι Γερμανοί του επιτρέπουν να πάει στην Aθήνα για λίγες ημέρες, και εκεί συναντά τον καθηγητή Γιάννη Kακριδή• συμφωνούν να συνεργαστούν σε μια καινούργια μετάφραση της Iλιάδας του Oμήρου. Σχεδιάζει ένα καινούργιο μυθιστόρημα για το Xριστό με τον τίτλο “T’ Aπομνημονεύματα του Xριστού” – πυρήνα του μελλοντικού “Τελευταίου πειρασμού”.

1943. Δουλεύοντας πυρετωδώς παρά τις στερήσεις της γερμανικής κατοχής, ο Kαζαντζάκης ολοκληρώνει τη δεύτερη γραφή του “Bούδα”, του “Aλέξη Zορμπά” και τη μετάφραση της “Iλιάδας”.

1944. Tην άνοιξη και το καλοκαίρι γράφει θεατρικά έργα, που καλύπτουν την αρχαία, τη βυζαντινή και τη νεότερη Eλλάδα. Aμέσως μετά την αποχώρηση των Γερμανών, ο Kαζαντζάκης μετοικεί στην Aθήνα, όπου τον φιλοξενεί η Tέα Aνεμογιάννη. Γίνεται μάρτυρας των Δεκεμβριανών.

1945. Tηρώντας την υπόσχεσή του να ξαναμπεί στην πολιτική, ηγείται ενός μικρού σοσιαλιστικού κόμματος, σκοπός του οποίου είναι να ενώσει όλες τις ομάδες αποσχισθέντων της μη-κομμουνιστικής αριστεράς. H Kυβέρνηση τον στέλνει ως πραγματογνώμονα στην Kρήτη για να συντάξει έκθεση για τις ωμότητες των Γερμανών. Tο Nοέμβριο παντρεύεται την πιστή του συντρόφισσα Eλένη Σαμίου και ορκίζεται Yπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην Kυβέρνηση Συνασπισμού του Σοφούλη. (Το 1946 μετά την ένωση των σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων ο Kαζαντζάκης παραιτείται από το αξίωμα του Yπουργού)

  Συνεχίζοντας παραθέτουμε δύο αποσπάσματα από ένα κείμενο του Νίκου Καζαντζάκη που αναφέρεται στη Μάχη της Κρήτης.

2

«Σοβαρό είναι το πρόσωπο της Κρήτης, πολυβασανισμένο. Μαδάρες γυμνές, τραχειές, αγέλαστες. Κοιτάζεις από το αεροπλάνο την Κρήτη ν’ απλώνεται στη θάλασσα και νιώθεις πώς αληθινά το νησί τούτο είναι γιοφύρι ανάμεσα στις τρεις τούτες μεγάλες Μοίρες. Για πρώτη φορά στην Ευρώπη πήδηξε κι’ έχτισε φωλιά στην Κρήτη το πεινασμένο αρπαχτικό πουλί πού το λέμε Πνεύμα. Άπλωσε τις φτερούγες του στο Κρητικό χώμα και γέννησε το μυστηριώδη, βουβό ακόμα, όλο ζωή, χάρη, κίνηση και λαμπρότητα, Κρητικό πολιτισμό.

    Η Κρήτη έχει αληθινά κάτι το πανάρχαιο, το άγιο, το πικραμένο και περήφανο, που έχουν οι χαροκαμένες μάνες που γέννησαν παλικάρια. Έχει τόσο πολύ πολεμήσει κι υποφέρει η γης ετούτη, έχει τόσο πολύ συνηθίσει το θάνατο, που τον ξεφοβήθηκε πια και μπορεί να γελάει και να παίζει μαζί του.

Σαράντα μέρες γύριζα το περασμένο καλοκαίρι την Κρήτη, για να δω τα χωριά που γκρέμισαν κι έκαψαν οι βάρβαροι και τους άντρες και τις γυναίκες που τους έντυσαν τη μαύρη αρματωσιά του πένθους. Περίμενα ν’ ακούσω κλάματα και να δω χέρια ν’ απλώνονται να ζητούν την βοήθεια. Και βρήκα ανυπόταχτες, απαράδοτες ψυχές και κορμιά μισόγυμνα πεινασμένα Κι’ αλύγιστα.Τι δύναμη και τι αντοχή είναι τούτη, συλλογιζόμουν, και πού βρίσκουν τα κορμιά τούτα τόση ψυχή; Και ποια ακριτική πνοή τους δίνει τόση αψηφισιά να παλεύουν με το θάνατο;Ο Κρητικοί αλήθεια αγαπούν παράφορα τη ζωή και συνάμα ποτέ δεν φοβούνται το θάνατο. Μέσα από τα χαλασμένα χωριά που πέρασα, πάνω από τα νεοανοιγμένα μνήματα που δρασκέλισα, πίσω από τις κουβέντες που άκουσα, ακατάπαυτα διαπίστωσα τούτη τη μεγάλη δισυπόστατη παλικαριά: παράφορη αγάπη για τη ζωή και άφοβο αντίκρισμα του θανάτου».

  Και ένα απόσπασμα για τη Μάχη της Κρήτης:«Στις 19 του Μάη 1941 σκοτείνιασε ο ουρανός της Κρήτης από τα γερμανικά αεροπλάνα, άρχισαν οι βομβαρδισμοί, οι πρώτοι αλεξιπτωτιστές έπεφταν στο αεροδρόμιο του Μάλεμε, κοντά στα Χανιά, ύστερα στο Ρέθυμνο, στο Ηράκλειο, παντού. Ένας γέρος, από ένα χωριουδάκι κοντά στο Μάλεμε, μας διηγάται:– Ευτύς ως είδαμε τ’ αεροπλάνα, φωνάζαμε: Απάνω τους, μωρέ παιδιά! Πήραμε τ’ άρματα και χυθήκαμε.– Ποια άρματα; ρώτησα. Είχατε άρματα;– Πώς δεν είχαμε; μού αποκρίθηκε. Άλλοι είχαν παλιές καραμπίνες, άλλοι μαχαίρες κι όλοι είχαν ραβδιά. Την ώρα που έπεφτε ένας «ουρανίτης» ήταν ακόμα ζαλισμένος και μεις χιμούσαμε απάνω του, τον σκοτώναμε με τα ραβδιά, με τις μαχαίρες, τον ξαρματώναμε και σιγά – σιγά γέμιζε και μας η φούχτα μας πολυβόλο και περίστροφο. Οι Γερμανοί είχαν ορίσει να πάρουν την Κρήτη σε 24 ώρες. Η παραμικρή αργοπορία θα τους ήταν θανάσιμη. Ήξεραν πως οι Κρητικοί ήταν άοπλοι, πως όλοι οι νέοι ήταν επιστρατευμένοι και βρίσκονταν ακόμη στην Ελλάδα και πως οι Άγγλοι μήτε στρατό αρκετό είχαν μήτε αεροπλάνα. Ήταν λοιπόν σίγουροι πως σε 24 ώρες θα παίρναν την Κρήτη. Έκαμαν 8 μέρες. Έξη χιλιάδες αλεξιπτωτιστές σκοτώθηκαν από τα ραβδιά και τις μαχαίρες. Ένας Κρητικός χωριάτης, όταν μ’ είδε να ξαφνιάζομαι για την παλικαριά και την αυτοθυσία αυτών των Κρητικών, μου είπε τα καταπληχτικά τούτα λόγια: – Γιατί παραξενεύεσαι; Εμείς ξέραμε πως γράφαμε Ιστορία!».

  Κλείνουμε με τις ωμότητες της Κρήτης, όπως καταγράφονται μετά το τέλος του πολέμου.

3

  Ο Καζαντζάκης ως μέλος της «Κεντρικής Επιτροπής Διαπιστώσεως Ωμοτήτων εν Κρήτη», όπως ονομάστηκε, μαζί με τους πανεπιστημιακούς Ιωάννη Κακριδή, Ιωάννη Καλιτσουνάκη αλλά και τον φωτογράφο Κωνσταντίνο Κουτουλάκη, συνέταξε μία έκθεση σχετική.

  Η φρίκη και η βαρβαρότητα των Γερμανών κατά την εισβολή στα χωριά της Κρήτης ιδωμένη μέσα από το βλέμμα του Νίκου Καζαντζάκη, το καλοκαίρι του 1945, προκαλεί ατελείωτη οδύνη ακόμη και σήμερα και τα λόγια του σε αυτές τις περιγραφές κόβουν την ανάσα. Δύο παραδείγματα:

«ΚΑΝΤΑΝΟΣ. […] Μετά την γενικήν λεηλασίαν ὅλαι αἱ οἰκίαι τοῦ χωρίου ἐκάησαν ἤ ἀνετινάχθησαν διά δυναμίτιδος. […] Ἐν τῷ μεταξύ ἀπεφασίσθη ἡ περιοχή τῆς Καντάνου νά καλλιεργηθῇ διά λογαριασμόν τοῦ Ράϊχ.

ΑΛΙΚΙΑΝΟΣ Εἰς τάς 2/6 προέβησαν εἰς τήν ἐκτέλεσιν 42 ἀνδρῶν ἐντός τοῦ περιβόλου τῆς ἐκκλησίας καί ἐνώπιον τῶν ὑποχρεωτικῶς συγκεντρωμένων ἐκεῖ γυναικῶν. […] Πολλοί ἐτάφησαν ζῶντες ἀκόμη[…]»

Ζ. ΚΑΤΑΚΛΕΙΔΑ ΣΤΟΝ Β΄  ΠΑΓΚ. ΠΟΛΕΜΟ

  Ειρήνη και Πόλεμος είναι καταστάσεις αλληλένδετες και συνεχόμενες. Το τι γινόταν στον πόλεμο εξαρτιόταν από το τι γινόταν στην ειρήνη, και τούμπαλιν. Είναι μια κυλιόμενη σκάλα που ανεβοκατεβαίνει συνεχώς. Υπ’ αυτή την έννοια  η ιστορία επαναλαμβάνεται. Μελετώντας το πλούσιο σε δεδομένα ψυχοπαθολογίας έργο του Βασίλη Τζανακάρη «Η Ελλάδα φλέγεται – Από την είσοδο των Γερμανοβουλγάρων στη ματωμένη Αθήνα των Δεκεμβριανών», φέρνουμε στη μνήμη όσα διαβάσαμε στο Θουκυδίδη, όπου ο πόλεμος είναι το αποκορύφωμα προηγούμενων ‘ειρηνικών’ καταστάσεων που σταδιακά μεταλλάχθηκαν σε πόλεμο. Βλέπουμε  τον ξεπεσμό των αξιών, την προσωπικότητα των πολιτικών (π.χ. Κλέων) που έρρεπε στα έκτροπα και στα παθολογικά. Ο γείτονάς μας είναι ο αυριανός, πιθανός εχθρός – ΑΡΑ: φά’τον πρώτος για να μη σε φάει αυτός. Προβληματιζόμαστε ακολουθώντας τη θουκυδίδεια πεποίθηση για την ανθρώπινη φύση : «γι­γνό­με­να μὲν καὶ αἰ­εὶ ἐ­σό­με­να, ἕ­ως ἂν ἡ αὐ­τὴ φύ­σις ἀν­θρώ­πων ᾖ».

  Αναρωτιόμαστε τι μας οδηγεί ώστε να θέλουμε – να προετοιμάζουμε θελητά ή αθέλητα –  τον πόλεμο. Αυτή η διάθεσή μας να μπούμε σε πόλεμο ή να μην τον σταματούμε ποτέ, θα μπορούσε να περιοριστεί, αν κατορθώναμε  να γνωρίσουμε και να επανερμηνεύσουμε την ταυτότητά μας. Αν αντιληφθούμε ότι σε πρώτο επίπεδο είμαστε ανθρώπινες υπάρξεις εκ φύσεως έξυπνοι και καλοί,  και μόνο σε δεύτερο επίπεδο είμαστε τα μέλη της μιας ή της άλλης ομάδας. Συνυπάρχουμε στην ομάδα μας χωρίς να αντιπαρατιθέμαστε κατ’ ανάγκην με τις άλλες ομάδες. Ο άνθρωπος έτσι δεν κυριαρχείται από μνησικακία και επομένως παύει να υποφέρει από ένα συναίσθημα ανωτερότητας / κατωτερότητας. Τα βήματα: εκτόνωση όσων μας πλήγωσαν ατομικά και συνολικά, γνώση και εκτίμηση του εαυτού μας και κοινωνική δικαιοσύνη.

  Το βιβλίο αυτό του Βασίλη Τζανακάρη εκτός από εγχειρίδιο γενικής και τοπικής ιστορίας, ένα και εργαλείο για ατομική συλλογική εκτόνωση. Με την εκτόνωση μπορεί να αλλάξει η θουκυδίδεια «φύ­σις ἀν­θρώ­πων», αν διαρκώς σβήνουμε όσο γίνεται τις πληγές και τις οδύνες που μας θολώνουν το μυαλό.

*

  Ολοκληρώνοντας  θα παρουσιάσουμε συνοπτικά την ιστορία της δεκαετίας 1941 – 1949 και τι ακολούθησε.

  Από το 1941 αρχίζει για την  Ελλάδα τριπλή κατοχή [Γερμανοί, Ιταλοί και Βούλγαροι στην Ανατ. Μακεδονία και Θράκη].

  Υπάρχει πλήρης οικονομική εξάντληση της χώρας, ενώ εμφανίζεται και δρα η «μαύρη αγορά». Ο λαός όμως οργανώνει την αντίστασή του.

  Στις 11 Σεπτεμβρίου 1941 οργανώνεται ο ΕΔΕΣ, κατόπιν η ΕΚΚΑ και  στις 28 Σεπτεμβρίου 1941 το ΕΑΜ. Οι οργανώσεις άμεσα χτυπούν τους καταχτητές, μακροπρόθεσμα όμως αγωνίζονται για μια δικαιότερη ελεύθερη Ελλάδα.

  Η αντίσταση παίρνει μορφή λαϊκής εξέγερσης. Το Φεβρουάριο 1942 ιδρύεται ο ΕΛΑΣ  (αντάρτικα σώματα) με αρχηγό τον ΄Αρη Βελουχιώτη.

  Απελευθερώνονται ολόκληρες περιοχές που οργανώνονται και μάχονται κατά των κατακτητών. Στις 25 Νοεμβρίου 1942 όλες οι αντιστασιακές οργανώσεις ανατινάζουν τη γέφυρα του Γοργοπόταμου. Οι νέοι επίσης οργανώνονται και μάχονται, το Φεβρουάριο του 1943 ιδρύεται η ΕΠΟΝ. Οι κατοχικές κυβερνήσεις και τα ‘τάγματα ασφαλείας’ χτυπούν την αντίσταση. Από τα μέσα του 1943 παρατηρούνται έριδες μεταξύ των τριών αντιστασιακών οργανώσεων, επειδή ο ΕΛΑΣ  κατευθύνεται από το ΚΚΕ . Η κατάσταση φτάνει σε ανοιχτή σύγκρουση. Στις 10 Μαρτίου 1944 το ΕΑΜ δημιουργεί την ΠΕΕΑ, την κυβέρνηση της Ελεύθερης Ελλάδας. Διοργανώνονται εκλογές και συγκαλείται το «Εθνικό Συμβούλιο» στο χωριό Κορυσχάδες Ευρυτανίας – βουλή των υπόδουλων Ελλήνων. Έχουμε, λοιπόν, τη νόμιμη κυβέρνηση του Καΐρου και την κυβέρνηση του Βουνού – ΠΕΕΑ. Οι Άγγλοι δεν επιτρέπουν τον πρωθυπουργό Τσουδερό να παραιτηθεί, ώστε να γίνει κυβέρνηση εθνικής ενότητας , όπως ζητούσε η ΠΕΕΑ.

  Γίνεται ανταρσία των στρατιωτών που συμφωνούσαν με την ΠΕΕΑ, τελικά παραιτείται ο Τσουδερός, αναλαμβάνει ο Σοφοκλής Βενιζέλος και στις 27 Απριλίου 1944 ο Γεώργιος Παπανδρέου, που συγκαλεί διάσκεψη στο Λίβανο με αντιπροσώπους όλων των πλευρών. Η συμφωνία του Λιβάνου οδηγεί σε νέα αντιπροσωπευτική κυβέρνηση στις 3 Σεπτεμβρίου 1944. Στις 12 Σεπτεμβρίου 1944 φεύγουν οι Γερμανοί και στις 18 φτάνει στην Ελλάδα η εθνική κυβέρνηση.

  Από το Δεκέμβριο 1944, με την επέμβαση των ΄Αγγλων , εκδηλώνεται εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των δύο πλευρών των ελλήνων, εμφύλιος που τελειώνει το 1949 με ήττα των ανταρτών που είχαν ακολουθήσει την αριστερά και το ΕΑΜ / ΕΛΑΣ. Οι Άγγλοι στην αρχή και οι Αμερικανοί (ΗΠΑ) στη συνέχεια έπαιξαν βρώμικο ρόλο σε όλες τις φάσεις του εμφυλίου πολέμου.

*

   Θα προσεγγίσουμε τη Βουλγαροκρατία στη Θράκη από δύο πλευρές.  Η Μαρία Νικολάου [«Όψεις του δωσιλογισμού στη Θράκη», σελ. 231, Κομοτηνή, 2012] γράφει:  «Μετά την είσοδο της Βουλγαρίας στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, στο πλευρό των δυνάμεων του Άξονος, οι βουλγαρικές προσπάθειες είχαν ως αποτέλεσμα τη στρατιωτική κατοχή εδαφών, τόσο της Δυτικής Θράκης, όσο και της Ανατολικής Μακεδονίας. […] Ήταν η τρίτη φορά μέσα σε διάστημα μιας γενιάς, που έρχονταν οι Βούλγαροι στον τόπο και η πείρα των κατοίκων ήταν τραγική. Ενώ στην υπόλοιπη χώρα λειτουργούσαν οι – κατοχικές έστω – ελληνικές αρχές, η Ανατολική Μακεδονία και η Θράκη αποτελούσαν τις «Νέες Χώρες» του βουλγαρικού κράτους με την ονομασία Μπελομόριε. Απώτερος σκοπός της Βουλγαρίας ήταν η de jure προσάρτησή τους στο βουλγαρικό κράτος» (σελ. 24-25).

   Θεωρώ απαραίτητο να αναφερθώ σε ένα σημαντικό έργο της ποιήτριας Ελένης Δημητριάδου Εφραιμίδου, με τίτλο «Γκέρα», σελ. 196, εκδόσεις Σαιξπηρικόν, 2020, που περιέχει εικοσιοκτώ διηγήματα αναφερόμενα στη βουλγαρική κατοχή της Θράκης κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Τούτο το βιβλίο αποτελεί μία κατάθεση πολυσήμαντη και, θα τολμούσα να πω, πρωτοποριακή. Καταφέρνει να συνδυάσει πολλές πλευρές και πολλές προσεγγίσεις ενός και του αυτού θέματος: της Βουλγαροκρατίας της ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης. Γλωσσικά και Λαογραφικά στοιχεία, ψυχογράφηση τριών κυρίως λαών: Ελλήνων, Βουλγάρων, Τούρκων, ενδοσκόπηση και διαφοροποιήσεις μέσα σε κάθε λαό. Πρόκειται για αφηγηματικό λόγο, εμπλουτισμένο με ιστορικά, βιωματικά, γλωσσολογικά, λαογραφικά στοιχεία.

  Κάποιες πλευρές της βουλγαρικής κατοχής: «Κάποιος βουλγαρογραμμένος απ’ το χωριό τους κάρφωσε, τους πρόδωσε για λίγα αργύρια φτηνά». Το ψωμί που μοίραζαν είχε μέσα γυαλιά, μου έλεγε η μητέρα. Διαβάζουμε στο βιβλίο κάτι που μου έκανε τρομερή εντύπωση για τον βουλγάρικο ρατσισμό και τις βαθύτερες βλέψεις των κατακτητών: Καλαμποκίσιο ψωμί διέθεταν με γυαλιά στους Έλληνες, σταρίσιο χωρίς γυαλιά σε Αρμένιους, Τούρκους, Γύφτους. «Ειδωλολάτρες γίναμε και προσκυνάμε το καλαμπόκι και την μπομπότα. Οφθαλμαπάτες έχουμε τα βράδια. Βλέπουμε ν’ αχνίζει ζεστό ψωμί στο τραπέζι, να μοσχοβολάει λίγο κατσαμάκι στο ταψί, να χαμογελάνε τα παιδιά ευχαριστημένα, αλλά πού!».

*

  Κλείνουμε με μια γενική εκτίμηση της μεταπολεμικής περιόδου. Η Ελλάδα βγήκε από τον εμφύλιο με βαριά ηθικά και υλικά τραύματα. Χιλιάδες νεκροί, χιλιάδες επίσης φεύγουν στην ανατολική και κεντρική Ευρώπη. Χειρότερο, όμως, είναι το ιδεολογικό, πολιτικό, πολιτιστικό χάσμα που χωρίζει τους Έλληνες. Πολλοί αριστεροί και συμπαθούντες εκτελούνται ή εξορίζονται. Ήδη από το 1951 πολλοί είναι αυτοί που καταλαβαίνουν ότι πρέπει να κλείσει αυτό το χάσμα. Ταυτόχρονα οι συμμαχικές δυνάμεις απροκάλυπτα επεμβαίνουν στα εσωτερικά της χώρας μας, συντηρώντας αυτό το μετεμφυλιακό κλίμα. Να επαναλάβουμε ότι ο κόσμος μετά το β΄ πόλεμο χωρίζεται σε δύο στρατόπεδα : ΗΠΑ – Σοβιετική Ένωση και οι σύμμαχοί τους, ενώ επικρατεί ανάμεσά τους ο Ψυχρός πόλεμος, που συχνά φτάνει να γίνει θερμός και ένοπλος. Το σκηνικό αυτό αλλάζει στην τελευταία δεκαετία του 20ου αιώνα, με τη διάλυση του σοβιετικού μπλοκ.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, 28Η ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ 2022