Του Θανάση Μουσόπουλου

Πριν από σαράντα χρόνια, το 1982, το Κέντρο Μαρξιστικών Ερευνών πραγματοποίησε Επιστημονικό Διήμερο με θέμα τη Μικρασιατική Πληγή του 1922. Τα πρακτικά της διημερίδας  περιλαμβάνονται στο βιβλίο «Η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή» (εκδ. Σύγχρονη Εποχή, 1983, σελ.  118.

Η κυρίαρχη ματιά των εισηγήσεων και παρεμβάσεων εστιάζεται  στις οικονομικές διαστάσεις  των θεμάτων που συνδέονται με τα γεγονότα που προηγήθηκαν και ακολούθησαν το τραγικό 1922. Στο κείμενό μου θα παρουσιάσω τις βασικές θέσεις των εισηγητών, παράλληλα όμως στο πρώτο μέρος θα προσεγγίσω τα ζητήματα με τη βοήθεια και άλλων επιστημόνων.

*

    Η πρώτη εικοσαετία του 20ου αιώνα για την Ελλάδα ήταν πλήρης  γεγονότων: Μακεδονικός και Θρακικός Αγώνας, Βαλκανικοί πόλεμοι, Α΄ παγκόσμιος πόλεμος και στη συνέχεια η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή.

Τους Βαλκανικούς πολέμους τους αντιμετώπισε χωρίς να κλονιστεί η εθνική οικονομία. Ταυτόχρονα ενσωματώθηκαν στην Ελλάδα πλούσιες περιοχές (Ήπειρος, Δυτική και Κεντρική Μακεδονία, Νησιά του Αιγαίου, Κρήτη) και εκατομμύρια νέοι κάτοικοι. Τα εδάφη της αυξήθηκαν κατά 70% περίπου (από 65.000 σε 108.800 τετρ. χλμ.) και ο πληθυσμός της κατά 80% (από 2.700.000 σε 4.800.000 κατοίκους). Το κυριότερο όμως ήταν οι νέες οικονομικές προοπτικές.

Το 1915 στιγματίστηκε από τον λεγόμενο Διχασμό,  τη δημιουργία της κυβέρνησης της Εθνικής Άμυνας στη Θεσσαλονίκη και τη διάσπαση της χώρας σε δυο ουσιαστικά κράτη, τον συμμαχικό αποκλεισμό και τις συγκρούσεις, που είχαν μεγάλο οικονομικό και κοινωνικό κόστος και υπονόμευσαν πολλά από τα κεκτημένα της προηγούμενης περιόδου.  Το 1917 με την επέμβαση των συμμάχων ενοποιήθηκε η χώρα. Τότε έγινε ένας δανεισμός από τους συμμάχους που ήταν καταστροφικός για το μέλλον της Ελλάδας.

Η Γαλλία, η Μεγάλη Βρετανία και οι ΗΠΑ ενέκριναν μεγάλα δάνεια «θεωρητικά». Το ποσά των δανείων δεν εκταμιεύτηκαν ούτε δόθηκαν στην Ελλάδα. Θεωρήθηκαν κάλυμμα για την έκδοση πρόσθετου χαρτονομίσματος, με το οποίο η κυβέρνηση Βενιζέλου θα χρηματοδοτούσε την πολεμική της προσπάθεια.

Όταν το 1920 ο Βενιζέλος έχασε τις εκλογές και  οι  αντίπαλες  φιλοβασιλικές παρατάξεις ανέλαβαν την εξουσία και επανέφεραν τον βασιλιά Κωνσταντίνο, οι Σύμμαχοι απέσυραν την κάλυψη του χαρτονομίσματος.  Ο κρατικός ισολογισμός έκλεινε με παθητικό, ενώ ταυτόχρονα η παρουσία στη Μικρά Ασία εξελίχθηκε σε σκληρό και δαπανηρό πόλεμο. Τον Μάρτιο του 1922 πραγματοποιήθηκε η διχοτόμηση του χαρτονομίσματος.  Το αριστερό τμήμα εξακολουθούσε να κυκλοφορεί στο 50% της αναγραφόμενης αξίας, ενώ το δεξιό ανταλλάχθηκε με ομολογίες του Δημοσίου. Η επιχείρηση στέφθηκε από επιτυχία, το κράτος απέκτησε 1.200.000.000 δραχμές και το πείραμα επαναλήφθηκε το 1926.

*

Θα παραθέσουμε τις απόψεις δύο ιστορικών ενός νεότερου και ενός παλιού.

Πρώτα ένα απόσπασμα  του Παναγιώτη Βαρούτσου, από τη μεταπτυχιακή του διατριβή με θέμα: «Η Μικρασιατική Καταστροφή και η εμπλοκή των Μεγάλων Δυνάμεων» ( 2019). Γράφει:

«Τη στιγμή που ο Βενιζέλος συνειδητοποίησε πως είχε αναλάβει δεσμεύσεις, που όπως  γρήγορα φάνηκε δε διέθετε τα μέσα να πραγματοποιήσει (εξωτερική οικονομική βοήθεια, διαρκή στρατολόγηση, γεωπολιτικό έλεγχο Μικράς Ασίας έναντι τουρκικής ενδοχώρας), η κυβέρνηση και το γόητρο του θα ήταν αδύνατον να αντέξουν μια ενδεχόμενη αθέτηση των δεσμεύσεων του στο εσωτερικό της χώρας».

Ο Σαράντος Καργάκος (Γύθειο Λακωνίας16 Ιουλίου 1937 – Αθήνα14 Ιανουαρίου 2019φιλόλογοςδοκιμιογράφοςιστορικός και συγγραφέας, έγραψε πολλά για όσα πλείστα θέματα. Από σχετικά έργα του θα παραθέσουμε αποσπάσματα για τα θέματα  που ενδιαφέρουν στο παρόν κείμενο.

«Ύστερα από τις γεωλογικές διεργασίες που προκάλεσε στο ιστορικό στρώμα της Υφηλίου η βιομηχανική επανάσταση, μια νέα οικονομική αναγκαιότητα κατευθύνει την πολιτική των Μεγάλων Δυνάμεων: νέες πηγές πρώτων υλών και νέες αγορές. Η δύναμη του κράτους δεν καθορίζεται από την έκταση των συνόρων του αλλά από τη διέκταση της Οικονομίας του. Έκφραση της νεοϊμπεριαλιστικής αυτής πολιτικής είναι η επέκταση του σιδηροδρομικού δικτύου. Οι αντιτιθέμενες τάσεις αποκρυσταλλώνονται σε δύο συμμαχίες: α) Κεντρικές Αυτοκρατορίες (Γερμανία και Αυστρουγγαρία) και β) Εγκάρδια Συνεννόηση ή Entent (Γαλλία, Αγγλία, Ρωσία) […]    Η Συνθήκη των Σεβρών αποτελεί μέγα διπλωματικό επίτευγμα, αλλά η πρακτική της αξία ήταν μηδαμινή. Πιο εύθραυστη κι από τις πορσελάνες της, όπως είπε Γάλλος πολιτικός. Όλα όσα μας παραχωρούσε η Συνθήκη έπρεπε να κατακτηθούν με καινούργιες οικονομικές και ανθρώπινες θυσίες. Αλλά ο ελληνικός λαός ήταν κουρασμένος και εξαντλημένος. Πολεμούσε από το 1912. Και την ώρα που η ειρήνη γινόταν πανανθρώπινο αίτημα, η Ελλάς εμπλεκόταν στο σκληρότερο πόλεμο της Ιστορίας της: τον μικρασιατικό πόλεμο, που έληξε, παρά τους αρχικούς θριάμβους, με μια ταπεινωτική ήττα και με το ξερίζωμα του Μικρασιατικού και Θρακικού Ελληνισμού. Η συνθήκη των Σεβρών, το αποκορύφωμα της επιτυχίας και η Συνθήκη της Λοζάννης που σφραγίζει την τραγωδία, φέρνουν και οι δύο την υπογραφή του Βενιζέλου […] Είχαμε, μετά την ανακωχή του Μούδρου, πολλά «ατού» μια και εμμέναμε στην πολιτική της «συνοικήσεως». Μόνο μια φιλική στάση του Ελληνισμού της Μ. Ασίας και μια φιλική τοποθέτηση της Ελλάδος υπέρ της Τουρκίας, μπορούσαν να εξασφαλίσουν τη «συνοίκηση» και να κρατήσουν τον ελληνικό πληθυσμό στις αρχαίες πατρίδες του […] Έτσι οι Έλληνες χωρίς να το θέλουν έγιναν δημιουργοί του τουρκικού εθνικισμού στη Μ. Ασία και στα νεότερα χρόνια στην Κύπρο. Πέρα απ’ αυτό η ήττα μας ήταν και διπλωματική […] Ενώ ο Κεμάλ κέρδιζε συμμαχίες και αποσπούσε βοήθειες, η Ελλάς έχανε στηρίγματα […] Ο μικρασιατικός πόλεμος φαίνεται επιφανειακά σαν πόλεμος Ελλήνων και Τούρκων. Απλώς αυτοί έδωσαν το κρέας τους για τα κανόνια. Η μικρασιατική εκστρατεία και ο ξεριζωμός του Ελληνισμού, ήταν έργο των ξένων. Η Οθωμανική Αυτοκρατορία, με τις απέραντες εκτάσεις και τ’ ανεξάντλητα κοιτάσματα πετρελαίου (όλος ο σημερινός αραβικός χώρος ήταν υπό την εξουσία του σουλτάνου) βρισκόταν πάντα στο στόχαστρο των ξένων […] Ο μικρασιατικός πόλεμος είναι προέκταση του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, μόνο που έχει περισσότερο μυρωδιά πετρελαίου και λιγότερο μπαρούτη».

*

Θα ολοκληρώσουμε το άρθρο με τα πρακτικά της διημερίδας  του ΚΜΕ που περιλαμβάνονται στο βιβλίο «Η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή».

Ο Δημήτρης Λαζαρίδης, ιστορικός, στο άρθρο «Ο ρόλος του Ιμπεριαλισμού στη Μικρασιατική εκστρατεία»,  σελ. 14 – 37, γράφει:

«Από το φθινόπωρο του 1921 η θέση της Ελλάδας είχε περιέλθει από στρατιωτική, οικονομική και διπλωματική άποψη σε αδιέξοδο (σ. 30) –  Η ελληνική ολιγαρχία ταυτίζοντας τα συμφέροντα του ελληνικού λαού με τα συμφέροντα του αγγλικού ιμπεριαλισμού μετατράπηκε σε πιόνι του, σπρώχνοντας έτσι τη χώρα στη μεγαλύτερη καταστροφή της νεότερης ιστορίας της (σ. 33)».

Ο Χρήστος Τσιντζιλώνης, στέλεχος του τμήματος Ιστορίας της Κ.Ε. του ΚΚΕ, στο άρθρο του «Η Μικρασιατική εκστρατεία και ο ευθύνες της Ολιγαρχίας και των κομμάτων της», σελ. 38 – 57, παρατηρεί:

«Η συμμετοχή της Ελλάδας στο μικρασιατικό πόλεμο δεν μπορεί να θεωρηθεί σαν κάτι το περιστασιακό. Δεν είναι καθόλου τυχαίο το ότι ο ρόλος του κύριου εκτελεστή της αγγλικής πολιτικής στην Εγγύς Ανατολή μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, ανατέθηκε στην Ελλάδα (σ. 39) – Ο Βενιζέλος όχι μόνο δέχθηκε όσα του σύστησε ο Τσώρτσιλ αλλά και ανέλαβε να αποκαταστήσει την τάξη σε έκταση επταπλάσια απ΄ ό,τι προέβλεπε η Συνθήκη των Σεβρών (σ. 46) – Η Μικρασιατική Καταστροφή […] έδειξε με τον πιο τραγικό τρόπο τα ολέθρια αποτελέσματα από τη συμμετοχή της Ελλάδας στους πολεμικούς συνασπισμούς  και τις πολεμικές περιπέτειες των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (σ. 54).

Ο Σπύρος Δ. Λουκάτος, 1915–2014) ιστορικός, ερευνητής, συγγραφέας, καθηγητής, αγωνιστής της Εθνικής Αντίστασης,  στο άρθρο του «Οι Μεγάλες Δυνάμεις και η Μικρασιατική καταστροφή», σελ. 58 – 78, τονίζει:

«Ο Κεμάλ είχε κερδίσει πολύ χρόνο με τις παλινδρομήσεις της  πολιτικής των μεγάλων δυνάμεων και είχε πετύχει να συγκροτήσει ικανό και καλά εξοπλισμένο και οργανωμένο στρατό. (σ. 69) – Από τη μια μεριά ενθαρρύνανε την Ελλάδα σε στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά του Κεμάλ και από την άλλη τον εξόπλιζαν και υπέγραφαν συμφωνίες μαζί του (σ. 72) – Η πολιτική αυτή, κυβερνήσεων και κομμάτων δεν είναι πολιτική εθνική, αλλά πολιτική εξάρτησης, υποτέλειας και υποταγής  στις ξένες μεγάλες δυνάμεις, που έρχονταν σε αντίθεση με τα εθνικά συμφέροντα. (σ. 75)».

Ο Γιώργης Δ. Κατσούλης, που εξέδωσε πολύτομη Οικονομική Ιστορία Νεότερης Ελλάδας, στο άρθρο του «Οι οικονομικές και δημοσιονομικές συνέπειες της Μικρασιατικής καταστροφής», σελ. 79 – 85, γράφει:

«Η Μικρασιατική Καταστροφή δημιουργεί μέσα σε τρία μόνο χρόνια (1921 – 1923) τριπλασιασμό του τιμαρίθμου. Η πληθωριστική αυτή κατάσταση θίγει ιδιαίτερα τους εργαζόμενους εξανεμίζοντας το εισόδημά τους, γιατί ενώ ο τιμάριθμος τριπλασιάζεται, τα ημερομίσθια αυξάνονται μόλις 50%. (σ. 80) –  Αυξάνεται στο τριπλάσιο (μεταξύ των ετών 1921 – 1923) ο αριθμός των γυναικών στη βιομηχανική παραγωγή.  Τα ημερομίσθιά τους κυμαίνονται σε ποσοστό 50 – 30 % κατώτερο των ανδρικών (σ. 81) – Το εθνικό εισόδημα διπλασιάζεται ενώ η μερίδα σ’ αυτό των εργαζομένων δεν παρουσιάζει παρά αύξηση όχι περισσότερη από 20% (σ. 82) –   Μια απ’ τις συνέπειες της Μικρασιατικής Καταστροφής ήταν ν’  ανοιχτούν διάπλατες οι πόρτες στο ξένο κεφάλαιο (σ. 83) – Αυξάνεται η εξάρτηση της χώρας, πολιτικά και οικονομικά, απ’ το ξένο κεφάλαιο. Οι χρηματικοφορολογικές συνέπειες (φόρος – υποτιμήσεις – πληθωρισμός) πλήττουν τα λαϊκά στρώματα (σ. 85)».

Ο Βασίλης  Φίλιας, (22 Οκτωβρίου 1927 – 13 Φεβρουαρίου 2018Έλληνας κοινωνιολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου στο έργο του «Κοινωνία και εξουσία στην Ελλάδα» και στην παρέμβασή του στη διημερίδα «Ο χαρακτήρας και ο ρόλος της αστικής τάξης στη Μικρασιατική εκστρατεία», σελ. 86 – 89 τονίζει: «Μόνιμα το ξένο κεφάλαιο είχε άμεσο έλεγχο των δημοσίων οικονομικών της χώρας μέσω των επενδύσεων χαρτοφυλακίου, δηλαδή του δημόσιου δανεισμού (σ. 89)»

 

Τέλος ο Γιάννης Δελλαγραμμάτικας, οικονομολόγος ιστορικός,  στην εισήγησή του «Τα οικονομικά της Μικρασιατικής εκστρατείας», σελ. 90 – 118, αναφέρει πολλά στοιχεία για το θέμα που μας ενδιαφέρει.  Επιλέγουμε κάποιες επισημάνσεις του:

«Σε ένα χοντρικό υπολογισμό θα διαπιστώσουμε, από το 1914 ως τον οικονομικό χρόνο 1924 – 25, αύξηση των έμμεσων φόρων κατά 31 φορές. Στην εξεταζόμενη πολεμική περίοδο φορολογούνταν τα μικρά εισοδήματα κι έμεναν αφορολόγητα τα μεγάλα. Αφορολόγητα έμεναν τεράστια έκτακτα πολεμικά κέρδη, ακόμα και τα μυθώδη κέρδη των εφοπλιστών! […] Αργότερα και οι δυο παρατάξεις, βενιζελικοί και κωνσταντινικοί άφησαν ουσιαστικά αφορολόγητα αυτά τα κέρδη  (σ. 96-7) – [Όλα τα γεγονότα  επιβεβαιώνουν την]   Ορθότητα της διαπίστωσης για κοινές ευθύνες των κομμάτων της ελληνικής άρχουσας τάξης για την πολιτική που ασκήθηκε στην πολεμική περίοδο 1914 – 1922 με κατάληξη τη Μικρασιατική Καταστροφή. (σ. 101).

Ενδιαφέρον παρουσιάζει  η εξής αναφορά:

«Ο μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή υπουργός Οικονομικών Γ. Κοφινάς (αναφέρει): «Εμπλακούσα η Ελλάς εις τον ανταγωνισμόν των ευρωπαϊκών δυνάμεων κατά τα έτη 1915-16 αλλοίωσε το νομισματικόν της σύστημα, εκδίδουσα τραπεζογραμμάτια έχοντα ως κάλυμμα απλώς και μόνον πιστώσεις των εμπολέμων ξένων χωρών χωρίς να γίνεται παραμικρά καταβολή εις ξένον νόμισμα. Αι συμμαχικαί πιστώσεις κατά μικρόν μόνον μέρος επραγματοποιήθησαν, ηκυρώθησαν υπό των δυνάμεων την 8 Δεκεμβρίου 1920. Τα βάρη του πολέμου έφερε εξ ολοκλήρου ο ελληνικός λαός, άνευ εξωτερικής επικουρίας» (σ. 115) –  Η εξαπάτηση της Ελλάδας με τις «λογιστικές πιστώσεις», η πολύμορφη της εκμετάλλευση από το «συμμαχικό» ιμπεριαλισμό  στα πολεμικά χρόνια, συνέβαλε οπωσδήποτε στις διαστάσεις που πήρε ο πληθωρισμός στην Ελλάδα. Δίπλα σ’ όλες τις άλλες θυσίες αίματος και καταστροφές ήταν κι αυτό μια συνέπεια της εξάρτησης της Ελλάδας από το διεθνή ιμπεριαλισμό και της ουσιαστικής αποδοχής απεμπόλησης απ’ τα πολιτικά κόμματα των ιθυνουσών τάξεων αυτής της εθνικής υποτέλειας (σ. 116)».

*

Η Μικρασιατική Πληγή του 1922 είναι μια τομή στην πορεία του Ελληνισμού. Οι Οικονομικές διαστάσεις είναι πολύ σημαντικές, από τη στιγμή που δεχόμαστε τη βαθιά σχέση ανάμεσα σε όλα  τα επίπεδα (φυσικό, οικονομικό, πολιτικό, κοινωνικό, πολιτιστικό).

Σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο οι συνέπειες  των Μικρασιατικών φτάνουν ως τις μέρες μας…