Για τον κίνδυνο ενεργοποίηση ενός αχαρτογράφητου σεισμικού ρήγματος στην περιοχή μεταξύ Ξάνθης και Καβάλας κάνει λόγο δημοσίευμα της εφημερίδας “Χρονόμετρο” της Καβάλας, που βασίζεται σε δηλώσεις σεισμολογων, προσφατες γεωλογικές μελέτες καθώς και ιστορικά στοιχεία. Παρότι η συζήτηση απέχει πολύ από το να θεωρηθεί κάτι δεδομένο και επικίνδυνο, το σημείο που εντοπίζεται ως πιθανό αφορά την περιοχή γύρω από το Νέστο ανάμεσα στα βουνά της Λεκάνης και τα βουνά της Δ.Ε. Σταυρούπολης.

Η συζήτηση δεν είναι καινούρια καθώς τα ευρήματα ήρθαν στην επιφάνεια για πρώτη φορά το 2018 μετά τη γεωλογική  μελέτη που έκανε η κοινοπραξία του αγωγού φυσικού αερίου ΤΑP  και η οποία εντόπιζε  ρηξιγενή ζώνη στην περιοχή της ΑΜΘ και επίσης πιθανό σεισμικό ρήγμα στην περιοχή Ξάνθης-Ροδόπης, στην περιοχή Σαππών και στα Λουτρά Έβρου.

Αναλυτικά το δημοσίευμα:

Το περασμένο μήνα ξεκίνησε μια σειρά σεισμών, πρώτα με επίκεντρο την θαλάσσια περιοχή νότια του Αγ. Όρους και έντασης 4,1 Rixter, ο οποίος αφενός ταρακούνησε την Καβάλα και αφετέρου ήρθε να μας θυμίσει ότι στην ζωή μας υπάρχουν και οι σεισμοί. Φαίνεται ότι το μήνυμα δεν ήταν αρκετά ηχηρό και ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες και άλλοι σεισμοί σε περιοχές κοντινότερες, συγκεκριμένα σημειώθηκε ο επόμενος στο Σύμβολο όρος, νοτιοδυτικά της Φωλιάς και είχε ένταση 3,2 Rixter, ο οποίος επίσης έγινε ιδιαίτερα αισθητός στην πόλη της Καβάλας. Η σεισμική δραστηριότητα, ασυνήθιστα πυκνή για την περιοχή μας, δεν σταμάτησε εκεί, καθώς την επομένη, είχαμε δυο συνεχόμενες σεισμικές δονήσεις, στα ορεινά της Καβάλας, βόρεια από την Λημνιά, με ένταση 3 και 2,5 Rixter, οι οποίοι έγιναν ιδιαίτερα αισθητές στην Καβάλα.

Τέσσερεις σεισμικές δονήσεις σε μια εβδομάδα δεν είναι κάτι συνηθισμένο για τα δεδομένα της περιοχής μας. Γι’ αυτό δικαιολογημένα ανακύπτει το ερώτημα για το πόσο κινδυνεύουμε;  Την απάντηση την δίνουν οι μελέτες για την σεισμικότητα στην περιοχή και τα ενεργά ρήγματα.

Τα πιο πρόσφατα στοιχεία είναι αυτά που δημοσιοποιήθηκαν στο τέλος του 2018, από μελέτη του ΤΑΡ για την σεισμική της περιοχής απ’ όπου διήλθε ο αγωγός. Στην εν λόγω μελέτη υπάρχουν δυο ενεργά ρήγματα, το ένα δυτικά της Καβάλας, στην νότια πλευρά του Συμβόλου όρους, πολύ κοντά στον σεισμό της Φωλιάς, ενώ οι δύο σεισμοί βόρειας της Λημνιάς δεν φαίνεται να έχουν κάποια σχέση με το άλλο πολύ μεγάλο και ιδιαίτερα ανησυχητικό για το μέλλον ρήγμα που βρίσκεται ανατολικά της Καβάλας, το οποίο επεκτείνεται μέχρι τη Θράκη.

Συγκεκριμένα από τη μελέτη διαπιστώθηκε μια μεγάλη ρηξιγενής ζώνη μεταξύ Καβάλας- Ξάνθης- Κομοτηνής, η οποία δεν συνδέεται με κάποιον μεγάλο σεισμό, μέχρι τώρα, όμως τα γεωμορφολογικά στοιχεία εκτιμώνται ως ενδείξεις ότι μπορεί να ενεργοποιηθεί και πιθανά να δώσει μεγάλα μεγέθη.

Σε ό,τι αφορά τον TAP από την κοινοπραξία ζητήθηκε μία εκτίμηση της επικινδυνότητας των ρηγμάτων, που τέμνουν τον αγωγό σε ακτίνα σεισμικής απόκλισης 200 συν 200 χιλιόμετρων και χρησιμοποιήθηκαν όλα τα υπάρχοντα δεδομένα, αυτά που ήταν δημοσιευμένα, όπως και αυτά που δεν ήταν δημοσιευμένα, αλλά είχανε πρόσβαση οι μελετητές π.χ. σεισμικές τομές που έχουν γίνει για υδρογονάνθρακες, αντίστοιχες γεωλογικές τομές κ.λ.π..

Στο πλαίσιο της μελέτης των ρηγμάτων με τους γεωλογικούς χάρτες κλίμακας 1:50.000 διαπιστώθηκε ότι τα χαρτογραφημένα ρήγματα στον ελληνικό χώρο είναι εκατοντάδες και ανάλογα με τον τρόπο χαρτογράφησης και ανάλογα με το πώς ερμηνεύει κανείς τα δεδομένα, μπορεί να οδηγηθεί σε εντελώς διαφορετικά αποτελέσματα. Βλέπουμε, για παράδειγμα, πολλά μικρά ρήγματα χαρτογραφημένα, τα οποία δεν μας είναι χρήσιμα. Το πρόβλημα είναι ότι και οι γεωλογικοί χάρτες και η αποτύπωση των ρηγμάτων ήταν πολύ απλοποιημένα, διαπίστωσαν οι μελετητές.

Η γεωλογική χαρτογράφηση έδειξε πολλά ρήγματα που τέμνουν τον αγωγό και περιοχές που πιθανώς να ήταν προβληματικές για την κατασκευή του, και συγκεκριμένα ανέφερε το κείμενο που δημοσιοποιούσε τα στοιχεία πως μελετήθηκε «μία μεγάλη ρηξιγενής ζώνη μεταξύ Καβάλας- Ξάνθης- Κομοτηνής, στην οποία έχουμε το πρόβλημα ότι δεν συνδέεται σίγουρα με κάποιον μεγάλο σεισμό, όμως τα γεωλογικά, τα γεωμορφολογικά στοιχεία και όλες οι ενδείξεις μας κάνουν να ανησυχούμε».

Μεταξύ των πιθανών σεισμικών πηγών της Θράκη σημαντικότερο είναι το ρήγμα Ξάνθης-Κομοτηνής, το οποίο είναι η ανατολική συνέχεια αυτού της Καβάλας, που οριοθετεί τον ορεινό όγκο της Ροδόπης με την πεδιάδα της Κομοτηνής, όπως επίσης το ρήγμα Σαππών και ιδιαίτερα το παράκτιο ρήγμα Μαρώνειας-Μάκρης, το οποίο ανατολικότερα φτάνει μέχρι την Αλεξανδρούπολη, αλλά και το μεγάλο ρήγμα της τάφρου του βορείου Αιγαίου, νότια της Σαμοθράκης, που αποτελεί μια από τις πλέον ενεργές περιοχές του Ελλαδικού χώρου.

Ουσιαστικά το ρήγμα που γεννάει ανησυχία είναι αυτό που ξεκινάει ανατολικά της Καβάλας, στο σημείο που οριοθετούν τα βουνά της Λεκάνης, τον κάμπο του Νέστου, στους λεγόμενους γιακάδες και εκτείνεται ανατολικότερα.

«Η Θράκη δεν είναι ασεισμική, απλά οι σεισμοί συμβαίνουν σε πολύ αραιά χρονικά διαστήματα», ανέφερε σε δηλώσεις του στην ΕΡΤ Ορεστιάδας ο καθηγητής γεωλογίας του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και πρόεδρος της Ελληνικής Γεωλογικής Εταιρείας, Σπύρος Παυλίδης, που το 2018 μίλησε σε ειδική εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη για τα αποτελέσματα των γεωλογικών ερευνών που προηγήθηκαν της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου TAP.

Θύμισε, μάλιστα, τρεις μεγάλους σεισμούς που έγιναν το 1752 με επίκεντρο πολύ κοντά στη σημερινή Ορεστιάδα, μεγέθους 7,4 βαθμών της κλίμακας Ρίχτερ, το 1893 στη Σαμοθράκη, που ισοπέδωσε τη Χώρα και προκάλεσε ένα τσουνάμι πέντε μέτρων στο νησί και ενός μέτρου στην Αλεξανδρούπολη, το μοναδικό γνωστό τσουνάμι στην ιστορία του βορείου Αιγαίου, αλλά και τον σεισμό του 1829, που προκάλεσε τεράστιες ζημιές στην Ξάνθη και τη Δράμα και λιγότερες στην Καβάλα λόγω του πετρώδες υπεδάφους.

Στο σημείο αυτό να σημειώσουμε ότι στην σημερινή πόλη της Καβάλας όλες οι συνοικίες δεν έχουν την ίδια αντισεισμική θωράκιση από το υπέδαφος, καθώς ορισμένες από αυτές βρίσκονται σε υπέδαφος προσχώσεων ή και μπαζωμένων ρεμάτων.

Πρόσθεσε επίσης τότε ο κ. Παυλίδης ότι «μπορούν να γίνουν εξειδικευμένες μελέτες σε ορισμένες περιοχές, για να είμαστε περισσότερο ήσυχοι», και συμπεριέλαβε σε αυτές και την περιοχή της Θράκης. «Το τελευταίο διάστημα, που δουλέψαμε με τον ΤΑP, και ερευνήσαμε εάν κόβουν τον αγωγό ρήγματα, μελετήσαμε ρήγματα από τους Κήπους, τη Ροδόπη, την Ξάνθη, το ρήγμα της Καβάλας. Χρειάζεται όμως περισσότερο μελέτη. Για την πόλη της Ξάνθης έχει γίνει μία πιο εμπεριστατωμένη μελέτη, δεν έχει γίνει όμως για την Κομοτηνή, που είναι χτισμένη σε χαλαρά εδάφη και πρέπει να τη δούμε περισσότερο», σημείωσε ο καθηγητής Γεωλογίας του Α. Π. Θ.

 

Ένας σεισμός που έγινε αισθητός μέχρι την Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι

Στις 5 Μαΐου 1829 σεισμική δόνηση (Μ=7,3) προκάλεσε πολλές καταστροφές στους νομούς Δράμας, Καβάλας, Σερρών, Ξάνθης και Θεσσαλονίκης. Ο σεισμός έγινε αισθητός έως την Κωνσταντινούπολη και το Βουκουρέστι. Η Δράμα (Χ) καταστράφηκε σχεδόν ολοκληρωτικά, καθώς επίσης και πολλά χωριά του νομού. Επιπτώσεις είχε ο σεισμός αυτός και στην Καβάλα, στις Σέρρες, και στην Θεσσαλονίκη. Οι προσεισμοί ξεκίνησαν τον Απρίλιο και συνεχίστηκαν σε καθημερινή βάση έως τη γένεση του κύριου σεισμού. Ιδιαίτερα ο προσεισμός της 13ης Απριλίου ήταν πολύ ισχυρός και προκάλεσε βλάβες στο ανατολικό τμήμα της πληγείσας περιοχής, στην περιοχή δηλαδή της Ξάνθης. Η πόλη της Ξάνθης σχεδόν καταστράφηκε ενώ βλάβες υπέστησαν μονές της ευρύτερης περιοχής. Στην Ελευθερούπολη 70 σπίτια κατέρρευσαν. Στην Καβάλα και στην Αδριανούπολη βλάβες παρατηρήθηκαν τόσο σε κτίρια όσο και σε ιστορικά μνημεία (κάστρο, μιναρέδες κ.α.). Πιθανότατα – και αυτό γιατί δεν υπάρχουν επαρκεί στοιχεία το επίκεντρο να ήταν στο ρήγμα ανατολικά της Καβάλας, στους Γιακάδες.

Περισσότερα στο xronometro.gr

Θεόδωρος Αν. Σπανέλης