Ως μια ακόμη απόδειξη ότι οι μεγάλες δημόσιες υποδομές πρέπει να παραμένουν υπό δημόσιο έλεγχο, σχολιάζουν το πρόσφατο φιάσκο, ειδικά στην Αττική Οδό, οι εργαζόμενοι της Εγνατίας Οδού σε ανακοίνωσή τους.

Αναλυτικά:

Με αφορμή τις συνέπειες της πρόσφατης χιονόπτωσης στην Αττική και τη Στερεά
Ελλάδα και δεδομένου ότι ως εργαζόμενοι της «Εγνατία Οδός Α.Ε.» διαχειριζόμαστε
– μέσω εργολάβων (και υπεργολάβων ιδιοκτητών μηχανημάτων) – τον
αυτοκινητόδρομο με τις συχνότερες και σφοδρότερες χιονοπτώσεις στην Ελλάδα
(250 χιλιόμετρα της Εγνατίας Οδού στη Δυτική Μακεδονία και Ήπειρο είναι σε
υψόμετρα 600 έως 1200 μέτρα), αισθανόμαστε την υποχρέωση να τοποθετηθούμε
στη δημόσια συζήτηση των ημερών:

Α. Γενικά για τον αποχιονισμό η πρόληψη αποτελεί την βασική και ουσιαστική
υποδομή για την βέλτιστη αντιμετώπιση των έντονων καιρικών φαινομένων και όχι
η επικοινωνιακή διαχείριση. Στην πρόληψη βασικοί πυλώνες είναι:  Ο σχεδιασμός του αποχιονισμού για κάλυψη έντονων καιρικών φαινομένων σε
μεγάλο εύρος της οδού, για μεγάλη διάρκεια και ένταση κατά τόπους. Εδώ να
σημειωθεί ότι για τον σχεδιασμό λαμβάνονται υπόψη με μεγάλη βαρύτητα οι
παράμετροι του κοινωνικού οφέλους εις βάρος της βέλτιστης οικονομικής
διαχείρισης.  Το αξιόμαχο του εξοπλισμού αποχιονισμού και η διαθεσιμότητα του ακόμη και
σε περιόδους που δεν φαίνεται να είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι.  Προσωπικό με εμπειρία ή/και ουσιαστική εκπαίδευση (χειριστές εκχιονιστικών,
ομάδων άμεση επέμβασης, χειριστών κέντρου ελέγχου, υπευθύνων και
συντονιστών αποχιονισμού).

Β. Κατάρριψη της ιδεοληψίας ότι η διαχείριση των υποδομών πρέπει να ανατίθεται
σε ιδιώτες, καθώς το κράτος είτε είναι αναποτελεσματικό, είτε δεν πρέπει να κάνει
τον επιχειρηματία, καθώς αυτή η διαχείριση στοιχίζει περισσότερο στους Έλληνες
φορολογούμενους.
Είναι πρόδηλο μετά και τα γεγονότα των τελευταίων ημερών, που κατέδειξαν την
αναποτελεσματικότητα (το γράφουμε όσο πιο ήπια μπορούμε!) του ιδιώτη
παραχωρησιούχου, και δεν είναι σε καμία περίπτωση πρωτόγνωρα, ότι οι βασικές
υποδομές θα πρέπει να είναι υπό δημόσιο έλεγχο. Όλες οι συμβάσεις
παραχώρησης έχουν συνταχθεί με γνώμονα την εξασφάλιση της κερδοφορίας των
«επενδυτών» και όχι την εξυπηρέτηση των πολιτών, και όταν αυτή η κερδοφορία
δεν επιτυγχάνεται, έρχεται το δημόσιο να τις αναθεωρήσει ή να αποζημιώσει
επιπλέον τους παραχωρησιούχους, πολλαπλασιάζοντας κατά πολύ, το ήδη
αυξημένο κόστος λειτουργίας και συντήρησης Σχετικά με τα παραπάνω, θα είχε
μεγάλο ενδιαφέρον να μάθουμε που κατέληξε το πόρισμα της ανεξάρτητης
πραγματογνωμοσύνης που ανέθεσε το Υπουργείο Μεταφορών και Δικτύων σε μεγάλο διεθνή οίκο, σχετικά με το κόστος λειτουργίας και συντήρησης της Αττικής
Οδού. Πάντως, με βάση εκτιμήσεις προκύπτει ότι το κόστος λειτουργίας και
συντήρησης είναι πολλαπλάσιο από το αντίστοιχο της Εγνατίας Οδού.
Επίσης, ακόμη και οι συμβάσεις που το όφελός τους έχει ξεπεράσει κάθε προσδοκία
εσόδων (όπως η Αττική Οδός), ο παραχωρησιούχος ενώ διεκδικεί επιπλέον κέρδη
λόγω απώλειας από την πανδημία, δεν αναλαμβάνει να κάνει περισσότερα από τις
συμβατικές υποχρεώσεις του, όταν οι συνθήκες γίνονται κρίσιμες.
Δυστυχώς, οι συμβασιοποιημένες υποχρεώσεις είναι περιορισμένες, με σκοπό να
κάνουν πιο θελκτικές τις παραχωρήσεις.

Στην Εγνατία Οδό οι εργαζόμενοι γνωρίζουν τις δυσκολίες και δεν αποκλείουν την
πιθανότητα τα καιρικά φαινόμενα να δημιουργήσουν αντίξοες συνθήκες στην
διέλευση των χρηστών, αλλά ο μηχανισμός της αποτελεί ένα δημόσιο εργαλείο που
μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιείται όχι μόνο για την εξυπηρέτηση της ασφάλειας
της οδού, αλλά και όπου υπάρχει κοινωνική ανάγκη. Αναρωτιόμαστε γιατί δεν έγινε
αυτό στην παρούσα συγκυρία; Επίσης, τα κέρδη από την χρήση της Εγνατίας οδού,
αποτελούν δημόσια έσοδα σήμερα και μπορούν να επιστραφούν στην κοινωνία είτε
ως δημόσιες επενδύσεις είτε ως έσοδα του προϋπολογισμού και όχι να
προστίθενται στα κέρδη των ιδιωτών. Απ ́ ότι αποδεικνύεται πια και από τα γεγονότα, οι βασικές υποδομές πρέπει να είναι υπό δημόσιο έλεγχο για να επιτελούν τον κοινωνικό τους ρόλο και όχι έναν ακόμη μηχανισμό κερδοφορίας ολίγων εις βάρος των Ελλήνων πολιτών.