Η ΠΡΩΤΗ ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ «ΟΙ ΠΡΩΤΕΣ ΦΛΟΓΕΣ» ΤΟΥ ΣΤΕΦΑΝΟΥ ΙΩΑΝΝΙΔΗ (1923 – 2001)

Του Θανάση Μουσόπουλου

Ο Στέφανος Ιωαννίδης έφυγε από τούτη τη ζωή την 1η Μαΐου του 2001. Πέρασαν ήδη είκοσι χρόνια. Η πνευματική του παρουσία στην εικοσαετία αυτή είναι σημαντική. Πιστεύω, βέβαια, ότι οφείλουμε όσοι τον γνωρίσαμε και τον καμαρώνουμε ως δάσκαλό μας να εμφυσήσουμε στους νεότερους την ουσία και αξία του έργου του.

Γεννημένος στα πρώτα χρόνια ελεύθερης Ξάνθης και Θράκης πέρασε την εφηβεία στη δύσκολη δεκαετία του Σαράντα. Ο ίδιος με αφοπλιστική ειλικρίνεια (σε μια συνέντευξη του 1986) ομολογεί ότι από το 1940 ως το 1951 «για δέκα χρόνια, όχι μονάχα δεν έγραφα τίποτα, ούτε και διάβαζα τίποτα». Και ακολούθησε ένας αγώνας δρόμου για να καλύψει τον χαμένο καιρό. Το έργο που παρουσιάζει αμέσως μετά είναι καρπός αυτού του αγώνα.

Σε ένα κείμενό μου σημειώνω σχετικά: «Έχω την πεποίθηση ότι το ‘μόνον της ζωής του ταξίδιον’ ήταν το ένδον πέταγμα, που εκφράστηκε με τα ημερολόγια, τα ποιήματα, τις ζωγραφιές, τα διαβάσματα, της εφηβικής και μετεφηβικής περιόδου».

Τιμώντας τα είκοσι χρόνια από τη φυγή του Στέφανου Ιωαννίδη θα αναφερθούμε στα πρώτα λογοτεχνικά του έργα, διηγήματα και ποιήματα.

Από τα εφηβικά χρόνια ο Στέφανος αρχίζει να γράφει ποιήματα και διηγήματα. Τα παρουσιάζει όμως στο κοινό στο τέλος της επόμενης δεκαετίας. Στα 1958 έχουμε δημοσιεύσεις ποιημάτων κυρίως σε περιοδικά της επαρχίας: Ηπειρωτική Εστία, Ευβοΐκός Λόγος, Σερραϊκά Γράμματα. Θα επανέλθουμε στην ποίηση, αφού αναφερθούμε στα πρώτα του πεζά.

Λέγει στη συνέντευξη του 1986: «Το έναυσμα, το κίνητρο μού το έδωσε ένας διαγωνισμός επίδοσης επαρχιακής λογοτεχνίας, που είχε προκηρύξει το Υπουργείο Προεδρίας κάπου το 1957. Ξύπνησε μέσα μου ο λογοτέχνης των 17 χρόνων μου».

Κάθισε, έγραψε 12 διηγήματα – ξαναδούλεψε μερικά διηγήματα της εφηβείας – τα υπέβαλε στο διαγωνισμό και πήρε το πρώτο βραβείο, χρηματικό έπαθλο 10.000 δρχ. Με τα χρήματα αυτά το 1958 τύπωσε το πρώτο του βιβλίο με τον συμβολικό τίτλο «Οι πρώτες φλόγες». Έτσι δέθηκε η εφηβική με τη μετεφηβική πορεία.

Τα διηγήματα της συλλογής παρουσιάζουν πρόσωπα απλά, συνήθως βασανισμένα ή ταλαιπωρημένα, κατοίκους της επαρχίας, όχι τόσο αστούς όσο χωρικούς και εργάτες. Το πρώτο διήγημα με τον τίτλο «Το τσακάλι» αναφέρεται στα χρόνια του πολέμου και της αντίστασης. Παρουσιάζονται έντονα ιστορικά και κοινωνικά στοιχεία, με μια σειρά αντιθέσεις (διαφορετική τάξη γυναίκας – γέρου, αντίθεση ανάμεσα σε γυναίκα – άνδρα, μητέρα – παιδί).

Θα έλεγα ότι στο πρώτο αυτό βιβλίο, λίγα χρόνια μετά το τέλος του εμφυλίου, εμφανίζεται η βούληση και κοσμοθεωρία του συγγραφέα, με φιλοσοφική διάθεση, της εποχής εκείνης.

Ένα απόσπασμα από το διήγημα «Ένα σακί κούτσουρα»:

«Άγρια κι άπονη ήταν η μέρα κείνη του Γενάρη. Άγρια κι άπονη, λες, και πήρε την αγριάδα, απ’ τους σκλάβους που ξαπόστειλε κείνος ο τρισκατάρατος τρελός ν’ αλυσοδέσουν τους ανθρώπους […] Την τραγική και άδικη τιμή της πείνας και της καταφρόνιας λίγα τα σπίτια κείνο τον καιρό, που δεν τη ζήσαν. Σκιάζονταν η δυστυχία να τρυπώσει κει μέσα κι από πριν, επί Ελλάδος ακόμα».

Περνάμε στην ποίηση του Στέφανου Ιωαννίδη. Αναφέραμε ότι από τα χρόνια της εφηβείας έγραφε ποίηση. Μετά την αναγκαστική διακοπή, κατά την ίδια περίοδο που δημοσιεύονται «Οι πρώτες φλόγες», είδαμε ότι δημοσιεύονται ποιήματα σε περιοδικά.

Το 1961 δημοσιεύει (πολυγραφημένη) την ποιητική του συλλογή «Πυρωμένη άμμος». Το κλίμα των ποιημάτων ο μεταπολεμικός φόβος και η αγωνία, το δράμα του ανθρώπου στη δεκαετία μετά τον εμφύλιο.

Η αισιοδοξία είναι παρούσα:

«Και να’ ναι άνοιξη, ευφρόσυνης

σοδιάς προμηνύτρα»

Όμως δεν ξεχνά ότι:

«Κι οι ογκόλιθοι θάψαν την ευτυχία του»

Πραγματικά γίνεται «Κολόμβος της επιτυχίας» στα δύσκολα εκείνα χρόνια:

«Είμαστε πολλοί

Μαζί θα χτυπήσουμε τις αμπαρωμένες πόρτες

Θα βαρέσουμε συναγερμό».

Ο ερωτισμός που διαχέεται στην ποίηση του Στέφανου είναι φυσικός και φυσιολατρικός:

«Ολόγυμνοι στον αγέρα

Το κορμί μας κατάσαρκα

Στου ήλιου τον καταρράκτη».

Και τα ποιήματα και η συλλογή διηγημάτων έτυχαν θετική υποδοχή από την κριτική. Ο Τάκης Δόξας για τις Πρώτες φλόγες σε κριτική του σημειώνει ότι ο Στέφανος Ιωαννίδης είναι «ένας κοινωνικός παρατηρητής» ενώ για την Πυρωμένη άμμο γράφει ότι ο ποιητής «δεν φοβάται τη δύναμη των πραγμάτων και τα αντιμετωπίζει θαρραλέα». Συμπληρώνει για τα διηγήματα ότι ασχολείται με «προβλήματα άμεσου και καθολικού ενδιαφέροντος», ενώ για την ποίηση ότι «η θεώρησή του δεν μένει σε μια απλή επιφανειακή εποπτεία, αλλά κάτι ουσιαστικότερο η συμμετοχή του ενός στην αγωνία του συνόλου».

Η θετική κριτική έδωσε στον Στέφανο Ιωαννίδη το κουράγιο και την ώθηση να συνεχίσει το έργο του. Στο χώρο της λογοτεχνίας ακολούθησαν σημαντικά πεζογραφήματα, ενώ στην ποίηση έχουμε μία ακόμη ποιητική συλλογή. Συγκεκριμένα: Πεζογραφία: Τα Παιδιά των Πελαργών (1965), μυθιστόρημα – Το παιχνίδι με το μαγνήτη (1973), μυθιστόρημα – Η Αποκήρυξη (1976), μυθιστόρημα – Οι Ντεγκτσήδες και άλλα διηγήματα (1979) – Είδωλα στον Καθρέφτη (1996), μυθιστόρημα – Ποιήματα 1958-73. Επίσης έχουμε Μετάφραση από τα γαλλικά – 1973, Ποίηση ανάμεσά μας – 13 Ποιητές Νοτιοαφρικανοί Στρατευμένοι.

Ο Στέφανος Ιωαννίδης, εκτός από την άλλη σημαντική προσφορά και παρέμβασή του έχει πλούσιο λογοτεχνικό έργο. Με την ευκαιρία των 20 χρόνων από τη φυγή του την 1η Μαΐου 2001, τον τιμούμε προσεγγίζοντας τη δημιουργία του.

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΟΥΣΟΠΟΥΛΟΣ

ΞΑΝΘΗ, ΠΑΡΑΜΟΝΕΣ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑΣ 2021