Με την προτροπή προς τη Διευθύντρια Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Εύη Στυλιανίδου, να μην προχωρήσει στην υποβολή αιτήματος για μετατροπή κάποιου σχολείου της Ξάνθης σε Πειραματικό, ο Διδασκαλικός Σύλλογος Ξάνθης εκφράζει την ευθεία αντίθεσή του στο ζήτημα που έχει προκύψει μετά την αντίδραση των γονέων του 17ου Δημοτικού της Καλλιθέας, το οποίο προωθείται για να μετατραπεί σε Πειραματικό.

Στην ανακοίνωσή του ο Διδασκαλικός Σύλλογος κατηγορεί την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας ότι κινείται εμμονικά πάνω στο ζήτημα ενώ προηγουμένως δεν έχει εξασφαλίσει ούτε την ασφαλή λειτουργία των σχολικών μονάδων ενώ σημειώνει ότι η διερεύνηση σχολείων, όπου θα μπορούσε να υπάρξει συναίνεση των γονέων, είναι ένα από τα βήματα που ακολουθούνται ενώ επικρίνει σφόδρα το σχεδιασμό που έχει γίνει:

Υπενθυμίζεται ότι παρά τη συνάντηση που υπήρξε μεταξύ γονέων μαθητών του Δημοτικού Σχολείου στην Καλλιθέα και της Διευθύντριας Εκπαίδευσης απέβη άκαρπη και οι γονείς επιμένουν στην αρνητική τους στάση, ειδικά για το γεγονός ότι στο εξής τα παιδιά του συνοικισμού της Καλλιθέας δεν θα μπορούν να φοιτούν στο σχολείο της περιοχής, παρά μόνο με κλήρωση, και θα πρέπει να απορροφηθούν από άλλες σχολεία, κυρίως αυτό του Ευμοίρου, που τους έχει προταθεί.

Αναλυτικά η ανακοίνωση του Διδασκαλικού Συλλόγου:

Στο πλαίσιο υλοποίησης του, καταδικασμένου από την εκπαιδευτική κοινότητα, Ν.4692/2020, το Υ.ΠΑΙ.Θ. προχώρησε στην έκδοση της Υπουργικής Απόφασης 22631/Δ2 με αριθμό Φ.Ε.Κ. 776/26-2-2021 και στη συνέχεια της εγκυκλίου «Πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος των σχολικών μονάδων για χαρακτηρισμό τους ως Πρότυπα και Πειραματικά» (1/3/2021).

Μετά την άρνηση των σχολικών μονάδων να μετατραπούν σε πειραματικές εκτυλίσσεται μια προσπάθεια διερεύνησης  διαθέσεων εκπαιδευτικών και γονέων συγκεκριμένων σχολείων προκειμένου να προταθούν ως πειραματικές από την οικεία Δ/νση Εκπ/σης.  

Όλα αυτά εκτυλίσσονται ενώ η κυβέρνηση δεν  έχει μεριμνήσει για την ασφαλή λειτουργία των σχολείων μέσα στην πανδημία, αλλά αντιθέτως σπεύδει να νομοθετήσει και να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις χωρίς κανένα διάλογο με την εκπαιδευτική κοινότητα. 

Η πολιτική ηγεσία του Υ.ΠΑΙ.Θ. είναι αποφασισμένη και εμμονικά προσανατολισμένη στην εκ βάθρων αλλαγή του χαρακτήρα του δημόσιου σχολείου, όχι με παιδαγωγικά κριτήρια αλλά στηριγμένη σε μια νεοφιλελεύθερη παρωχημένη αντίληψη περί επιβολής καθεστώτος εργασιακής ανασφάλειας για τους εργαζόμενους εκπαιδευτικούς και απουσία ισότιμης αντιμετώπισης των μαθητών.

Στην Υ.Α. 22631/Δ6 στο άρθρο 1 παρ. 2 αναφέρεται ότι  «οι σχολικές μονάδες της δημόσιας πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης καλούνται να υποβάλουν αίτηση για τον χαρακτηρισμό τους ως Π.Σ. ή ΠΕΙ.Σ…». Στην ίδια, όμως, παράγραφο αναφέρεται ότι «ο χαρακτηρισμός δημόσιας σχολικής μονάδας ως Π.Σ ή ΠΕΙ.Σ. μπορεί να πραγματοποιηθεί και έπειτα από αίτηση του Προϊσταμένου της Διεύθυνσης Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης (Διευθυντής Πρωτοβάθμιας ή Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης), στην οποία υπάγεται η προτεινόμενη σχολική μονάδα.». Αυτό σημαίνει ότι οι Δ/ντές-ντριες Εκπαίδευσης μπορούν να προτείνουν, ως μονοπρόσωπα όργανα διοίκησης, τον χαρακτηρισμό δημόσιας σχολικής μονάδας ως «Πειραματικού Σχολείου», αυθαίρετα, χωρίς τη σύμφωνη απόφαση του Συλλόγου Διδασκόντων. 

Η πρόβλεψη καθιστά σαφές αυτό που ήδη εκπορεύεται από κάθε ενέργεια της πολιτικής ηγεσίας του Υ.ΠΑΙ.Θ. και όλοι έχουμε αντιληφθεί. Η μετατροπή των σχολείων της Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης σε πειραματικά δεν στηρίζεται σε ένα οργανωμένο εκπαιδευτικό σχέδιο πολλαπλασιασμού των σχολικών μονάδων που εφαρμόζουν πειραματικές εκπαιδευτικές μεθόδους με μια λογική αναλογικής επέκτασής τους ανά την Ελλάδα.  Ο άναρχος και ευκαιριακός, τρόπος με τον οποίο  επιχειρείται η δημιουργία πρότυπων σχολείων αποδεικνύει πως δεν υπάρχει συνολικός σχεδιασμός και πως μοναδικό μέλημα της κυβέρνησης είναι η αλλαγή του χάρτη της δημόσιας εκπαίδευσης με τρόπο που θα επιφέρει σοβαρές, αρνητικές συνέπειες στα σχολεία, στους μαθητές και στις οικογένειες τους αλλά και στους εκπαιδευτικούς.

Όσες σχολικές μονάδες μετατραπούν σε Πειραματικά σχολεία ουσιαστικά θα βρεθούν σε κυκεώνα  αρνητικών ανακατατάξεων όπως:

1) Μαθητές χάνουν το σχολείο της γειτονιάς τους 

-Η επιλογή των μαθητών που θα φοιτούν στα σχολεία αυτά δε θα γίνεται σύμφωνα με τη διεύθυνση κατοικίας τους, όπως ίσχυε μέχρι τώρα, αλλά με κλήρωση. Οι μαθητές χάνουν το σχολείο της γειτονιάς τους, και γίνεται ανακατανομή των μαθητών στις όμορες σχολικές μονάδες, κάτι που θα επιφέρει αρνητικές συνέπειες στην εκπαιδευτική διαδικασία αλλά και στον οικογενειακό προγραμματισμό. Επιπλέον χάνεται το πολύτιμο στοιχείο του οικείου χώρου, του «δικού μας σχολείου». Εκεί όπου τα παιδιά προετοιμάζονται να φοιτήσουν, φεύγοντας από την οικογενειακή αγκαλιά,  που το θεωρούν φυσική προέκταση του σπιτιού τους, το πλαίσιο για την εμβάθυνση των ανεκτίμητων φιλιών και συνακόλουθα την κοινωνικο- συναισθηματική τους ανάπτυξη. 

-Όλοι οι εκπαιδευτικοί της σχολικής μονάδας χάνουν την οργανική τους θέση, με βάση τα όσα προβλέπονται από το άρθρο 19 παρ. 15 του Ν.4692/2021. Τα σχολεία της γειτονιάς και οι εκπαιδευτικοί τους που αποτελούν την σταθερή ανθρώπινη αναφορά και το ανθρωπογενές στοιχεία της ιστορίας και των αναμνήσεων του κάθε παιδιού και της οικογένειά τους, χάνονται!  Εκπαιδευτικοί με τετραετή θητεία, θα αντικαταστήσουν ανθρώπους που είναι  ενεργά κομμάτια της κοινότητας του σχολείου. Για τους ίδιους τους εκπαιδευτικούς αυτό αποτελεί ένα πολύ σοβαρό βήμα προς τη γενίκευση της ελαστικής σχέσης εργασίας και τη σταδιακή απώλεια των οργανικών θέσεων για το σύνολο των εκπαιδευτικών.

-Τα πειραματικά σχολεία προχωρούν υποχρεωτικά σε εσωτερική και εξωτερική αξιολόγηση καθώς και σε προσωπική αξιολόγηση των εκπαιδευτικών τους μια διαδικασία που ’πόρρω απέχει’ από τη βελτίωση του σχολείου και όπου έχει εφαρμοστεί έχει οδηγήσει σε αυστηρή κατηγοριοποίηση σχολείων, εκπαιδευτικών και μαθητών. Επιπλέον το ωράριο των εκπαιδευτικών μπορεί να αναπροσαρμόζεται κατά τη βούληση του εκάστοτε  Υπουργού.

Η χρηματοδότηση των Προτύπων και Πειραματικών θα γίνεται «από δωρεές, χορηγίες, κληρονομίες, κληροδοσίες και άλλες παροχές τρίτων, καθώς και επιχορηγήσεις από άλλες πηγές». Με άλλα λόγια προβλέπεται από το νομοθετικό πλαίσιο να λειτουργήσουν τα σχολεία με την εμπλοκή και επίσημα των χορηγών, απαλλάσσοντας το κράτος από την ευθύνη λειτουργίας αυτών των σχολείων.  

Είναι επιστημονικά παραδεκτό από την εκπαιδευτική κοινότητα ότι τα πειραματικά σχολεία θα πρέπει να είναι συνδεδεμένα  με τα πανεπιστημιακά ιδρύματα ώστε να  εφαρμόζουν τα προτεινόμενα από αυτά  προγράμματα με βάση την παιδαγωγική έρευνα σε προσδιορισμένο χρονικό πλαίσιο,  σε τυχαίο και αντιπροσωπευτικό δείγμα μαθητών. Η Ομοσπονδία μας η ΔΟΕ ουδέποτε υπήρξε αρνητική απέναντι σε αυτόν τον επιστημονικά πολύτιμο θεσμό, αλλά και ουδέποτε κλήθηκε να καταθέσει προτάσεις σχετικά με τη λειτουργία και τη δομή τους. Τα σχέδια, όμως, της πολιτικής ηγεσίας του Υ.ΠΑΙ.Θ. μας βρίσκουν απόλυτα αντίθετους. Είναι σχέδια ξένα προς την παιδαγωγική, τις ανάγκες των μαθητών και τον χαρακτήρα του δημόσιου σχολείου.

Ως Δ.Σ. του Διδασκαλικού Συλλόγου Ξάνθης,  καλούμε τη Διευθύντρια Εκπαίδευσης να μην προβεί σε καμία υποβολή αίτησης του χαρακτηρισμού των σχολικών μονάδων ως Πειραματικές. 

Ζητάμε από το Υπουργείο Παιδείας να συζητήσει με την ΔΟΕ για το θέμα και μέχρι τότε να σταματήσει κάθε διαδικασία σχετική με αυτό.”