Παράταση του lockdown – με εξαίρεση τα σχολεία – έως το τέλος Φεβρουαρίου και ολικό «σφράγισμα» συγκεκριμένων νομών τα Χριστούγεννα δείχνει η εισήγηση της επιτροπής Τσιόδρα που έχει, αυτή την στιγμή στα χέρια της η κυβέρνηση.

Δεν είναι δεδομένο πως η εισήγηση θα γίνει δεκτή στο σύνολό της, είναι όμως δεδομένη κυβερνητική απόφαση πως ουσιαστικό άνοιγμα της οικονομίας δεν πρόκειται να υπάρξει πριν από την άνοιξη.

H Ξάνθη συμπεριλαμβάνεται στις κόκκινες περιοχές ενώ σύμφωνα με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο «Έχουμε παρατηρήσει»,  όλο αυτό το χρονικό διάστημα της εφαρμογής μέτρων τύπου lockdown σε διάφορες περιοχές της χώρας ότι σε κάποιες περιφερειακές ενότητες είτε δεν πέφτουν τα κρούσματα όσο θα θέλαμε, είτε πέφτουν αργά ή εχουμε κα μικρές αναζωπυρώσεις. Σε τέτοιες περιπτώσεις εάν επιμείνουν τα κρούσματα υψηλά, τότε δεν θα έχουμε άλλη επιλογή παρά ενδεχομένως να πάρουμε ακόμα πιο σκληρά μέτρα για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα μέσα στη διάρκεια των εβδομάδων που έρχονται μέχρι τις 7 Ιανουαρίου».

Οι λόγοι των νέων μέτρων

Οι λόγοι γι αυτή την απόφαση, η οποία θα «επικοινωνείται» προς τους πολίτες τμηματικά και σταδιακά, είναι τρεις:

  • Η έως τώρα καραντίνα των έξι εβδομάδων δεν έχει αποδώσει ούτε στο 50% των στόχων που προσδοκούσαν επιδημιολόγοι και κυβέρνηση: Τα κρούσματα παραμένουν σε τετραψήφιο επίπεδο, η εκτίμηση των ειδικών είναι πως δεν θα έχουν υποχωρήσει στα 500 ημερησίως ούτε έως το τέλος του έτους και η νέα έξαρση τον Ιανουάριο είναι εξαιρετικά πιθανή τόσο λόγω των καιρικών συνθηκών όσο και λόγω του συνδυασμού κορονοϊού και εποχικής γρίππης.
  • Το επιδημιολογικό φορτίο, και η επιβάρυνση του ΕΣΥ, παραμένουν σε ιδιαίτερα υψηλά επίπεδα σε συγκεκριμένες περιοχές και νομούς της χώρας. Ο πανελλαδικός δείκτης μετάδοσης (Rt) έχει υποχωρήσει κάτω από το 1, στο 0,86, όμως εμφανίζει πολύ έντονες αποκλίσεις και διακυμάνσεις ανά περιοχή.
  • Η προσδοκία των εμβολιασμών – εξπρές σε μεγάλη μερίδα του πληθυσμού διαγράφεται εν τη γεννέσει της. Ο ίδιος ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας αναγνώρισε την Τετάρτη ότι, αντί των αρχικών εξαγγελιών για 2.000.000 εμβολιασμούς τον μήνα, τον Ιανουάριο θα είναι δυνατός ο εμβολιασμός μόνον 150.000 πολιτών με πρώτη προτεραιότητα τους υγειονομικούς.