Στο στέκι μου συχνάζει ένας ζητιάνος. Πριν αρκετό καιρό, όταν ξεκίνησε τη ζητιανιά, έμαθα ότι έκανε προσπάθειες απεξάρτησης – όποτε περνούσε του έδινα σίγουρα κάτι ψιλό. Ευαισθητοποιήθηκαν πολλοί – μάζευε σίγουρα στην αρχή ένα πενηντάρικο τη μέρα. Πέρασε λίγος καιρός και άρχισε να εμφανίζεται καθημερινά. Οι ευεργέτες του όμως άρχισαν να μειώνονται και – τελικά – να διαμαρτύρονται. Ο ίδιος του έγινε αγενής και τελικά απεχθής. Οι ευεργέτες του καταλόγισαν την ευθύνη για την κατάντια του και θεώρησαν ότι τους εκμεταλλεύεται. Αυτός που κάποτε συμπονούσαν και αυτός που τώρα νομίζουν ότι το παράκανε και τους εκμεταλλεύεται, ήταν ο ίδιος φουκαράς.

Οι παππούδες μου ήταν πρόσφυγες από τον Πόντο και τη Μικρά Ασία. Την οικογένεια του παππού μου στη Σαμψούντα την έσφαξαν οι Τούρκοι όταν ο παππούς μου ήταν 15 χρονών. Πήγε μια μέρα για να μάθει τη δουλειά με το καραβάνι στα διπλανά χωριά – και έτσι μόνο αυτός γλίτωσε απ’ τη σφαγή. Οι πρόσφυγες γύρισαν στην πατρίδα τους για να γλιτώσουν τη σφαγή. Και η πατρίδα τους είχε κι αυτή κάποια ευθύνη για τη σφαγή και τη γενοκτονία.

Αν και οι πρόσφυγες είναι πάντα μια πρόκληση για την ηθική μας και την ιστορία μας, η σημερινή κατάσταση έχει απολύτως διακριτά χαρακτηριστικά. Η κατάσταση στη Συρία δημιουργήθηκε με ευθύνη του δυτικού κόσμου – ο οποίος πλέον νίπτει τας χείρας του. Ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού που μετακινήθηκε – πάνω από 2,5 εκατομμύρια – το έχει υποδεχτεί η Τουρκία. Η Τουρκία είναι ήδη στο όριό της. Και, σχεδόν όλον τον πληθυσμό που μετακινήθηκε εκτός Τουρκίας τον έχει υποδεχτεί η Ελλάδα. Τις συνέπειες ενός πολέμου που δημιούργησε η Δύση πρέπει να τις υποστεί η Ελλάδα και η Τουρκία. Ήδη ο πόλεμος στην Συρία εξελίχτηκε σε εμφύλιο εξαιτίας της διαχείρισης από την Ρωσία και τη Δύση. Σύντομα, αν δεν τεθεί το θέμα στη σωστή βάση, θα εξελιχτεί σε πόλεμο μεταξύ των θυμάτων αυτού του πολέμου: των προσφύγων, της Ελλάδας και της Τουρκίας.

Όσοι από μας κάνουμε κριτική, πρέπει να έχουμε στο νου μας αυτή την ιστορία και όχι μόνο κάποια στιγμιότυπά της. Οι νησιώτες που έβριζαν προχθές την έγγυο μετανάστρια μπορεί να ήταν οι ίδιοι που καλοδέχτηκαν τους πρώτους πρόσφυγες στο νησί τους. Οι δήθεν πρόσφυγες που περνούσαν καθημερινά τα σύνορά μας στο όνομα του ανθρωπισμού, εξάντλησαν σε μεγάλο βαθμό τα περιθώρια των ευεργετών των προσφύγων – που τώρα, όπως στην περίπτωση του ζητιάνου, εμφανίζονται να εκφράζουν την απέχθειά τους.
Βρισκόμαστε σε μια κρίσιμη καμπή.

Οι προϋποθέσεις να μετατραπούν οι ευεργέτες σε φασίστες είναι πλέον υπαρκτές και απειλητικές. Το θέμα πρέπει να τεθεί σε σωστή βάση δημόσια, διεθνώς και αυστηρά σε αυτούς που δημιούργησαν τις προϋποθέσεις της προσφυγικής κρίσης: Να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Η χώρα πρέπει να διαπραγματευτεί και στην διαπραγμάτευση πρέπει να πάει από θέση ισχύος. Ορθώς, λοιπόν, έκλεισε η κυβέρνηση τα σύνορα. Θα ήταν αδύνατη διαφορετικά οποιαδήποτε διαπραγμάτευση.

Είναι προφανές ότι οι “σύμμαχοί” μας δεν σκοπεύουν να υποδεχτούν οι ίδιοι τους πρόσφυγες. Κατά τη γνώμη μου, είναι επίσης προφανές ότι δεν πρόκειται να τα βάλουν με την Τουρκία που φιλοξενεί το μεγαλύτερο μέρος των προσφύγων. Ας απαιτήσουμε λοιπόν από αυτούς κάτι ρεαλιστικό: Να έρθουν σε συμφωνία με τους στρατηγικούς παράγοντες στην περιοχή και να ανοικοδομήσουν τον τόπο που κατέστρεψαν. Οι πρόσφυγες ανήκουν στην πατρίδα τους, την οποία αυτοί κατέστρεψαν. Είναι τεράστια πλάνη για την κοινή γνώμη αλλά και στρατηγική αστοχία για την εξωτερική μας πολιτική το να εμφανίζεται το προσφυγικό ως μια ελληνοτουρκική διαφορά. Και θα είναι ακόμα χειρότερο αν τελικά καταλήξει μια ελληνοτουρκική διαφορά.

Ο Βασίλης Τσαουσίδης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Ηλεκτρολόγων Μηχανικών του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. Ανάρτηση στο Facebook στις 2/3/20