Oι εκλογές τελείωσαν στην Ξάνθη και, όπως συμβαίνει και κεντρικά, εκτός από το νικητή των εκλογών υπάρχουν θετικά ζητήματα για να αποτιμήσουν και οι ηττημένοι. Όπως συμβαίνει μονοτελειακά όμως όλοι θα πρέπει να αποτιμήσουν και τα αρνητικά, και αυτό δημιουργεί εσωστρέφεια και κριτική για τις κατά τόπους οργανώσεις.

Η ΝΟΔΕ τοπικά κριτικάρεται από τον Τύπο και στελέχη της για το γεγονός ότι σε μια συγκυρία παντοδυναμίας του κόμματος, τοπικά δεν κατάφερε να κερδίσει και ήταν μοναδική “ροζ” περιοχή της Βόρειας Ελλάδας. Και μάλιστα αυτή τη φορά δεν ευσταθεί η δικαιολογία ότι η μειονότητα ανέδειξε το ΣΥΡΙΖΑ γιατί το αποτέλεσμα δείχνει ότι κέρδισε και το Δήμο της Ξάνθης, δηλαδή το κατεξοχήν αστικό και συντηρητικό “κάστρο” της ΝΔ στην περιοχή.

Όμως αν θέλουμε να είμαστε δίκαιοι πρέπει να διαπιστώσουμε ότι η ΝΔ έχει να κερδίσει στο Νομό Ξάνθης από το 2004, ο οποίος ήταν διαδοχικά δύο φορές “πράσινος” και πέντε φορές “ροζ”. Άρα κάποια δεδομένα  κάποιες προβληματικές καταστάσεις προϋπήρχαν. Προφανώς η “Μητσοτακική” πτέρυγα συγκρούστηκε για να διαμορφώσει το δικό της πεδίο, όπως φάνηκε και στις δημοτικές, αλλά όλα αυτά δεν γίνονται χωρίς κόστος.

Κριτική προφανώς υπάρχει στο ΣΥΡΙΖΑ δεδομένης της μεγάλης αναντιστοιχίας των επιλογών της οργάνωσης και του πρώην Υφυπουργού σε δημοτικές και εθνικές εκλογές που τώρα θα κριθούν συνολικά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Δήμος Ξάνθης όπου το κομματικό ψηφοδέλτιο των Δημοτικών πήρε 8% και το  ψηφοδέλτιο των Εθνικών 38% με χτυπητή παντοδυναμία Γιαννακίδη, παίρνοντας  τη νίκη στην πλέον προνομιακή περιοχή της ΝΔ, που  σάρωνε πανελλαδικά.  Και είναι γεγονός ότι ακριβώς αυτή η επιλογή κομματικής καταγραφής -από τη μία- και  διεύρυνσης -από την άλλη- ήρθαν σε απόλυτη σύγκρουση τους τελευταίους μήνες και καταμετρήθηκαν σε δύο εκλογικές αναμετρήσεις.

Αυτό είναι το επίδικο για το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ όπως το έθεσε άμεσα ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας και φαίνεται να φέρνει σε δύσκολη θέση αρκετούς αφού το άνοιγμα στην κοινωνία θα διαλύσει κάθε εσωτερικό συσχετισμό που διατήρησε μέχρι σήμερα στην επιφάνεια στελέχη ενός κλειστού κόμματος που στερείται κοινωνικής αναφοράς. Αρκετοί παράγοντες του στενού πυρήνα ενοχλήθηκαν από την κριτική και την αρθρογραφία μας για την ανάγκη διεύρυνσης και εσωκομματικού “σαρώματος” προκειμένου να παραμεριστεί ή να ανασυγκροτηθεί η παρωχημένη κομματική επετηρίδα. Από την άλλη, επειδή πολλές οβιδιακές μεταμορφώσεις έχουμε παρακολουθήσει, δεν θα μας εξέπλητε μια ακόμη λογική ακροβασία κατά την οποία να εμφανιστούν υπέρμαχοι της διεύρυνσης, όσοι μέχρι σήμερα την πολέμησαν με κάθε μέσο.

Προσωπικές επιθέσεις, γραφική επιχειρηματολογία του τύπου “δεν έχεις κολλήσει ούτε μια αφίσα” και προσωπικές πολιτικές δεν συνάδουν με το “ήθος της αριστεράς”. Ο καθένας έχει τη διαδρομή του στο δικό του χώρο και αυτή του εξασφαλίζει τόσο την κοινωνική του αποδοχή όσο και την πολιτική του αυτοτέλεια. Όσο για τους “αγώνες” του καθενός είναι συχνά και θέμα προσέγγισης στη “γυάλα” όπου ζει ο καθένας, από συνδικαλιστικούς μικρόκοσμούς μέχρι μαζικά κινήματα. Άλλωστε, μετά από τόσα χρόνια, οι πάντες έχουν μετρηθεί. Υπάρχουν ήττες και νίκες που στην Αριστερά πρέπει να είναι συλλογικές. Είναι όμως εντελώς ασύμβατο όταν επιμερίζουμε της προσωπικές μας ήττες στο σύνολο και όταν καρπωνόμαστε τις νίκες των άλλων ή του συνόλου, ως προσωπικές. Αυτή η πρακτική κατέρρευσε έμπρακτα…

Το ΚΙΝΑΛ στην Ξάνθη μάλλον αμήχανα αντιμετώπισε την εκλογή του Μπαράν Μπουρχάν. Κάποιοι είχαν στηρίξει το αφήγημά τους στο επιχείρημα ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ισχυρός χάρη στις ψήφους της μειονότητας. Όταν αντιλήφθηκαν ότι η έδρα κατελήφθη εξαιτίας μιας στρατηγικής “μοιρασιάς” της μειονοτικής ψήφου, τα πράγματα έγιναν δύσκολα καθώς δεν κρύβεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ στην Ξάνθη με μεμονωμένες στρατηγικές κινήσεις -και παρά τις εσωτερικές του παθογένειες-  έχει καταλάβει αυτό που ονομάζεται “προοδευτικός κόσμος”. Παρόλα αυτά, η εκλογή βουλευτή για το ΚΙΝΑΛ δεν παύει να είναι επιτυχία που οφείλεται εξίσου σε μειονοτικές και πλειονοτικές ψήφους.

Γενικότερα πρέπει να αποφασίσουμε πότε θα μας αρέσει και πότε δεν θα μας αρέσει η μειονοτική ψήφος σε όλα τα κόμματα. Πότε θα εκτιμούμε και θα ερμηνεύουμε τις επιλογές της ως αποτέλεσμα μηχανισμών και πότε θα θεωρούμε ότι είναι ψήφος της κοινωνίας. Όπως αποδείχτηκε και σε αυτές τις εκλογές, υπάρχει η προσωπική ακτινοβολία στελεχών της μειονότητας που διαθέτουν μια προσωπική βάση (όπου πρωταγωνιστεί ο Χ. Ζεϊμπέκ) και υπάρχει και ένα μέρος που κινείται σχεδόν προκαθορισμένα, όπως κινήθηκε τώρα και διαμόρφωσε την κατανομή εδρών.

Άρα η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση. Πλην όμως θα τη λαμβάνουμε πάντα υπόψη μας, είτε πρόκειται για εθνικές είτε για τοπικές εκλογές και δεν θα δαιμονοποιούμε τη μειονοτική ψήφο a la carte. (Aν κάποιος για παράδειγμα αναλύσει τους σταυρούς κάθε εκλογικού τμήματος στο Δήμο Μύκης θα δει και κάποια ανεξήγητα δεδομένα)

Η Μαρία Τζαμπάζη, ξανθιώτισσα υποψήφια ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, υπηρέτησε το κομματικό καθήκον και κατέβηκε ως υποψήφια βουλευτής στο Νομό Ηλείας στις Εθνικές. Η Μαρία Τζαμπάζη πήρε 2.500 σταυρούς, σχεδόν ξένη στην εκλογική περιφέρεια Ηλείας, ανάμεσα σε εν ενεργεία και προβεβλημένους Βουλευτές. Αλλά ας μην κάνουμε συγκρίσεις με την Ξάνθη γιατί θα δυσαρεστηθούν αρκετοί, τόσο για τις επιδόσεις τους όσο και γιατί την είχαν υπονομεύσει εκ των έσω.

Mε τη νίκη Μητσοτάκη στις εθνικές εκλογές επανήλθε στην “κανονικότητα” και ο μιντιακός ενδιάμεσος χώρος, αυτός δηλαδή που δεν έχει ιδεολογική βάση και κινείται δεξιά και αριστερά κατά περίπτωση. Το “ακραίο κέντρο” αφού επεδίωξε να προσεγγίσει την εξουσία του ΣΥΡΙΖΑ -ανεπιτυχώς όπως φαίνεται- από την επόμενη μέρα ευθυγραμμίστηκε με τη ΝΔ και άρχισε το “ξεσκόνισμα” του νέου καθεστώτος, και μάλιστα με προφανή εμπάθεια εναντίον προσώπων.  Σε αντίθεση με τα συντηρητικα ή τον αριστερα ΜΜΕ που δεν κρύβουν την προτίμησή τους -πλην των γνωστών μηχανισμών- και τοποθετούνται με συνέπεια, είτε συμφωνεί είτε διαφωνεί κάποιος μαζί τους.