Πάνω σε  θέματα της τρέχουσας επικαιρότητας, όπως είναι η λειτουργία του Μεγάρου Μουσικής Κομοτηνής και η αποκατάσταση της οδικής γέφυρας του ποταμού Κομψάτου στον Ίασμο Ροδόπης, τοποθετήθηκε ο Υποψήφιος Περιφερειάρχης Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης, επικεφαλής του συνδυασμού Ανεξάρτητη Ενωτική Πρωτοβουλία, κ. Κώστας Κατσιμίγας, σε συνέντευξη που παραχώρησε στον ραδιοφωνικό σταθμό «Ράδιο Παρατηρητής 94fm».

Επιπλέον, αναφέρθηκε στις αναπτυξιακές προτεραιότητες για το σύνολο της Περιφέρειας ΑΜΘ, εστιάζοντας στην ανάγκη για αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου, την αξιοποίηση της δεσπόζουσας γεωπολιτικής της θέσης και την ουσιαστική συμβολή της Περιφέρειας στην ανάπτυξη του πρωτογενούς τομέα με στόχο τη μείωση του κόστους άρδευσης.

«Το Μέγαρο Μουσικής Κομοτηνής είναι μια υποδομή που δεν αφορά μόνο την Κομοτηνή, αλλά όλη την Περιφέρεια και την ευρύτερη βαλκανική ενδοχώρα»

 Για το Μέγαρο Μουσικής Κομοτηνής, τη συντήρηση και λειτουργία του οποίου ανέλαβε προσφάτως η Περιφέρεια ΑΜΘ, μετά από τη λύση του χρησιδανείου με το οποίο είχε παραχωρηθεί στην Αναπτυξιακή Ροδόπης, ο επικεφαλής της Ανεξάρτητης Ενωτικής Πρωτοβουλίας περιέγραψε εκτενώς το πλαίσιο μέσα στο οποίο η σημαντική αυτή υποδομή μπορεί  να αποκτήσει το ρόλο που της αρμόζει. «Είναι μία υποδομή που δεν αφορά μόνο την Κομοτηνή και η Κομοτηνή δεν μπορεί από μόνη της να την υποστηρίξει», υπογράμμισε στην εισαγωγή του, προσθέτοντας ότι «αφορά όλη την Περιφέρεια και, τολμώ να πω, την ευρύτερη βαλκανική ενδοχώρα. Δηλαδή, το βεληνεκές αυτής της υποδομής φτάνει μέχρι τη νότια Ρουμανία και σίγουρα μέχρι την Κωνσταντινούπολη, τη Φιλιππούπολη και τη Θεσσαλονίκη».

Από τη μελέτη του έργου το 1985, στην έναρξη λειτουργίας το 2010 και την αναστολή της το 2015

Ακολούθως, επιχείρησε μία σύντομη αναδρομή στην ιστορία του συγκεκριμένου έργου, ξεκινώντας από την αρχή εκπόνησης της μελέτης το 1985, από τον μεγάλο Έλληνα αρχιτέκτονα Νίκο Βαλσαμάκη, περιγράφοντας το πρώτο στάδιο της λειτουργίας του, από την Αναπτυξιακή Ροδόπης και με συνδρομή εθελοντών  και καταλήγοντας στο 2015, όταν πια η λειτουργία του Μεγάρου Μουσικής ανεστάλη για τρία και πλέον έτη. Πιο συγκεκριμένα, υπενθύμισε ότι η κατασκευή του ολοκληρώθηκε το 2010 επισημαίνοντας ότι για πέντε χρόνια η Αναπτυξιακή το λειτούργησε χωρίς να γίνει η παραμικρή συντήρηση των εγκαταστάσεων και εξοπλισμών του. «Αντίθετα, όποιος ήθελε έμπαινε μέσα, έκανε χρήση του Μεγάρου, αν κάτι του χρειαζόταν, είτε επρόκειτο για μικρόφωνο, είτε για πυκνωτή, το έπαιρνε και το χρησιμοποιούσε και μετά κατά λάθος ή σκοπίμως, το έβαζε στο κασελάκι του, με αποτέλεσμα να υπάρχουν και πάρα πολλές ελλείψεις κινητού εξοπλισμού αυτή τη στιγμή», σχολίασε χαρακτηριστικά. «Το αποτέλεσμα ήταν ότι όσο άντεξε, άντεξε και μετά προέκυψαν τεχνικά προβλήματα», συνέχισε, «που δεν επέτρεπαν την έστω στοιχειώδη λειτουργία του, όπως λειτουργούσε την πρώτη πενταετία από κεκτημένη ταχύτητα. Έτσι, λοιπόν, από το 2015 και για τρία συναπτά έτη το Μέγαρο έπαψε να λειτουργεί».

Στο σημείο αυτό, ο κ. Κατσιμίγας παρατήρησε ότι το Μέγαρο Μουσικής αφέθηκε στην τύχη του, με αποτέλεσμα να υπάρχουν κίνδυνοι για μεγαλύτερες καταστροφές, όπως λ.χ από μια νεροποντή, που ευτυχώς οριακά απεφεύχθησαν.  «Ευτυχώς δεν υπήρξαν παραβιάσεις, αλλά υπήρχαν κίνδυνοι», σημείωσε, για να επισημάνει ότι μετά από αυτό το στάδιο «η διοίκηση της Περιφέρειας και συγκεκριμένα ο νυν Περιφερειάρχης, ο Χρήστος Μέτιος, πήρε τον καλύτερο υπάλληλο της τεχνικής υπηρεσίας που ήξερε από ηλεκτρονικά και τον έβαλε μόνο του να παλεύει για δύο χρόνια να συμμαζέψει όλη αυτή την εγκατάσταση». «Ο συγκεκριμένος υπάλληλος, τον οποίο γνωρίζω καλά και είναι εξαιρετικός υπάλληλος, ήταν ο άνθρωπος ο οποίος συντηρούσε τους σηματοδότες», εξήγησε, «γι’ αυτό είχαμε και τόσα χρόνια αυτό το αλαλούμ στην έξοδο της Ξάνθης, που από τη σιδηροδρομική διάβαση μέχρι το Εκκοκκιστήριο του Κουρούδη ήθελες τον ίδιο χρόνο για να φτάσεις μέχρι την Ξάνθη». «Ο ίδιος από μόνος του είχε γνώσεις», επισήμανε, «αλλά ενδεχομένως ένας εξαιρετικός ηλεκτρονικός δεν μπορεί να γνωρίζει από λέβητες ή κάποια άλλη εγκατάσταση.  Έτσι σαφέστατα βρήκε δυσκολίες, ωστόσο κατάφερε μέσα σε ένα χρονικό διάστημα περίπου δύο χρόνων να το συμμαζέψει ούτως ώστε να λειτουργεί έστω στοιχειωδώς».

Ανάγκη για δημιουργία ενός μηχανισμού διατήρησης της υποδομής

Ολοκληρώνοντας αυτή την αναδρομή, ο κ. Κατσιμίγας παρατήρησε ότι μετά από τρία χρόνια που ήταν κλειστό, το Μέγαρο Μουσικής ξαναλειτούργησε λίγους μήνες πριν από τις εκλογές.  «Ο καθένας μπορεί να κάνει τις σκέψεις που θέλει», σχολίασε, διευκρινίζοντας ότι δεν είναι σε θέση να γνωρίζει σε τι επίπεδο έχει ολοκληρωθεί η επισκευή του και δηλώνοντας ταυτόχρονα την απογοήτευσή του που η επαναλειτουργία δε συνοδεύεται από τη δημιουργία ενός μηχανισμού διατήρησης αυτής της υποδομής. Ενός μηχανισμού, όπως εξήγησε, που θα διασφαλίζει την καθημερινή συντήρηση, τη φύλαξη επί 24ώρου βάσης, τον καθαρισμό και την κάλυψη κάθε γενικής και ειδικής ανάγκης που μπορεί να προκύψει. Αυτή θα είναι η βασική δική του προτεραιότητα, που θα αποτελεί προϋπόθεση για την ουσιαστική λειτουργία του Μεγάρου.

Πώς πρέπει να λειτουργήσει το Μέγαρο Μουσικής

Καταληκτικά, ξεκαθάρισε ότι πρόκειται για μια δαπανηρή υποδομή, οποία δεν μπορεί να παραχωρείται αλόγιστα και δωρεάν για χρήση από διάφορους φορείς. «Ταυτόχρονα, πρέπει να αποκτήσει έσοδα και από εκεί προκύπτει η ανάγκη να γίνει ένας Οργανισμός για να αρχίσει να πραγματοποιεί παραγωγές ή να φέρνει σε πρώτη φάση παραγωγές υψηλού επιπέδου, οι οποίες θα μπορούν να φέρουν έσοδα από εισιτήρια και διαφημίσεις», εξήγησε, προσθέτοντας ότι «οι παραγωγές που θα φιλοξενούνται στο Μέγαρο πρέπει να είναι εκρηκτικές παραγωγές και να απευθύνονται σε ένα κοινό το οποίο θα ξεπερνά τα όρια της Κομοτηνής, θα ξεπερνά τα όρια της Περιφέρειάς μας και θα είναι παραγωγές οι οποίες θα απευθύνονται σε όλη την ευρύτερη Βαλκανική».

«Εκείνο που πρέπει να συνειδητοποιήσουμε, είναι ότι έχει τελειώσει ανεπιστρεπτί η πολιτική των επιδοτήσεων», τόνισε σε άλλο σημείο. «Σαφέστατα ο πολιτισμός μπορεί και πρέπει να στηρίζεται από το κράτος», επισήμανε, «αλλά δεν μπορεί να χρηματοδοτείται αποκλειστικά από αυτό. Και μάλιστα, άλλο είναι να χρηματοδοτείς μια δράση ενός πολιτιστικού συλλόγου και άλλο να συντηρείς μια τέτοια υποδομή.. Αυτό το Μέγαρο για να μπορέσουμε να το κρατήσουμε ως υποδομή της πόλης, της περιοχής, της Περιφέρειας, της Βαλκανικής, πρέπει να του δώσουμε τη δυνατότητα να εμφανίζει παραγωγές οι οποίες θα του φέρνουν έσοδα. Και τουλάχιστον να καλύπτουν ένα πολύ μεγάλο ποσοστό των λειτουργικών του δαπανών. Δε μιλάμε για κερδοφορία, επειδή τα έξοδα είναι τεράστια, αλλά τουλάχιστον να μπορεί να καλύπτει ένα 80% των οικονομικών απαιτήσεων και να ζητείται, είτε από την Περιφέρεια, είτε από το Κράτος, η συμπλήρωση του ελλείμματος. Μόνο με αυτήν την λογική μπορεί να λειτουργήσει».

Νευραλγικής σημασίας έργο η αποκατάσταση της γέφυρας του ποταμού Κομψάτου

Ερωτηθείς για το ζήτημα της γέφυρας του ποταμού Κομψάτου, η οποία κατέρρευσε τον Σεπτέμβριο του 2017, ο κ. Κατσιμίγας στηλίτευσε την κωλυσιεργία τόσο της περιφερειακής, όσο και της κεντρικής διοίκησης, ξεκαθαρίζοντας ότι η αποκατάσταση της πεσμένης γέφυρας αποτελεί ένα νευραλγικής σημασίας έργο, που θα έπρεπε να είχε ήδη εκτελεστεί.

«Έχουμε συνειδητοποιήσει ότι μόνο δύο γέφυρες ενώνουν την ηπειρωτική Ελλάδα με τη Ροδόπη και τον Έβρο;»

Στη βάση του σκεπτικού του έθεσε την παραδοχή ότι η συγκεκριμένη γέφυρα αποτελεί μία από τις τρεις μόλις οδικές διόδους, που συνδέουν τη Ροδόπη και τον Έβρο με την υπόλοιπη ηπειρωτική Ελλάδα. «Δεδομένου ότι ζούμε σε μία περίοδο κλιματικής αλλαγής, ποιος μπορεί να αποκλείσει ότι με ένα έντονο καιρικό φαινόμενο δε θα έχουμε μια τεράστια πλημμύρα στον Κομψάτο και κατά συνέπεια στη Βιστωνίδα, κάτι που έχουμε δει με μικρότερη ένταση στο παρελθόν;», αναρωτήθηκε χαρακτηριστικά. «Η τροφοδοσία της Ροδόπης και του Έβρου, αυτή τη στιγμή γίνεται από δύο διόδους: από τις τρεις συνεχόμενες  γέφυρες που βρίσκονται στο Πόρτο Λάγος και από τη γέφυρα της Εγνατίας Οδού», εξήγησε, επισημαίνοντας ότι «με ένα έντονο πλημμυρικό φαινόμενο, εγώ δεν μπορώ να αποκλείσω ότι οι γέφυρες αυτές δε θα έχουν κάποια στιγμή κάποιο πρόβλημα σημαντικής βλάβης. Δύο γέφυρες λοιπόν σήμερα ενώνουν την ηπειρωτική Ελλάδα με τη Ροδόπη και τον Έβρο. Το έχουμε συνειδητοποιήσει αυτό το πράγμα;».

«Η γέφυρα του Κομψάτου ήταν μία τρίτη γέφυρα, η οποία σαφέστατα μείωνε τον κίνδυνο αποκλεισμού», παρατήρησε στη συνέχεια, για να τονίσει ότι «σίγουρα πρέπει να το δουν με αυτή τη διάσταση». «Και έπρεπε τάχιστα», συνέχισε, «μέσα σε 6 μήνες, να είχε δοθεί λύση. Και η λύση είναι υπερβατική. Αυτή τη διάσταση δηλαδή της τροφοδοσίας της Ροδόπης και του Έβρου από την υπόλοιπη χώρα, με ό,τι σημαίνει αυτό, έπρεπε να το είχε δει πρωτίστως η Αθήνα. Και αν εδώ υπάρχουν άνθρωποι που διοικούν και δεν είναι σε θέση να δώσουν άμεσες λύσεις ή γιατί, εν πάση περιπτώσει το γραφειοκρατικό σύστημα δεν το επιτρέπει, η ίδια η Αθήνα έπρεπε να δώσει λύση, εδώ και τώρα. Σε αυτό είμαι απόλυτος. Αντί ο κύριος Σπίρτζης να βγαίνει και να λέει ότι «δεν πρόκειται να δώσω ένα ευρώ, αν δε βρεθεί το αίτιο της κατάρρευσης», να στείλει το μισό Υπουργείο να βρουν μέσα σε 10 μέρες τι έφταιξε και γιατί έπεσε, να αποδώσουν ευθύνες, αλλά στο τέλος να γίνει η γέφυρα, γιατί αυτή η γέφυρα τροφοδοτεί νευραλγικές περιοχές της χώρας».

Ο σιδηρόδρομος ένα τεράστιο αναπτυξιακό εργαλείο για την Περιφέρεια ΑΜΘ

Μεγάλη βαρύτητα δίνει επίσης η Ανεξάρτητη Ενωτική Πρωτοβουλία, της οποίας ηγείται ο κ. Κατσιμίγας, στην αναβάθμιση του σιδηροδρομικού δικτύου της Βορειοανατολικής Ελλάδας. Ο σιδηρόδρομος, όπως εξήγησε, αποτελεί όχι μόνο μέσο μαζικής μεταφοράς ανθρώπων, αλλά και ένα τεράστιο, πολυδιάστατο αναπτυξιακό εργαλείο. «Ο σιδηρόδρομος που είναι ένα μέσο σταθερής τροχιάς επιτρέπει την ανάπτυξη υψηλών ταχυτήτων», υπογράμμισε, υπενθυμίζοντας ότι στην Ευρώπη ήδη τα τρένα αναπτύσσουν ταχύτητες της τάξης των 300 χιλιόμετρων την ώρα. «Εδώ, αν πετυχαίναμε 200 χιλιόμετρα την ώρα, εγώ θα ήμουν ο ευτυχέστερος των ανθρώπων», σημείωσε χαρακτηριστικά, διευκρινίζοντας πως αυτός ο στόχος τίθεται με ορίζοντα 15ετίας, πλην όμως πρέπει να δρομολογηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση την επόμενη τετραετία. Συγκεκριμένα να διέρχεται από όλες τις πόλεις της ΒΑ Ελλάδας, Σέρρες, Δράμα, Καβάλα, Ξάνθη, Κομοτηνή και Ορεστιάδα. «Σκεφτείτε ότι ένα τρένο, αργό για τα ευρωπαϊκά δεδομένα, κινούμενο με 200χιλ/ ωρα, από την Κομοτηνή για να πάει στη Θεσσαλονίκη θα χρειάζεται μιάμιση ώρα», συνέχισε, «ενώ οι Σέρρες από την Κομοτηνή θα είναι 50 λεπτά, η Αλεξανδρούπολη 25 λεπτά και η Ορεστιάδα μία ώρα».

Αξιοποίηση της δεσπόζουσας γεωπολιτικής θέσης της Περιφέρειας ΑΜΘ

Επιπλέον, ο Υποψήφιος Περιφερειάρχης ΑΜΘ έθεσε στις προτεραιότητές του την αξιοποίηση της δεσπόζουσας γεωπολιτικής θέσης της Περιφέρειάς μας και την αξιοποίηση της διασυνοριακότητας, γιατί, όπως παρατήρησε, αυτά είναι που μας κάνουν να ξεχωρίζουμε από την υπόλοιπη Ελλάδα. «Έχουμε σύνορα, έχουμε μεθοριακούς σταθμούς, περνάνε από εδώ ενεργειακά δίκτυα. Αυτά όλα πρέπει να τα αξιοποιήσουμε με τον καλύτερο τρόπο», υπογράμμισε. Δεν παρέλειψε να επαναλάβει ότι γνώμονας στην άσκηση της πολιτικής της περιφερειακής διοίκησης πρέπει να είναι πάντοτε η περιφερειακή στόχευση, δεδομένου ότι η Περιφέρεια ασχολείται κυρίως με υπερτοπικής σημασίας ζητήματα. «Κάποιες υποδομές που γίνονται σε κάποιο τόπο, μπορεί να εξυπηρετούν και άλλους τόπους», εξήγησε, φέροντας ως παραδείγματα την κατασκευή του κάθετου ελληνοβουλγαρικού άξονα στη Ροδόπη, που εξυπηρέτησε πρωτίστως την Καβάλα, όπως και την προοπτική κατασκευής τρίτου αρδευτικού φράγματος στον Νέστο στο Τέμενος, από το οποίο θα ωφεληθούν εκτός από τη Δράμα και περιοχές της Ξάνθης και της Καβάλας.

Οι προτεραιότητες για την ανάπτυξη του Πρωτογενούς τομέα

Τέλος, ειδική αναφορά έκανε στον Πρωτογενή τομέα, που όπως παρατήρησε αποτελεί έναν τεράστιο πυλώνα της τοπικής οικονομίας, στον οποίο θα εξακολουθεί και τα επόμενα χρόνια να στηρίζεται η Περιφέρειά μας. «Η Περιφέρεια δεν μπορεί να συμβάλει στο κόστος των λιπασμάτων και των φυτοφαρμάκων, μπορεί όμως να συμβάλει στον τομέα της άρδευσης μειώνοντας το κόστος παραγωγής», σημείωσε ο κ. Κατσιμίγας, εξηγώντας ότι τα προβλήματα άρδευσης που έχουν οι παραγωγοί στη Δράμα είναι διαφορετικά από αυτά που έχουν στην Καβάλα, την  Ξάνθη ή τη Ροδόπη. «Στη Δράμα, για παράδειγμα, έχουμε προβλήματα στα δίκτυα διανομής νερού, λόγω παλαιότητας, άρα πρέπει να τα βελτιώσουμε», παρατήρησε. «Στη Ροδόπη έχουμε υπεράντληση και η άρδευση γίνεται μόνο με γεωτρήσεις», συνέχισε, «ενώ η υφαλμύρωση έχει φτάσει σχεδόν στον «Γιακά». Άρα πρέπει να εκμεταλλευτούμε τα επιφανειακά ύδατα, δηλαδή ταμιευτήρες, φράγματα κτλ. Στον Έβρο υπάρχουν δύο φράγματα και κατάντη αυτών δεν έχουν γίνει ούτε αναδασμοί ούτε άρδευση. Στη Ροδόπη το ίδιο. Πρέπει να αποκτήσουμε και μεγάλες ποσότητες νερού σε εθνικό επίπεδο. Το φράγμα του Κομψάτου, που κάποιοι νομίζουν ότι είναι υπερφίαλο έργο, είναι ένας μεγάλος ταμιευτήρας νερού με εθνικά νερά, με δεδομένο ότι η λεκάνη απορροής του βρίσκεται αποκλειστικά στην ελληνική επικράτεια. Σκεφτείτε ότι στην Περιφέρειά ό,τι νερά έχουμε σε μεγάλες ποσότητες, όπως του Νέστου και του Έβρου, εισέρχονται και εξαρτώνται από τη Βουλγαρία. Αυτά είναι πολύ σημαντικά ζητήματα».

«Η Περιφέρεια σαφέστατα δεν έχει τη δυνατότητα να σηκώσει το βάρος τέτοιων υποδομών», σημείωσε κλείνοντας, «ωστόσο είναι η ισχυρότερη φωνή, η οποία μπορεί να ξεσηκώσει την Αθήνα για να αρχίσει να βλέπει αυτά τα ζητήματα με άλλες οπτικές. Η υπόθεση της άρδευσης είναι τεράστιας σημασίας. Η αρμοδιότητα της Περιφέρειας είναι απλά να χρηματοδοτεί μέσω των χρηματοδοτικών εργαλείων των ευρωπαϊκών προγραμμάτων σύμφωνα με τους εκχωρηθέντες πόρους. Οι πρωτοβουλίες όμως ανήκουν στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, στην Αθήνα δηλαδή. Το Υπουργείο δείχνει ότι έχει ενδιαφέρον και ενδεχομένως να μπορεί να διαθέσει και κάποιους πόρους από δικά του προγράμματα, ωστόσο θέλει ταρακούνημα. Επιπλέον, η κεντρική διοίκηση δεν δείχνει διατεθειμένη να εκχωρήσει περισσότερους πόρους και αρμοδιότητες στην αιρετή Περιφέρεια για μεγάλα έργα άρδευσης και εξακολουθεί να έχει τον πρώτο και τελευταίο λόγο. Και εδώ πρέπει να αντιδράσουμε και να είμαστε πειστικοί».