H υπόθεση του Στέλιου Παππά, μετά την τοποθέτησή του στην Προεδρία του ΟΑΣΘ ανέδειξε το ζήτημα των διαφορετικών προσεγγίσεων που υπάρχουν για την Αριστερά, όταν αυτή είναι ακίνδυνη και «διακοσμητική» στο 3% και όταν είναι κυβερνώσα και απειλεί.

Ο Στέλιος Παππάς, ιστορικό στέλεχος της ανανεωτικής Αριστεράς – που οι γνωρίζοντες αναφέρουν ότι δεν ταυτιζόταν συχνά στα κομματικά ζητήματα με το γιό του Νίκο – υπήρξε Πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου, με τη στήριξη ΠΑΣΟΚ – ΝΔ σε μια εποχή που ο ΣΥΝ  ήταν συμπαθής σε όλους αλλά δεν απειλούσε τη διαχείριση της εξουσίας. Σήμερα το ίδιο πρόσωπο, με διάφορες προφάσεις, δεν είναι αρεστό από τις ίδιες δυνάμεις.

Στα χρόνια της μεταπολίτευσης  οι αριστεροί, ειδικά στο χώρο της τέχνης, της διανόησης, της δημοσιογραφίας κλπ, ήταν περιζήτητοι ενώ η ένταξή κάποιων χρησιμοποιήθηκε και ως διαβατήριο. Το βάθος της πολιτικής τους σκέψης στα μάτια της Δεξιάς ή του ΠΑΣΟΚ τους προσέδιδε αναγνώριση και προσέφερε ευμάρεια ενώ πολύ συχνά αναλάμβαναν ρόλους – κλειδιά ως πρόσωπα εγνωσμένου κύρους. Αυτή η κατάσταση διακόπηκε βίαια όταν οι «ακίνδυνοι» αριστεροί διεκδίκησαν την εξουσία και μάλιστα φάνηκε να συσπειρώνουν τα αμέτρητα διασπασμένα κομμάτια τους με μετωπική λογική.

Τι απέγιναν οι αριστεροί διανοούμενοι;

Αυτή είναι και η απάντηση στο ερώτημα, γιατί από τόσους και τόσους αριστερούς «διανοούμενους» της χώρας, ελάχιστοι στηρίζουν την κυβερνώσα αριστερά του Τσίπρα, σαφώς  λιγότεροι από όσους στήριξαν ανοιχτά το αποτυχημένο και αναιμικό από άποψη μαζικότητας, εγχείρημα του Κουβέλη όταν εκείνος συμπορεύτηκε με τον παραδοσιακό δικομματισμό.

Ξεκάθαρα, γιατί στη βάση των διαχωρισμών που επιβλήθηκαν από το σύστημα εξουσίας που σήμερα απειλείται, οι προβεβλημένοι αριστεροί νιώθουν ότι απειλείται και ο δικός τους βιοπορισμός ή η διαιώνιση του μύθου τους. Με λίγα λόγια, καλή η «επανάσταση» αλλά μην τυχόν και ανατραπούν οι κυρίαρχες δομές. Αυτού του είδους η τέχνη και διανόηση, ευημερούσα στις αυλές των Βορείων Προαστίων βολεύεται με τα θεωρητικά σχήματα και φοβάται τη δράση με αποτέλεσμα να συντηρητικοποιείται. Θα μπορούσε ίσως να στηρίξει το εγχείρημα του Τσίπρα, αν η ιδιοτέλειά της είχε δικαιωθεί με την προσφορά θέσεων εξουσίας.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η αλλαγή στάσης απέναντι στην «Εφημερίδα των Συντακτών». Τα ίδια πρόσωπα, η ίδια γραμμή, το ίδιο lay out με την Ελευθεροτυπία. Η οποία για δεξιούς και Πασόκους ήταν ένα υπόδειγμα κύρους με κριτική στήριξη στον προοδευτικό χώρο ενώ δεν ενοχλούσε ούτε όταν έδινε φωνή ακόμη και στον αναρχικό  χώρο ή εξέφραζε αντισυμβατικές απόψεις μέσα από τολμηρές έρευνες. Σήμερα η «Εφημερίδα των Συντακτών» δεν κάνει κάτι διαφορετικό και χωρίς ιδιοκτησιακά βαρίδια. Όμως μεσολάβησε η άνοδος του ΣΥΡΙΖΑ και έτσι για όλους αυτούς δεν είναι πια παρά μια «κολεκτίβα κομμουνιστών», μια «δεύτερη Αυγή», παρότι στην πραγματικότητα είναι από τις ελάχιστες δημοσιογραφικές αξίες που διασώθηκαν και αμφισβητεί την εξουσία.

Άλλο χαρακτηριστικό παράδειγμα ο Βασίλης Μουλόπουλος, ο οποίος απολάμβανε τεράστια αναγνώριση στο ΔΟΛ ως «αριστερός» και δεν ενόχλησε ούτε όταν έγινε βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ. Όταν όμως υποπτεύθηκαν ότι μπορεί να μεσολαβήσει για λύση που θα έφερνε το συγκρότημα κοντά στην κυβέρνηση, τότε τον αποδόμησαν σε λιγότερες από 24 ώρες και σήμερα είναι όλοι απολυμένοι…

Ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει κάποια ευθύνη; Σαφώς και έχει. Είτε γιατί η διαχείριση της εξουσίας δεν έγινε πάντα με τον καλύτερο τρόπο. Είτε επειδή το κλειστό κομματικό καθεστώς δεν άφησε χώρο σε κάποιους να συμμετάσχουν στο εγχείρημα ενώ «τρύπωσαν» άλλοι, οπορτουνιστές. Είτε επειδή απογοητεύονται από τους αναγκαστικούς συμβιβασμούς  της εξουσίας. Πρόκειται όμως για προβλέψιμα προβλήματα και μια συνεπή μειοψηφία, που σιώπησε και πήγε σπίτι, από όπου θα ξαναβγεί αν το καθήκον το απαιτήσει.

Αρνήθηκαν, όπως πολλοί άλλοι, να κριτικάρουν αφ’ υψηλού και να υπονοήσουν ότι ο «αστικός εκσυγχρονισμός» είναι δουλειά του Σαμαρά, του Βενιζέλου, του Άδωνι και του Βορίδη και ότι η θέση της Αριστεράς είναι στο περιθώριο ή στα ξερονήσια…

Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmail.com