Του Μανώλη Χούμα

Στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα το χρέος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, προς τους ξένους και ντόπιους δανειστές, παίρνει εκρηκτικές διαστάσεις και η ανάγκη λήψης ριζοσπαστικών μέτρων γίνεται επιτακτική, προκειμένου να τιθασευτεί η διόγκωσή του. Στο χώρο του καπνού με σουλτανικό φιρμάνι το 1861, για να προστατευτεί η εγχώρια παραγωγή, απαγορεύεται η εισαγωγή καπνού σ’ όλη την επικράτεια και το 1862 ιδρύεται το πρώτο κρατικό Οθωμανικό Μονοπώλιο Καπνού. Το 1873 με ρυθμίσεις και αλλαγές στη λειτουργία του Μονοπωλίου δίνεται νέα ώθηση, ώστε να εξασφαλιστεί η επιτυχία του θεσμού. Σκοπός και στόχος της κρατικής παρέμβασης είναι να ελεγχθεί αποτελεσματικά ο καπνός και να προσποριστεί πλούτος, μέσα από τη συστηματική φορολόγιση αυτού και των προϊόντων του.
Εμπνευστές και συντελεστές της σύστασης του πρώτου Μονοπωλίου είναι ο Γεώργιος Ζαρίφης (1806-1884) κι ο Χρηστάκης εφένδης Ζωγράφος (1820-1908), ισχυροί οικονομικοί παράγοντες – τραπεζίτες της Κωνσταντινούπολης και μεγάθυμοι ευεργέτες του Έθνους των Ελλήνων.
Το πρώτο Μονοπώλιο του 1862 και το εναρμονισμένο με νέα δεδομένα του1873 δεν απέδωσαν τ’ αναμενόμενα κι έτσι το Συμβούλιο Διαχείρισης του Οθωμανικού Χρέους, που συστάθηκε το 1881, προτείνει στην Υψηλή Πύλη την διεύθυνση και τη λειτουργία του Μονοπωλίου ν’ αναλάβουν εξειδικευμένοι γνώστες της Εσπερίας. Τον Μάιο του 1883 (1301έτος Εγίρας) επί Σουλτάνου Αμντούλ Χαμίτ Β΄ κι επί Μεγάλου Βεζύρη Σαΐτ Πασά, το Οθωμανικό Μονοπώλιο Καπνού αναλαμβάνει η νεοσυσταθείσα εταιρεία Regie Co-interesse des Tabacs de l’ Empire Ottoman κι αυτό, αποτελεί τη μεγαλύτερη ξένη επένδυση στη χώρα. Ακούραστοι πρωτεργάτες της ίδρυσης της Ρεζή είναι ο Em. Deveaux κι ο μεγαλοκαπνάς – τραπεζίτης Λεωνίδας Μπαλτατζής (1829-1895). Η Ρεζή παρά το γαλλικό λογότυπο του τίτλου της δεν είναι γαλλική, αλλά ούτε ασφαλώς οθωμανική. Είναι μια πολυεθνική κοινοπραξία (consortium) τραπεζών, που την αποτελούν η oθωμανική Banque Ottomane 50%, η αυστριακή Credit Anstalt 30% και η γερμανική Bleichröder 20%. Η συμφωνία που υπογράφτηκε μεταξύ της κυβέρνησης και της εταιρείας Ρεζή έχει διάρκεια 30 χρόνων, με δικαίωμα ανανέωσης κι επέκτασής της (option) για επιπλέον 15 χρόνια. Η προνομιακή παραχώρηση (διομολόγηση) του Μονοπωλίου καπνού στην πολυεθνική Ρεζή, της δίνει το δικαίωμα να ελέγχει και να καθορίζει την καλλιέργεια των ποικιλιών του καπνού σ’ όλη την Οθωμανική Κυριαρχία και να επιβάλει τις τιμές αγοράς του καπνού.
  
Με αρχικό κεφάλαιο 4.5 εκατ. οθωμανικές λίρες η πολυεθνική Ρεζή αρχίζει να χτίζει αμέσως μετά την υπογραφή της συμφωνίας τεράστια καπνομάγαζα, πρωτόγνωρα για το μέγεθός τους εκείνη την εποχή, δίνοντας με τον τρόπο αυτό ανάγλυφα το στίγμα της δυναμικής της παρουσίας. Το 1884 ανεγείρει τα καπνικά της κτιριακά συγκροτήματα στη Κωνσταντινούπολη, στη Θεσσαλονίκη και στη Σμύρνη. Ακολουθούν αυτά των Αδάνων το 1885, της Σαμψούντας το 1887, της Ξάνθης το 1890, του Ικονίου, της Προύσσας, της Αδριανούπολης, της Καβάλας, της Δράμας και πολλών άλλων καπνουπόλεων. Αμοίβει τους “ασπρογιακάδες”, όπως τους αποκαλούσαν, υπαλλήλους της με υψηλούς μισθούς και με ακόμη υψηλότερους τα εξειδικευμένα διοικητικά και τεχνικά στέλέχη της. Μάλιστα οι μάνατζερ των μεγάλων τμημάτων της εταιρείας, έχουν αποδοχές μεγαλύτερες από αυτές των υπουργών της Βεζυρείας του Οθωμανικού Κράτους. Πρώτος διευθυντής της Ρεζή στην Ξάνθη φέρεται να είναι ο μεγαλοκαπνάς και απόφοιτος της Πατριαρχικής Μεγάλης του Γένους Σχολής Θεόδωρος Ζαλάχας κι ένας απ’ τους πρώτους chef expert ο Δημήτριος Βάρδας. Η έντονη παρουσία της Ρεζή με τα μονοπωλιακά της προνόμια, δημιουργει ασφυκτικές πιέσεις στις ήδη υπάρχουσες καπνικές εταιρείες με αποτέλεσμα κάποιες από αυτές να μην αντέξουν τον ανταγωνισμό. Αυτό τις οδήγησε να μεταφέρουν την έδρα της επιχειρηματικής τους δραστηριότητας σ’ άλλα μέρη του κόσμου όπως, Αμερική, Αγγλία, Γερμανία, Μάλτα κ.α. Κυρίως όμως κατευθύνθηκαν στην Αίγυπτο (Κάϊρο, Αλεξάνδρεια), όπου η εισβολή των αγγλικών στρατευμάτων το 1882 αλλάζει τα οικονομικά και επιχειρηματικά δεδομένα της οθωμανικής αυτής επαρχίας. Οι Έλληνες πάροικοι καπνοβιομήχανοι της Αιγύπτου δημιουργούν τα πασίγνωστα “αιγυπτιακά σιγαρέττα” (ο όρος δηλώνει τον τόπο παραγωγής των σιγαρέττων κι όχι την προέλευση των καπνών) και χρησιμοποιούν αποκλειστικά το tabac d’ orient ή oriental tobacco της Θράκης και της Μακεδονίας, αφού η Αίγυπτος παράγει λίγο και δεύτερης ποιότητας καπνό. Ενδεικτικά παραθέτω μερικά ονόματα Αιγυπτιωτών Ελλήνων καπνοβιομηχάνων : Δημητρίνος, Βαφειάδης, Αφοι Κυριαζή, Τσανακλής, Τόκκος, Κουταρέλλης, Αφοι Σούσα, Μελαχροινός, Χέλμης, Κασίμης κ.α.. Εμβόλιμα είναι χρήσιμο ν’ αναφερθεί, πως ο tabac d’ orient είναι γνωστός και ως Turkish Tobacco στις διεθνείς αγορές, μιας και αυτός καλλιεργείται στο χώρο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η πολυεθνική Ρεζή δεν είναι ο μοναδικός αγοραστής καπνών από τους καπνοπαραγωγούς, σύμφωνα με το άρθρο 19 της Σύμβασης που υπογράφτηκε μεταξύ της Υψηλής Πύλης και της Εταιρείας, όπως θα υποψιαζόταν κάποιος από τη λέξη “Μονοπώλιο”. Αντιγράφω από τη Σύμβαση : “Άρθρο 19. Οι καπνοκαλλιεργηταί δεν δύνανται να πωλήσωσι τα καπνά των δια την εσωτερικήν κατανάλωσιν ή μόνον εις την Εταιρείαν και ουχί εις άλλον τινά. Δύνανται να πωλήσωσι τα καπνά των ελευθέρως δια την εξαγωγήν συμφώνως με το 13 άρθρον”. Στη Ξάνθη για παράδειγμα, που ήταν και είναι η μητρόπολη του πλέον ποιοτικού καπνού “ανατολικού τύπου” (Μπασμάς Ξάνθης-Yenidje Tobacco), λειτουργούν από το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα μεγάλες καπνικές εταιρείες με διεθνή ακτινοβολία. Αξίζει ν’ αναφερθούν μερικά ονόματα : Flli Allatini, Αυστρουγγρική Herzog, Παναγιώτης και ο γιος του Ζαφείριος Στάλιος, Μεχμέτ Σουκρή Εφέντη, Χαλήλ Πασάς, Αφοι Παράσογλου, Δ.Κοντόπουλος, Κ.Εμφιετζόγλου, Γ.Πορτοκάλλογλου (Πορτοκάλλης), Μεχμέτ Μολλά Ζαντέ, Γ.Τουρνιβούκας, Θ.Αλατζίδης, Χατζησταύρος Χεκίμογλου, Α.Χρηστίδης, Β.Κουγιουμτζόγλου, Αφοι Περβανά, Μ.Ματσίνης, Β.Μουράτης, Α.Μωϋσής, Ι.Ορφανίδης, Κ.Χουσεΐν Φεχμή Εφέντη (πατέρας του Χαμντή Μπέη), κ.α..
   Οι καπνεμπορικές επιχειρήσεις, όπως και η Ρεζή, αγοράζουν από τους καπνοπαραγωγούς (καπνουλάδες) τα πρωτογενώς επεξεργασμένα “χρυσόφυλλα” και τα ομαδοποιούν σε ποιότητες στα καπνομάγαζά τους, προτού τα εμπορευτούν στις διεθνείς αγορές. Για την εργασία αυτή διαθέτουν εξειδικευμένο προσωπικό όπως είναι οι ξεφυλλίστρες, οι πασταλτζήδες, οι ντεκτσήδες, οι χειριστές τόγκας (μετά το 1925), οι τεχνίτες δεματοποίησης, οι στιβαδόροι κ.α. Τα παραγόμενα προϊόντα της Ρεζή είναι ο καπνός πίπας και τσιγάρων, ο καπνός-τουμπεκί για ναργιλέ, τα χειροποίητα και τα μηχανοποίητα τσιγάρα. Οι χαμηλές τιμές αγοράς του καπνού, που καθορίζονται κι επιβάλλονται από το μονοπώλιο Ρεζή, δεν αργούν να δημιουργήσουν δυσαρέσκεια στους καπνοπαραγωγούς και τα φαινόμενα παράνομων συναλλαγών και λαθρεμπορίας του καπνού κάνουν την εμφάνισή τους, παρά τους αυστηρούς νόμους και το σκληρό οθωμανικό κατασταλτικό μηχανισμό. Έτρεχαν οι “κατσακτσήδες” (λαθρέμποροι) γιατί του κυνηγούσαν οι “κολτζήδες” (εντεταλμένοι φύλακες του Μονοπωλίου), έλεγαν οι παλιοί.
Κατά τη διάρκεια της πρώτης βουλγαρικής κατοχής (1912-1919) το μεγάλο καπνομάγαζο της Ρεζή στη Ξάνθη, που είναι σε σχήμα Π, μένει κλειστό και το 1925 πωλείται στο Γάλλο καπνέμπορο Ερνέστο Βέιλ. Οι κληρονόμοι του Βέιλ το 1937 πωλούν όλο το κτηριακό συγκρότημα της Ρεζή στο Γάλλο, αρμένικης καταγωγής, καπνέμπορο Τακβόρ Τακβοριάν και το 1944 περιέρχεται στο Ελληνικό Δημόσιο. Το 1947 στεγάζεται σ’ αυτό η ΣΕΚΕ και από το 1953 μέχρι το 1972 στο κτήριο του διοικητηρίου της Ρεζή, που είναι στο μπροστινό τμήμα της νότιας πτέρυγας, στεγάζεται η Νομαρχία Ξάνθης. Το 1992 το συγκρότημα Ρεζή παραχωρείται στο Δήμο Ξάνθης και από το 2002 στο μπροστινό τμήμα της βόρειας πτέρυγας στεγάζεται το Ίδρυμα Θρακικής Τέχνης και Παράδοσης.
   Το 1913 και μετά την πάροδο 30 χρόνων από την αρχική συμφωνία, η πολυεθνική Ρεζή και το Οθωμανικό Κράτος ανανεώνουν τη σύμβαση για άλλα 15 χρόνια. Το 1925 η Ρεζή, ύστερα από 42 χρόνια ζωής, εθνικοποιείται με απόφαση της τουρκικής κυβέρνησης του Κεμάλ και η νέα ονομασία του Μονοπωλίου Καπνού είναι TEKEL.Στο πλαίσιο της ιδιωτικοποίησης κρατικών φορέων το 2008 η τουρκική TEKEL πωλείται στη British American Tobacco.
Η πανίσχυρη καπνική εταιρεία Ρεζή είχε δυστυχώς στο τέλος την ίδια πτωτική πορεία με τον περίφημο tabac d’ orient, αφού η σύγχρονη παγκόσμια βιομηχανία σιγαρέττων, στο βωμό της αύξησης του κέρδους από τη μείωση του κόστους παραγωγής, τον χρησιμοποιεί από ελάχιστα μέχρι καθόλου. Η ευρύτατη χρησιμοποίηση φτηνού καπνού χαμηλής ποιότητας τύπου Virginia και Burley, η εκτεταμένη χρήση φίλτρου που αλλοιώνει τη γεύση του καπνού και κυρίως η προσθήκη χημικού αρώματος, ουσιαστικά αναιρούν την συμμετοχή του ποιοτικού καπνού “ανατολικού τύπου”. Ο σύγχρονος καπνιστής αναγνωρίζει με κλειστά μάτια τη μάρκα των τσιγάρων που καπνίζει, από το πρόσθετο τεχνητό άρωμα κι όχι από το άρωμα του καπνού. Ο αξεπέραστος Μπασμάς της Ξάνθης απολαμβάνεται πια, από τους μερακλήδες καπνιστές.

Το κείμενο συνοδεύεται από αποσπάσματα εφημερίδων και από μία σειρά φωτογραφιών εποχής σχετικά με το Οθωμανικό Μονοπώλιο, με Μονοπώλια Ρεζή άλλων κρατών, με τσιγαρόχαρτα εποχής και με μία μελέτη του 1880 για τον καπνό και την καλλιέργειά του. Όλες σχεδόν οι φωτογραφίες έχουν ελαφρώς επεξεργαστεί.


Πηγές
α. Βιβλιοθήκη της Βουλής των Ελλήνων.
β. Ελληνικοί και ξένοι ιστότοποι.
γ. “Παλιές φωτογραφίες Ξάνθης”, ομάδα κοινωνικής δικτύωσης.
δ.  Από την Ξανθιώτικη ιστορική γραμματεία αλφαβητικά οι:
Εξάρχου Θωμάς, Ιωαννίδης Στέφανος, Μαυρίδης Δημήτρης

Θεσσαλονίκη Σεπτέμβριος 2016
Μανώλης Σ. Χούμας
Διαβάστε περισσότερα στην Πηγη: manolischoumas.blogspot.gr
01. Ο E S.Blatscho στο τέλος της δεκαετίας του 1890 εκδίδει μια μικρή σειρά ταχυδρομικών δελταρίων με θέμα τη Ξάνθη. Το βέλος δείχνει το κτήριο της Ρεζή. Αριστερά ο δρόμος οδηγεί στο σιδηροδρομικό σταθμό. Το σπάνιο δελτάριο δημοσίευσε στην ομάδα κοινωνική δικτύωσης “Παλιές φωτογραφίες Ξάνθης” ο ιδρυτής και διαχειριστής της κ.Τάσος Τεφρωνίδης.


02. Ταχυδρομικό δελτάριο φωτογραφημένο γύρω στο 1910 και κάτω από το βέλος το κτήριο της Ρεζή. Ο αποστολέας του δελταρίου μας πληροφορεί, πως η Ξάνθη απέχει 60χιλ. από τη Καβάλα (μέχρι το 1948 την έγραφαν με δύο λ) και 80χιλ.(;) από την Αλεξανδρούπολη (Δεδέαγατς). Είμαστε στην περιοχή του παλιού αεροδρομίου της Ξάνθης και μπροστά μας τα επιβλητικά καπνομάγαζά της.
03. Στον Κεράτιο Κόλπο της Κωνσταντινούπολης και συγκεκριμένα στις όχθες του Cibali Mahallesi (κοντά στο Φανάρι), το 1884 η Regie ανεγείρει ένα από τα πρώτα καπνομάγαζα – καπνεργοστάσιά της. Σήμερα με μικρές προσθήκες και μετατροπές στεγάζει πανεπιστημιακές σχολές – Kadir Has Universitesi. Το δελτάριο εξέδωσε ο Κωνσταντινουπολίτης, γερμανικής καταγωγής, σημαντικός φωτογράφος κι εκδότης ταχυδρομικών δελταρίων Max Fruchtermann (1852-1918) γύρω στο 1900.
04. Το κτηριακό συγκρότημα της Ρεζή στη Θεσσαλονίκη (στη σημερινή οδό Λαγκαδά – εργατικές κατοικίες – κοντά στο Βαρδάρι), σε επιχρωματισμένο δελτάριο του 1900 περίπου. Εκδότης ο Σαλονικιός Εβραίος David M. Assael. Η περιοχή έμεινε γνωστή με το όνομα Ρεζή-Βαρδάρ και είναι τμήμα της Ξηροκρήνης.
 
 
05. Το επιβλητικό συγκρότημα της Ρεζή στη Σαμψούντα φωτογραφημένο το 1930.
06. Το καπνομάγαζο της Ρεζή Ξάνθης, που είναι σε σχήμα Π, είναι ίσως το μεγαλύτερο των Βαλκανίων. Η σπάνια φωτογραφία είναι της συλλογής του κ. Δημήτρη Α. Μαυρίδη και ταχυδρομήθηκε από την Καβάλα με γραμματόσημο του 1917 της Προσωρινής Κυβέρνησης.
06α. Ρεζή Ξάνθης, χτίστηκε το 1890 περίπου από μπουλούκια Κουδαραίων Ηπειρωτών μαστόρων.
06β. Πηγές αναφέρουν ότι φωτογραφίζεται σάλα εργασίας της Ρεζή Ξάνθης το 1911. Διαδικτυακή πηγή Yani Hristaki.