Δεν είχε και πολλά αξιοσημείωτα η επίσκεψη του Τούρκου Πρωθυπουργού στη Θράκη, που δεν παύει να είναι ένα σημαντικό γεγονός υπό την έννοια ότι το διάστημα των 13 ετών από την προηγούμενη επίσκεψη Ερντογάν, είναι πολύ μικρό για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Η επίσκεψη κινήθηκε στο ίδιο “σενάριο” με εκείνη και είχε κάποιες πανομοιότυπες εκφράσεις.

Με λίγα λόγια δεν ήθελε να διαταράξει το στάτους της περιοχής και να εγείρει ζητήματα (“είστε πολίτες της Ελλάδα και πρέπει να εργάζεστε για την ανάπτυξή της”) αλλά ταυτόχρονα να υπενθυμίσει και το νήμα που συνδέει τη μειονότητα με τη γείτονα (“ομογενείς, ομόθρησκοι που η Τουρκία σας σκέφτεται και πρέπει να γαλουχείτε τις νέες γενιές με αυτές τις αρχές”).Ως προς τα μηνύματα που κάποιοι υπολόγιζαν ότι θα στείλει για τις  ισορροπίες στο χώρο της μειονότητας, προφανώς και δεν διαταράχθηκε τίποτε από το υπάρχον στάτους αλλά μάλλον επιβεβαιώθηκε.

Αν κάτι διαφοροποιήθηκε σε σχέση με το παρελθόν αυτό είναι η παρουσία  του Υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Αμανατίδη που συνόδευσε σε όλη την παρουσία του τον Τούρκο Πρωθυπουργό, βρέθηκε μέσα στο τέμενος, μίλησε και έδωσε ένα διαφορετικό τόνο. Δηλαδή από ελληνικής πλευράς υπήρξε σοβαρή οργάνωση και μέριμνα για την επίσκεψη. Στα αξιοσημείωτα η αλλαγή του προγράμματος και η απουσία του Τούρκου Πρωθυπουργού από τα εγκαίνια της εταιρίας ΥΑΚΑ, του Λεβέντ Σαδίκ (όπου βρέθηκε ο Υπουργός Μεταφορών Α. Αρσλάν) που μπορεί να έχει αλλά και να μην έχει κάποια ιδιαίτερη σημασία.

Αυτό λοιπόν που με κάθε ευκαιρία αποκαλείται “πρόκληση” δεν σημειώθηκε. Είτε επειδή οργανώθηκε καλά η επίσκεψη από τις ελληνικές αρχές, είτε επειδή δεν ήθελε και η άλλη πλευρά, είτε επειδή μπορεί να συνέτρεξαν και τα δύο. Γιατί ακόμη και αν η Τουρκία για τους δικούς της λόγους εφαρμόζει μια κλιμακούμενη και ελεγχόμενη ένταση σε διμερή θέματα, η Θράκη έρχεται τελευταία στην ιεράρχηση. Όπως φάνηκε στις δηλώσεις που έγιναν στην Αθήνα, υπήρξαν άλλα ζητήματα, τα οποία “ανέβασε” η τουρκική διπλωματία.