Η υπόθεση της πρώην συνεταιριστικής ΣΕΚΑΠ στην Ξάνθη, που σήμερα ανήκει στον Ιβάν Σαββίδη έγινε αντικείμενο σφοδρής αντιπαράθεσης στην ολομέλεια της Βουλής μεταξύ Πρωθυπουργού και Αρχηγού Αξιωματικής Αντιπολίτευσης.

Οι βασικές παράμετροι της υπόθεσης σε μεγάλο βαθμό αποκαλύφθηκαν στη συζήτηση της Βουλής -και φάνηκε μάλιστα ότι η κυβέρνηση ήταν αυτή που ήθελε να ακουστούν ονόματα-  αλλά αυτό που δεν κατέστη σαφές είναι ότι η εξαγορά της εταιρίας από τον ομογενή επιχειρηματία το 2013, λόγω της καταστατικής μειοψηφίας που κατείχε η επίσης συνεταιριστική ΣΕΚΕ, ήταν μια ξεκάθαρη στρατηγική επιλογή της τότε κυβέρνησης, η οποία μάλιστα στο χρόνο που έγινε είχε την προφανή αποδοχή της κοινής γνώμης, και την έχει ακόμη αν κρίνει κανείς από την πορεία της επιχείρησης έκτοτε.

Αυτό που επίσης δεν ακούστηκε είναι ότι μέχρι και πριν λίγο καιρό, η επιβολή του προστίμου για το λαθρεμπόριο μαζί με τις προσαυξήσεις, στο ιλιγγιώδες ποσό των 38,5 εκατ. ευρώ, παρουσιάστηκε από τον αντιπολιτευόμενο τύπο ως «παράδειγμα καταδίωξης της υγιούς επιχειρηματικότητας», μέχρι την ημέρα που άρχισε να αμφισβητείται η πολιτική πλεύση του ομογενή επιχειρηματία και να προοιωνίζεται η δυναμική είσοδός του στο χώρο των ΜΜΕ. (Όπως αντίστοιχα άκομψα είχε διακοπεί η αρχική ευαισθησία της αντιπολίτευσης για τον ΔΟΛ όταν φημολογήθηκε -και μόνο- η πιθανότητα, να μην συνεχίσει να ακολουθεί αντικυβερνητική  γραμμή).

Ποιοι εξαπάτησαν τον Ιβάν

Αυτό που επίσης δεν έγινε σαφές – και είναι η ουσία του ζητήματος- είναι αν ο επιχειρηματίας κατά το χρόνο εξαγοράς της επιχείρησης γνώριζε για την ύπαρξη αυτού του υπέρογκου προστίμου ή εξαπατήθηκε, όπως φαίνεται ότι συμβαίνει και όπως μάλλον συνομολογούν όσοι ενεπλάκησαν στην αγοραπωλησία τότε και, προφανώς, συνεχίζουν να μην ανήκουν στο κυβερνητικό στρατόπεδο ως και σήμερα.

Άρα εφόσον όλες αυτές οι παράμετροι μπορούν να δώσουν μια αιτιολογική βάση στην επίμαχη τροπολογία και, γενικότερα, τη μεταχείριση του συγκεκριμένου και άλλων επιχειρηματιών που εξαγόρασαν προβληματικές συνεταιριστικές και άλλες επιχειρήσεις (προφανώς αρκετές ακόμη) θα έπρεπε η αντιπολίτευση να εξετάσει αν ισχύει η κυβερνητική δέσμευση ότι τα πρόστιμα δεν διαγράφονται, οι ποινικές ευθύνες δεν αίρονται και οι καταλογισμοί βαρύνουν τις διοικήσεις που είναι υπεύθυνες για τη λαθρεμπορία και τις άλλες αντίστοιχες σκοτεινές υποθέσεις.

Στο τέλος  της ημέρας, αυτό που απομένει ως πολιτικό συμπέρασμα είναι ότι αυτοί που πρωταγωνίστησαν στην πώληση (ΝΔ και ΠΑΣΟΚ παρά την «κακόγουστη» στάση στη Βουλή) αντιδρούν σήμερα εξαιτίας της φερόμενης ως πιθανής σύμπλευσης του επιχειρηματία με την κυβερνητική πλειοψηφία που «σπάει» το μέτωπο επιχειρήσεων-τραπεζών-ΜΜΕ εναντίον των ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Και αυτό έχει διττή ανάγνωση σίγουρα.

Τι προσπαθούν να ξεχάσουν

Αυτό που κανείς δεν θα αναζητήσει όμως είναι ποιες είναι οι διοικήσεις (ειδικότερα στη ΣΕΚΑΠ) που ευθύνονται για αυτές τις τερατώδεις υποθέσεις με απάτες και λαθρεμπορία, που μπήκαν και βγήκαν αρκετές φορές μέχρι σήμερα σε πολιτικά και ποινικά δικαστήρια για πλήθος υποθέσεων (από καράβια με λαθραία φορτία που προσάραξαν μέχρι νταλίκες που λήστευαν στα φανάρια) όπως όλοι όσοι διοίκησαν συνεταιριστικές επιχειρήσεις. Αυτό μαρτυρά και τη βασική αιτία της καταστροφής τους, καθώς τις διαχειρίστηκαν κομματικοί στρατοί με αναξιοκρατία, διαφθορά και συνέργεια του παλαιού πολιτικού συστήματος που ικανοποιούσε τα πελατειακά του δίκτυα και έκρυβε τα προβλήματα όσο τα δημόσια οικονομικά κάλυπταν τα τεράστια οικονομικά ανοίγματα της κακοδιαχείρισης.

Και τα πιο εμβληματικό είναι ότι εταιρίες με σημαίνουσα θέση στην παγκόσμια αγορά, με τεράστια δραστηριότητα και κύκλους εργασιών δισεκατομμυρίων, διοικήθηκαν από …τραυματιοφορείς και άλλους απίθανους τύπους χωρίς απολυτήριο Γυμνασίου, διορισμένους από κομματικούς παράγοντες, που στο δική τους προσωπική επιχείρηση δεν θα τους εμπιστεύονταν ούτε για κλητήρες. Είναι δεδομένο ότι ένας πρωτοετής φοιτητής οικονομικών θα είχε καταφέρει καλύτερα αποτελέσματα.

Για αυτό το κλειδί της υπόθεσης ΣΕΚΑΠ δεν είναι στο σήμερα αλλά στο παρελθόν. Αν κάποιος θέλει να κάνει πραγματική πολιτική, οφείλει να γυρίσει το χρόνο πίσω και να αναζητήσει ποιοι ευθύνονται για τις υποθέσεις λαθρεμπορίας και σε ποιους θα καταλογιστούν τα πρόστιμα καθώς και στην περίπτωση όλοι αυτοί να αρχίσουν τώρα να «κελαηδάνε» για το παρελθόν…

Και να μάθουμε επιτέλους, αν, από τις εταιρίες αυτές που σήμερα δεν υπάρχουν, χρηματοδοτήθηκαν πολιτικές καριέρες, κόμματα και ΜΜΕ (ή όχι…)

Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmail.com