Η οικονομική κρίση και οι επιπτώσεις της επιδρούν αρνητικά τόσο στους οικονομικούς δείκτες, όσο στην κοινωνική συνοχή. Αυτή η προφανής και αναμενόμενη διατύπωση παρότι ορθή, παραμένει γενικόλογη αν δεν προσδιορίζεται ποιους επιδρά και σε τι επηρεάζει.
Εν ολίγοις η κρίση αγγίζει όλους; Δημιουργεί αρνητικά αποτελέσματα σε όλους; Εμφανίζει ίδια συμπτώματα; Ασφαλώς όχι. Αν εξαιρέσουμε τους λίγους που ωφελούνται από μία οικονομική κρίση, τους ελάχιστους που την εκμεταλλεύονται και τους μετρημένους στα δάχτυλα που αδιαφορούν γι’ αυτήν, οι υπόλοιποι είμαστε έρμαιά της.
Κρίση και αγορά εργασίας
Τουλάχιστον το ένα τέταρτο του εργατικού δυναμικού της χώρας είναι εκτός εργασίας είτε αναζητώντας δουλειά, είτε έχει παραιτηθεί μετά από απέλπιδες προσπάθειες για εύρεση εργασίας. Ένα άλλο σημαντικό ποσοστό, που ξεπερνά το 20% των εργαζομένων, εργάζεται σε επισφαλείς θέσεις εργασίας, έχει μερική ή περιστασιακή απασχόληση, ασκεί εργασία εκ περιτροπής, εναλλασσόμενη, διακοπτόμενη ή κάποια άλλη μορφή που δεν προσιδιάζει με την τυπική και την κανονική εργασία. Οι υπόλοιποι είναι σε πλήρεις ή άλλες μορφές απασχόλησης, με σημαντικό μερίδιο σε αυτό τον πληθυσμό να κατέχουν οι δημόσιοι υπάλληλοι και οι εργαζόμενοι στο Δημόσιο, τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, τα ΝΠΔΔ και τους ΟΤΑ. Και ασφαλώς δεν ξεχνιέται ότι η ανεργία των νέων ξεπερνά το 50%, καθώς και εκείνη των γυναικών. Το τοπίο στην αγορά εργασίας είναι μεσαιωνικό ως προς τα δικαιώματα των εργαζομένων, με εμφανέστατες τις διακρίσεις μεταξύ αυτών που εργάζονται και εκείνων που είναι άνεργοι, όπως και των μεσήλικων που έχουν σταθερή εργασία στο Δημόσιο και των ευρύτερο δημόσιο τομέα και των νέων (συνήθως των παιδιών τους) που με τα πτυχία τους κορνιζαρισμένα, δουλεύουν σε άθλιες συνθήκες, αμειβόμενοι με τριτοκοσμικούς μισθούς, ενώ οι τολμηροί με «το δισάκι τους στον ώμο» αναζητούν σε ξένα μέρη μια καλύτερη ζωή.
Όπως γίνεται εύκολα αντιληπτό, η ανθρωπογεωγραφία της αγοράς εργασίας είναι πολύ διαφορετική από τις προηγούμενες δεκαετίες, από τις συνήθεις εικόνες που μάθαμε να βλέπουμε και να ζούμε με αυτές. Στο πλαίσιο αυτό και αντιμετωπίζοντας το παραπάνω τοπίο, όσοι εργάζονται, έστω με ελάχιστη μορφή εργασιακής διασφάλισης, με πολλές όμως οικογενειακές, οικονομικές και κοινωνικές υποχρεώσεις και ανάγκες, αισθάνονται ως επιζήσαντες από μια καταστροφή.
Το σύνδρομο του επιζήσαντος και η κρίση
Παλαιότερα γράψαμε για το σύνδρομο του επιζήσαντος από την οικονομική κρίση και εκεί είχαμε αναφέρει ότι αυτό δημιουργεί αισθήματα ενοχής («εγώ δουλεύω, αλλά ο φίλος μου απολύθηκε»), τα οποία επιτείνονται λόγω της εργασιακής ανασφάλειας. Όσοι εργάζονται κάτω από αυτές τις συνθήκες, εμφανίζουν θυμό, κατάθλιψη, φόβο και ενοχή. Είναι εγκλωβισμένοι σε έναν φαύλο κύκλο: η κρίση επηρεάζει αρνητικά την εργασιακή συμπεριφορά, βοηθάει στην ανάπτυξη του συνδρόμου, οι ενοχές πολλαπλασιάζονται μαζί με το άγχος, τα ψυχοπαθολογικά προβλήματα αυξάνονται και η εμφάνιση νέων μέτρων ή η αβεβαιότητα και η ανυπαρξία προσδοκίας για καλυτέρευση της εργασιακής και οικονομικής κατάστασης, δημιουργούν νέα και επαυξημένα προβλήματα, άγχη, φοβίες και ενοχές.
Σύμφωνα με διεθνείς μελέτες, η εμφάνιση του συνδρόμου του επιζήσαντος σε εργασιακούς χώρους που οδηγούνται σε συρρίκνωση, σε μαζικές απολύσεις και αντιμετωπίζουν οικονομικά προβλήματα ή κρίνεται η βιωσιμότητά τους, οδηγεί σε χαμηλή εργασιακή εμπλοκή και ταύτιση, μειώνει τη δημιουργικότητα και την επίδοση και αυξάνει τα αισθήματα ανασφάλειας, εργασιακού στρες και πίεσης. Υπάρχει αιτιώδεις απόδειξη για το σύνδρομο του επιζήσαντος, δηλαδή, η αρνητική επίδραση των προβλημάτων των επιχειρήσεων λόγω οικονομικής κρίσης επάνω στην εργασιακή επίδοση. Το σύνδρομο μπορεί να ερμηνευθεί από τα συντριπτικά αποτελέσματα των οικονομικών προβλημάτων στο βαθμό ταύτισης των εργαζομένων με την επιχείρησή τους.
Η εργασιακή επίδοση και η συμπεριφορά των επιζησάντων έρχεται ως «το κερασάκι στην τούρτα» στα συσσωρευμένα προβλήματα που καλούνται να αντιμετωπίσουν οι επιχειρήσεις λόγω κρίσης. Δυστυχώς ελάχιστοι το αντιλαμβάνονται και όσοι το βλέπουν, δεν το αντιμετωπίζουν. Αντ’ αυτού, με την απειλή της απόλυσης («θα πάθεις κι εσύ, ότι συνέβη στον διπλανό σου»), αποζητείται η συμμόρφωση και η υπακοή, μια απαίτηση επιβαλλόμενη και αναγκαστική. Σε αυτή την περίπτωση, δεν υπάρχει το κίνητρο και το αντικίνητρο («το καρότο και το μαστίγιο»), αφού η απειλή της απόλυσης (το «μαστίγιο») σχετίζεται με την απαίτηση για υπακοή και την υποταγή (επίσης το «μαστίγιο»). Το «καρότο» απουσιάζει και ο εργασιακός μεσαίωνας καλπάζει.
Λίγο πριν από τις διαβουλεύσεις για τα εργασιακά, τα οικονομικά μεγέθη που θα τεθούν στο τραπέζι για συζήτηση πρέπει να συνοδεύονται από στοιχεία και αποτελέσματα ερευνών που αφορούν στις συντριπτικές και καταλυτικές επιδράσεις της οικονομικής κρίσης και των επιχειρησιακών προβλημάτων στην εργασιακή επίδοση, στη συμπεριφορά και στις στάσεις των εργαζομένων ως προς την εργασία τους και τον εργασιακό τους χώρο. Σε διαφορετική περίπτωση θα διαμορφώνουμε πολιτικές που στα χαρτιά δημιουργούν θετικά αποτελέσματα αλλά στην πράξη καταρρακώνουν ανθρώπινες ψυχές. Έτσι, δεν θα διαφέρουμε από τους υπευθύνους όσων βιώνουν τα αποτελέσματα της κρίσης, αλλά και εκείνους που εμφανίζουν το σύνδρομο του επιζήσαντος. Το ίδιο αποκρουστικό προσωπείο θα έχουμε φορέσει και τα ίδια αποτρόπαια χαρακτηριστικά θα εμφανίζουμε. Τότε δεν θα υπάρχει δικαιολογία για οτιδήποτε, ούτε λόγος να αναρωτηθούμε αν διαφορετικοί είμαστε από τους άλλους
Από το tvxs.gr