SIDIROPOULOS-EDITORIALΜέσα στις παραδοξότητες της πολιτικής πραγματικότητας υπάρχουν ζητήματα που αρχίσουν και ξεφεύγουν από τα όρια εδώ και καιρό μέσα σε ένα πολύ νοσηρό πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, που διαμορφώνεται ως προάγγελος δυσμενών εξελίξεων και με τους πολίτες εμφανώς αναστατωμένους και ευέξαπτους

Οι αρχικές ενδείξεις προέρχονται από την – ενδεχομένως και λανθασμένη στρατηγικά- ακραία αντιπολιτευτική τακτική που έχει επιλέξει η ΝΔ σε μια προσπάθεια να διατηρήσει συσπειρωμένη τη βάση της με την προσμονή της εξουσίας. Προφανώς και στο πλαίσιο της αντιπολίτευσης συχνά οι πολιτικές δυνάμεις μεταχειρίστηκαν το μαξιμαλισμό ή τις κατά συνθήκη ασυνέπειες  (οι βεβαιότητες της αντιπολιτευτικής περιόδου του ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι μακριά άλλωστε). Όμως μετά την ψήφιση του ασφαλιστικού και τη -διαφαινόμενη– σταθεροποίηση της κυβέρνησης Τσίπρα, η ρητορική που αναπτύσσεται, όπως πχ η μομφή κατά των δανειστών ότι εξυπηρετούν τα συμφέροντα…της χώρας,  σε συνδυασμό με την όξυνση της αντιπαράθεσης σταθεροποιούν όλο και περισσότερο μια βάση ηθικής και πολιτικής νομιμοποίησης του ακροδεξιού και φασιστικού λόγου. Είτε από εγκληματική ανοχή ίσως ακόμη και ως στρατηγική επιλογή κομμάτων της αντιπολίτευσης για την αποδόμηση του ΣΥΡΙΖΑ εφόσον, πρακτικά, δεν μπορούν να αμφισβητήσουν προγραμματικά τις κεντρικές –και άρα μνημονιακές – επιλογές.

Η αναβάπτιση του φασισμού στο ίντερνετ

Το διαδίκτυο και ιδιαίτερα τα κοινωνικά δίκτυα είναι ο καθρέφτης της εκδήλωσης αυτών των φαινομένων καθώς αποτελούν τους κατεξοχήν χώρους όπου τα χαρακτηριστικά μιας προσωπικότητας μεγεθύνονται και υπερβάλλουν και όπου δρα χωρίς όριο ο διαδικτυακός όχλος, διακινώντας από κατασκευασμένες ειδήσεις  μέχρι συνωμοσιολογικές και μεταφυσικές ανησυχίες σε ένα εκρηκτικό μείγμα με επιτηδευμένα αφελή πολιτικά ευφυολογήματα ή εθνικιστικές και θρησκευτικές υπερβολές. (Βέβαια, η κατασκευή ειδήσεων και η υπερπροβολή της Χ.Α. ως lifestyle icon υπήρξαν επίσημη στρατηγική μιας μερίδας των ΜΜΕ εδώ και χρόνια, είτε ως συνειδητή αξιοποίηση του αρχέγονου ρόλου του φασισμού είτε ως άμυνα στην κυβερνητική πολιτική που ενοποιεί και επιτίθεται σε μιντιακό/επιχειρηματικό κατεστημένο και πολιτικό προσωπικό. Αλλά αυτή η ανάγνωση μοιάζει κάπως απλοϊκή).

Οι πολιτικοί μεταχειρίζονται τον ξύλινο και, κατά περίπτωση, τον φοβικό λόγο χωρίς εντυπωσιακές υπερβολές, με τις γνωστές εξαιρέσεις, αλλά υπάρχουν οπαδοί και «μονταζιέρες» που έχουν αναλάβει συστηματικά τη διακίνηση της  καινοφανούς εκδοχής της «θεωρίας των δύο άκρων»  όπου κυβερνητική εξουσία ταυτίζεται με την  Αριστερά  και όσα εκπροσωπεί (που πολλοί διαφωνούν ότι την εκπροσωπεί, πολύ περισσότερο ότι  την μονοπωλεί). Σε αυτό το αντι-ΣΥΡΙΖΑ δίπολο που διαμορφώνεται απειλούνται αξίες που θεωρούσαμε δεδομένες για τη δημοκρατία μας  στο βωμό του ετεροκαθορισμού σε σχέση με τη ρητορική της Αριστεράς. Για τους ίδιους λόγους η αντιπολίτευση έχει ομογενοποιηθεί σε μια πολιτική ρητορική που ταυτίζεται με τη Δεξιά του Άδωνι ή το κέντρο του Λοβέρδου.

(Χαρακτηριστικό αυτού του μένους  είναι το παράδειγμα του «μεταλλαγμένου» πολιτικού στελέχους του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος ενοχλείται από τη φωτογραφία του Άρη Βελουχιώτη- που δεν ήταν ζωντανός στον εμφύλιο- σε γραφείο υπουργού και ξεχνά ότι ο ίδιος χειροκροτούσε και εξέλεξε Βουλευτή Επικρατείας κάποτε τον…Μάρκο Βαφειάδη)

Το facebook, που λειτουργεί ως καφενείο στο οποίο συχνάζουν διάφοροι επίδοξοι «Πρωθυπουργοί» που η κοινωνία «τους αδίκησε», δίνει την ψευδαίσθηση σε κάθε συμπλεγματικό και απαίδευτο πολιτικά, ότι εκφέρει δημόσιο λόγο. Κάποιοι «φωνάζουν» όλο και περισσότερο για να ακουστούν και να τραβήξουν την προσοχή στα πολιτικάντικα λογύδριά τους ή το υλικό αυτής της ηθελημένης διασποράς. Μέσα σε αυτή την παραζάλη κυριαρχεί η διακίνηση της αλλόκοτης ρητορείας που νομιμοποιεί πολιτικά τους νεοναζί και τις δικτατορίες, μεταχειριζόμενη τα τοτέμ  και τις ψευδαισθήσεις του ελληνικού εθνικισμού.

Οργανωμένες ομάδες και trolls

Οι κυρίαρχοι τύποι που αναλαμβάνουν να επιτίθενται ως οργανωμένες ομάδες «τρολς» μέσα στο ίντερνετ εκτός από τη διάχυση όλων αυτών των ακατάληπτων πληροφοριών φροντίζουν να παρενοχλούν πολίτες στα social media, να ανοίγουν πεζούς διαλόγους, να κατακλύζουν τα σχόλια στις ειδήσεις των sites (κυρίως σε αυτά που ποτέ δεν θα είχαν ενδιαφέρον να διαβάσουν) με πραγματικά ή ψεύτικα προφίλ που δημιουργούν κατά ομάδες. Και όταν εισπράττουν την αδιαφορία, όπως συμβαίνει συνήθως, αρχίζουν να προκαλούν εκδηλώνοντας τις γνωστές λαϊκίστικες και στερεοτυπικές θεωρίες που καλλιεργεί η ακροδεξιά με πιο χαρακτηριστική την εργαλειακή ισοπέδωση του πολιτικού συστήματος, θεμέλιο του εκφασισμού της κοινωνίας.

Δεν είναι πια περιθώριο, όπως κάποιοι θεωρούσαν στο παρελθόν αλλά  αυτή η ρητορεία είναι προσκήνιο,  μέσα σε ένα κλίμα νοσηρότητας και ανέξοδης επίκλησης των πιο ταπεινών ενστίκτων του νεοέλληνα, που μπορεί να είναι συστηματικός φοροφυγάς αλλά μιλά για «κλέφτες», να  μεταχειρίστηκε στο έπακρο το πελατειακό κράτος για να αμφισβητήσει τώρα των «πατριωτισμό» των πολιτικών, εφόσον δεν διαιώνισαν τα προνόμιά του κλπ. Πολιτική ανάλυση και εργαλεία δεν υπάρχουν σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι ζήτημα κυρίως ανθρώπινης συμπεριφοράς και διαταραχής η αναπαραγωγή ενός λόγου που θεωρούσαμε ότι είχε εξαντληθεί στον πεζοδρομιακό και καφενειακό όχλο περασμένων δεκαετιών.

Oι διαχωριστικές γραμμές και οι «χρήσιμοι ηλίθιοι»

Η πρόσφατη ιστορία απέδειξε ότι για κάποιους αυτό το κομμάτι της πολιτικής υπήρξε χρήσιμο, όπως διαπιστώνεις βλέποντας τον Καρατζαφέρη να …πουλά κάθε βράδυ κολλαγόνο στο κανάλι που του δώρισαν ή τους πρώην και νυν συνεργάτες του να πωλούν τη δική τους υλική ή πολιτική πραμάτεια με αντίστοιχες αγοραίες μεθόδους και ρητορική. Εφεδρείες υπήρξαν και θα υπάρξουν.  Αντίστοιχα αν θέλουμε να διαγνώσουμε το μερίδιο ευθύνης του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό ανάγεται στην αντιπολιτευτική περίοδο όταν στη βάση του αντι-μνημονιακού διπόλου, υπήρξαν συμπεριφορές που υπερέβαλλαν και «άγγιξαν» την απολιτική ισοπέδωση. Πιθανότατα οι οπαδοί που υπήρξαν φορείς αυτών των αντιλήψεων (που απέχουν και από την πολιτική του παράδοση) δεν βρίσκονται σήμερα στις τάξεις του αλλά τα γεγονότα έχουν καταγραφεί.

Οι μετεμφυλιακές –περίπου- ιαχές είναι μια καταστροφική πολιτική στρατηγική σε μια περίοδο κατά την οποία η κοινωνική επιρροή της ΧΑ αρχίζει να είναι μεγαλύτερη από την εκλογική απήχηση ενώ οι υπόδικοι για δολοφονίες κυκλοφορούν ανενόχλητοι σε όλη τη χώρα και φροντίζουν να προκαλούν όλο και περισσότερο, συσπειρώνοντας το χειρότερο κομμάτι της κοινωνίας που ελπίζει στην πολιτική μαυρίλα τους.  Η κυβέρνηση δεν δικαιούται να φερθεί ανώριμα όπως και η Αριστερά εν συνόλω έχει ευθύνη να επανεξετάσει την άποψη ότι ο αντιφασισμός είναι προνομιακός χώρος της ίδιας και των εργαλείων της, δηλαδή να μην περιχαρακώνεται και «χαρίζει» τους «νοικοκυραίους» στην επιρροή και την εδραίωση του ακροδεξιού λόγου και να αυξάνει τις πιθανότητες οι κάλπες όλο και περισσότερο να «γεννούν τέρατα».

Το υπόστρωμα όπου εκδηλώνονται τα φαινόμενα είναι  η όξυνση του πολιτικού λόγου ενώ έχει πάψει να υφίσταται οποιαδήποτε πολιτική εναλλακτική. Τα μνημόνια «μας έκατσαν βαριά» είναι η αλήθεια και συνεχίζουν να αποδεκατίζουν το πολιτικό προσωπικό αλλά δεν θα ξεπλυθούν ποτέ με τον ακραίο λόγο και την απενοχοποίηση της ακροδεξιάς ρητορικής. Άρα είναι πάρα πολύ επικίνδυνη και αναχρονιστική η αντίληψη  που «απελευθερώνεται» χωρίς ενοχές  ότι το κράτος, οι θεσμοί και η δημοκρατική παράδοση –αστική δίχως αμφιβολία- που εδραιώθηκε στη μεταπολίτευση αμφισβητούνται όσο δεν εξυπηρετούν πια την πολιτική τάξη που την εδραίωσε και κυριάρχησε μέχρι πρόσφατα.

Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmail.com