Αυτή η φωτογραφία, ίσως αποτυπώνει καλύτερα από χίλια λόγια τη σημερινή κατάσταση της Ευρώπης. Τραβήχτηκε πριν από ένα μήνα στο Στρασβούργο: στην κεντρική πλατεία, εκατοντάδες άτομα κάνουν ουρά για ένα καφέ έξω από το κατάστημα Starbucks, που μόλις άνοιξε στην ιστορική πόλη της Αλσατίας. 
strasbourgΜου θύμισε μια παλιότερη φωτογραφία του 1990, λίγο καιρό πριν από τη κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Τότε που στην ιστορική πλατεία Πούσκιν της Μόσχας, τα πρωτοεμφανιζόμενα MacDonals είχαν προκαλέσει ανάλογες ουρές εκατοντάδων μέτρων. Τουλάχιστον, οι Σοβιετικοί είχαν και κάποιες δικαιολογίες.

Στα ελάχιστα εστιατόρια της πόλης οι περισσότεροι δεν μπορούσαν να πάνε, όταν υπήρχε φαγητό. Δεν είχαν ξαναδεί στη ζωή τους fast food – όχι δηλαδή ότι έχαναν και τίποτα – ενώ οτιδήποτε δυτικό ήταν τότε περιζήτητο. Αλλά οι κάτοικοι της πλούσιας Γαλλίας, να ξημεροβραδιάζονται στο κρύο για ένα αμερικανικό ρόφημα, όταν σε κάθε γωνιά του Στρασβούργου υπάρχει και από ένα γαλλικό Καφέ;

H Σοβιετική Ένωση βρισκόταν τότε αντιμέτωπη με μια πολύπλευρη κρίση. Όχι μόνο οικονομική και πολιτική: ήταν κρίση ταυτότητας. Την ίδια ακριβώς κρίση αντιμετωπίζει η σημερινή Γαλλία. Και κατ’ επέκταση ολόκληρη η Ευρώπη. Είναι ακριβώς αυτή η βαθύτερη κρίση αξιών, που αναδείχθηκε με το προσφυγικό. Γιατί δεν έχει πρόβλημα προσφυγικό η Ευρωπαϊκή Ένωση. Έχει ασφαλώς ο Λίβανος, όπου το ένα τρίτο του πληθυσμού είναι πρόσφυγες. Η Τουρκία, στης οποίας το έδαφος έχουν συγκεντρωθεί 3-4 εκατομμύρια πρόσφυγες. Αλλά η Ευρωπαϊκή Ένωση των 500 εκατομμυρίων να μην μπορεί να απορροφήσει 1 εκατομμύριο πρόσφυγες, όταν ανάλογο αριθμό μεταναστών απορρόφησε την δεκαετία του 90 η μικρή Ελλάδα;

Η κρίση της Γαλλίας καθρεφτίζει τη κρίση της Ευρώπης αλλά συγχρόνως είναι και μία από τις αιτίες της ευρύτερης κρίσης. Μέχρι τη πτώση του τείχους του Βερολίνου το 1989, η Ευρωπαϊκή Ένωση στηριζόταν στον λεγόμενο γαλλογερμανικό άξονα. Οι Γερμανοί έβαζαν τα περισσότερα χρήματα, οι Γάλλοι την διπλωματική και στρατιωτική τους υπεροχή. Για να περάσει η όποια σοβαρή απόφαση, χρειαζόταν συμφωνία και της Γαλλίας και της Γερμανίας.

Ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Μιτεράν  φοβόταν τότε, όταν τέθηκε το θέμα της αναπόφευκτης ενοποίησης των δύο γερμανικών κρατών, ότι μια μεγάλη Γερμανία  θα μπορούσε να επιδιώξει για μια ακόμη φορά να κυριαρχήσει στην Ευρώπη. Τους ίδιους φόβους συμμεριζόταν και η Βρετανίδα πρωθυπουργός Μάργκαρετ Θάτσερ. Η Συνθήκη του Μάαστριχτ το 1992 και η εισαγωγή του κοινού νομίσματος αργότερα, αποσκοπούσαν, μεταξύ των άλλων, στον έλεγχο της Γερμανίας μέσα σε από ένα πλαίσιο κοινών, ευρωπαϊκών κανόνων. Το κοινό νόμισμα και τα μέτρα που υποτίθεται ότι θα το συνόδευαν, θα πετύχαιναν, επίσης, τη μείωση των διαφορών μεταξύ των πλούσιων χωρών του Βορρά με τις φτωχότερες περιφερειακές και νότιες χώρες της Ευρώπης.

Κανείς από αυτούς τους στόχους δεν επετεύχθη. Οι πλούσιες χώρες επωφελήθηκαν από το φθηνό – για αυτές – ευρώ, για να ενισχύσουν τη βιομηχανία και τις εξαγωγές τους. Οι φτωχές αναγκάστηκαν να χρησιμοποιήσουν ένα ισχυρό νόμισμα και συγχρόνως αποβιομηχανοποιήθηκαν. Απλώς εκμεταλλεύθηκαν τα χαμηλά επιτόκια δανεισμού για άσκοπο υπερδανεισμό.  Η Ελλάδα για να εξυπηρετηθεί η επιβίωση ενός πελατειακού κράτους και για την αγορές πολεμικού εξοπλισμού, μια ακόμη πηγή διαφθοράς. Για να μην αναφερθεί κανείς  στην Πορτογαλία, που έφτασε να αγοράσει την δεκαετία του 2000 δύο πολεμικά υποβρύχια. Γερμανικά ασφαλώς και χωρίς να έχει κανένα πρόβλημα με γειτονικές της χώρες. Μάλλον για αποτελεσματικότερη αλιεία του μπακαλιάρου.

Το κοινό νόμισμα, αντί να δεσμεύσει τη Γερμανία, είχε το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα. Από την αρχή της νέας χιλιετίας και την εισαγωγή του ευρώ, το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας έχει σχεδόν τετραπλασιαστεί και σήμερα ανέρχεται σε 217 δισεκατομμύρια ευρώ. Η οικονομική κρίση του 2008  βρήκε την μεν Γαλλία ανέτοιμη και την Γερμανία σε πολύ καλύτερη θέση να την αντιμετωπίσει. Όπως η κρίση ήταν οικονομική και όχι στρατιωτική, ο ακήρυχτος πόλεμος που ξέσπασε οικονομικός και όχι συμβατικός, η Γερμανία βρέθηκε σε πλεονεκτική θέση. Ο γαλλογερμανικός άξονας είναι πλέον ανισοβαρής, αν ακόμη υφίσταται, και αυτό προκαλεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα ανισορροπίας.

Σαν να μην έφταναν όλα, όταν ξέσπασε η κρίση, στην ηγεσία της Γερμανίας βρέθηκε μία πολιτικός που ούτε ανήκε στη γενιά με τις εμπειρίες του πολέμου, ούτε είχε γαλουχηθεί από τις ιδέες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Άνγκελα Μέρκελ ήταν 35 ετών, όταν έπεσε το τείχος του Βερολίνου και είχε άρα διαμορφώσει την προσωπικότητα και τις αξίες της. Στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας, όπου ζούσε μέχρι τότε, δεν υπήρξε ποτέ πραγματικά μια ουσιαστική κριτική της εποχής του ναζισμού (η οποία αποδόθηκε στους καπιταλιστές της Δύσης) και φυσικά δεν είχαν καμία ιδέα για τα σχέδια μιας ενωμένης Ευρώπης, καθώς είχαν το βλέμμα τους στραμμένο προς τη Μόσχα.

Η Μέρκελ επωφελήθηκε από την κρίση για να εδραιώσει την θέση της στη γερμανική πολιτική σκηνή ενώ συγχρόνως, υπό την ηγεσία της, το Βερολίνο χρησιμοποίησε την κρίση για να κερδίσει περισσότερα χρήματα. Αυτό δεν είναι απαραίτητα κακό, αρκεί να μην γίνεται κερδοσκοπώντας σε βάρος των υποτιθέμενων εταίρων, παραβιάζοντας κάθε έννοια έστω και στοιχειώδους ευρωπαϊκής  αλληλεγγύης.  Σύμφωνα με μια πρόσφατη έρευνα του – γερμανικού – Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών Halle, οι εξοικονομήσεις στον γερμανικό προϋπολογισμό, λόγω της κρίσης στην ευρωζώνη, υπολογίζονται σε περισσότερα από  100 δισεκατομμύρια ευρώ (ή άνω του 3% του ΑΕΠ) από το 2010 έως το 2015. Τα οφέλη αυτά, συμπλήρωνε το Ινστιτούτο «τείνουν να είναι μεγαλύτερα από τα έξοδα, ακόμη και σε ένα σενάριο όπου η Ελλάδα δεν αποπληρώσει κάποια από τα χρέη της».

Η εκτίμηση αυτή δεν λαμβάνει υπόψη ούτε τα οφέλη από τις γερμανικές εξαγωγές λόγω της χαμηλής ισοτιμίας του ευρώ, ούτε τα άμεσα γερμανικά κέρδη από τους τόκους για το δάνειο που δόθηκε στην Ελλάδα, τα οποία εκτιμώνται σε περίπου μισό δισεκατομμύριο ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του Σεπτεμβρίου 2015. Η έκθεση του Ινστιτούτου Halle περιέχει ένα άλλο πολύ σημαντικό συμπέρασμα: «Αντιμέτωποι με την κρίση, οι επενδυτές αναζητούν ασφαλείς επενδύσεις. Κατά τη διάρκεια της κρίσης χρέους στη ζώνη του ευρώ, η Γερμανία επωφελήθηκε δυσανάλογα από αυτήν την πρακτική: κάθε φορά που υπήρχαν κακές ειδήσεις για την Ελλάδα, οι αποδόσεις των γερμανικών κρατικών ομολόγων μειώνονταν, ενώ κάθε φορά που υπήρχε μια καλή είδηση για την Ελλάδα, οι αποδόσεις των γερμανικών κρατικών ομολόγων αυξάνονταν». Όσο δηλαδή μεγαλύτερη κρίση υπάρχει στην Ελλάδα, τόσο περισσότερο επωφελείται η γερμανική οικονομία.
Αυτή όμως η συμπεριφορά εναντίον των χωρών του νότου που στολίστηκαν και με διάφορα υποτιμητικά επίθετα, χωρίς προηγούμενο στην ιστορία της ΕΕ, έδωσε το πράσινο φως σε όλες τις χώρες να ενεργούν με βάση τις στενές εθνικές τους επιδιώξεις. Δεν χρειαζόταν παρά ένα έκτακτο γεγονός για να φανεί αυτή η πολύ σοβαρή απομάκρυνση από τους κανόνες που κρατούσαν την ΕΕ ενωμένη. Το προσφυγικό. Για να βελτιώσει την εικόνα της, που είχε αμαυρωθεί από την σκληρή στάση απέναντι στην Ελλάδα το καλοκαίρι του 2015, η Μέρκελ κάλεσε λίγο μετά τους πρόσφυγες στο Βερολίνο, προκαλώντας ένα νέο κύμα προσφύγων. Αλλά η πολιτική των ανοιχτών συνόρων δεν πέρασε ούτε καν στους συμμάχους και πρόθυμους δορυφόρους του Βερολίνου.

Η αποθέωση των εθνικών εγωισμών, όταν κάθε χώρα κάνει τα δικά της αδιαφορώντας επιδεικτικά για τους εταίρους της, είχε λειτουργήσει ως μπούμερανγκ. Και πάλι στον εικοστό πρώτο αιώνα, η Ευρώπη βρίσκεται αντιμέτωπη με το ίδιο πρόβλημα που γέννησε τόσες πολλές τραγωδίες στο παρελθόν: το γερμανικό ζήτημα. Η Γερμανία είναι πολύ ισχυρή για να περιοριστεί στα σύνορα της, αλλά πολύ αδύναμη για να κυριαρχήσει σε όλη την Ευρώπη.

Το ένα βασικό πρόβλημα της Ευρώπης είναι σήμερα ακριβώς το έλλειμμα  ηγεσίας και φυσικά ηγετών που να μπορούν να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Το άλλο είναι η οικονομική πολιτική που ακολουθείται, στην υπηρεσία της διεθνούς και ευρωπαϊκής ολιγαρχίας. Πολιτική που προκαλεί ανεργία, σκεπτικισμό για τις ευρωπαϊκές αξίες και την ίδια την αξία της δημοκρατίας, δημιουργώντας το κατάλληλο έδαφος για την καλλιέργεια του ρατσισμού, του εθνικισμού και της ακροδεξιάς. Είναι αυτή η ευρωπαϊκή ακροδεξιά που έβαλε τη σφραγίδα της στο προσφυγικό ζήτημα, ενώ στην Ελλάδα παραμονεύει να επωφεληθεί από την παρουσία των προσφύγων. Και εδώ είναι αναγκαία η δίκαιη αλλά αυστηρή εφαρμογή των νόμων, στη περίπτωση που ελληνική ακροδεξιά και νεοναζί θελήσουν να τους παραβιάσουν.

Σε κάθε περίπτωση, η εικόνα που παρουσιάζει η σημερινή Ευρώπη είναι δραματική. Η μία χώρα μετά την άλλη υψώνει τα τείχη που έπεσαν το 1989. Οι Βούλγαροι πολιτοφύλακες βασανίζουν τους πρόσφυγες, με ενθάρρυνση της κυβέρνησης. Στα σύνορα της Ελλάδας με την ΠΓΔΜ τους υποδέχονται με πλαστικές σφαίρες. Στη πλούσια Δανία τους κατάσχουν τα τιμαλφή. Ο Βέλγος υπουργός εσωτερικών έχει μια πιο ριζική λύση: πνίξτε τους. Και η βασίλισσα της Ολλανδίας εμφανίζεται με στολή της Βέρμαχτ.

Και δεν έχουμε δει τα χειρότερα, όπως ένα γεγονός που ίσως κλονίσει τα θεμέλια της ΕΕ: στο δημοψήφισμα τον Ιούνιο στη Βρετανία, με το ερώτημα του brexit, γιατί οι πολίτες να ψηφίσουν υπέρ της παραμονής όταν βλέπουν αυτές τις εικόνες; Για να κάνουν ούρα έξω από τα Starbucks;

* Ομιλία του Στέλιου Κούλογλου στην ημερίδα για το προσφυγικό που οργάνωσε η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων (Ιωάννινα 16/4/2016)

Περισσότερες πληροφορίες στο stelioskouloglou.gr

Aπο το tvxs.gr