Ο τόπος μας είναι κλειστός,
όλο βουνά που έχουν σκεπή
το χαμηλό ουρανό μέρα και νύχτα.

Δεν έχουμε ποτάμια, δεν έχουμε
πηγάδια, δεν έχουμε πηγές.
Μονάχα λίγες στέρνες,
άδειες κι αυτές.

Όταν ο μέγας Σεφέρης έγραφε αυτούς τους στίχους σίγουρα δε θα είχε στο νου του τη Θράκη. Γιατί ο τόπος μας εμάς ναι, είναι κλειστός, αλλά όχι, από βουνά. Ο τόπος μας περικλείεται από ποτάμια. Τα σύνορά μας με τον υπόλοιπο κόσμο είναι δυο μεγάλα ποτάμια. Στα ανατολικά ο Έβρος κρατά τους ακατανόμαστους μακριά και στα δυτικά ο Νέστος ορίζει πως στα βορειοανατολικά της χώρας υπάρχει ένας ιδιαίτερος κόσμος που χρήζει ειδικής κρατικής μεταχείρισης.

Δεν είναι και πολύ μακριά τα χρόνια που οι μανάδες των πρώτων φοιτητών του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου έκλαιγαν με μαύρο δάκρυ που τα βλαστάρια τους πέρασαν σε ξένη χώρα αφού, κατά πως νόμιζαν, θα χρειαζόντουσαν διαβατήριο για να έρθουν στην ακριτική Θράκη, την επονομαζόμενη και Θρακιστάν. Ίσως να μην είχαν κι απόλυτο άδικο, αφού το ίδιο το κράτος φρόντιζε χρόνια να κρατά τη γωνιά αυτή της Ελλάδας κάτω από ειδικό καθεστώς.

Η σύνθεση του πληθυσμού δημιουργούσε ανέκαθεν πονοκέφαλο στους διαχειριστές της εξουσίας, τοπικούς και κεντρικούς. Ήταν ένας γόρδιος δεσμός που με δυο εποικισμούς της περιοχής, έναν τη δεκαετία του 20 κι έναν του 90, θέλησαν να αλλοιώσουν το δημογραφικό κατεστημένο. Μεταφέροντας εδώ το μεγαλύτερο αριθμό προσφύγων τόσο από τη Μικρά Ασία κατά την ανταλλαγή των πληθυσμών, όσο και παλιννοστούντες μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης.

Η πολιτεία κατηύθυνε μεγάλο αριθμό προσφύγων και ομογενών προς τη Θράκη δίνοντάς τους τόσο οικονομικά, όσο και πολιτειακά κίνητρα με σκοπό τη μόνιμη εγκατάστασή τους εντός των «τειχών» των δύο ποταμών. Η ειδοποιός διαφορά, που καθόρισε τις τοπικές και κεντρικές αποφάσεις, ήταν το θρήσκευμα των ανθρώπων αυτών.

Οι φορείς, αυτό το απρόσωπο πράγμα, άλλοτε τοπικά κι άλλοτε κεντρικά θεωρούσαν κάθε φορά άριστη ευκαιρία για αύξηση του χριστιανικού πληθυσμού κι απώτερο στόχο τη συρρίκνωση του μουσουλμανικού στοιχείου, την εγκατάσταση των προσφύγων στην περιοχή ανάμεσα στα δυο ποτάμια. Το ελληνικό κράτος αλλά και μεγάλο μέρος της κοινωνίας μεγάλωσαν έχοντας απέναντι τους έναν εχθρό. Έχοντας μια ομάδα των πολιτών αυτής της χώρας σε καθεστώς αμφισβήτησης και καχυποψίας.

Τα χρόνια πέρασαν, άλλοι έμειναν, πολλοί έφυγαν, οι αναλογίες ακόμα πονοκεφάλιαζαν αλλά τα ποτάμια έμοιαζε να γεφυρώθηκαν.

Κι ερχόμαστε στο σήμερα, που ένα άλλο κύμα προσφύγων καταφεύγει στη χώρα, έστω και για προσωρινή διαμονή, όπως διαμηνύουν οι ίδιοι. Και ξαφνικά τα τείχη ξανασηκώνονται. Κι αυτή τη φορά πραγματικά. Ένας φράχτης στον Έβρο υπενθυμίζει πως από αυτό το σημείο η είσοδος μουσουλμάνων, συγγνώμη προσφύγων, στη χώρα απαγορεύεται. Κι αμέσως μετά έγινε σαφές από τους φορείς, νάτοι πάλι, πως ο Νέστος είναι το δυτικό σύνορο της Θράκης και από δω κι ανατολικότερα δε περνά ούτε μουσουλμανικό, συγγνώμη προσφυγικό κουνούπι.

Οι φορείς κάνουν με κάθε τρόπο σαφή την πρόθεση και την απόφασή τους, καθησυχάζοντας την τοπική κοινωνία. Η δημιουργία οποιασδήποτε δομής, φύλαξης, φιλοξενίας, ανοιχτής, κλειστής, οποιασδήποτε μορφής, κρίνεται επικίνδυνη για την περιοχή. Ο ερχομός μουσουλμάνων που θα έβρισκαν ομόθρησκούς τους στην περιοχή χτυπά το καμπανάκι του κινδύνου. Κι όλα αυτά τη στιγμή που ο δήμαρχος Κυλλήνης – Ανδραβίδας, Ναμπίλ Ιωσήφ, συριακής καταγωγής, φρόντισε όχι μόνο να βρει χώρους αλλά και να πείσει τους ομοεθνείς του να πάνε στην Κυλλήνη, κάνοντάς τους να νιώσουν πως ένας δικός τους άνθρωπος τους νοιάζεται κι εμπνέοντάς τους εμπιστοσύνη.

Βέβαια μια τέτοια κίνηση από τους δικούς μας φορείς, για φιλοξενία κοντά σε ομόθρησκούς τους τρομάζει πολλούς, μα πάρα πολλούς, και μόνο στη σκέψη. Η περιβόητη πολύ-πολιτισμικότητα της περιοχής γίνεται καπνός. Γίνεται φανερό πως κάποια πράγματα μπορεί να έχουν αλλάξει αλλά κατά βάθος η παλιά ιστορία είναι ακόμα ζωντανή.

Σ΄ένα ιδεατό κόσμο ο περιφερειάρχης, οι δήμαρχοι και σύσσωμα τα συμβούλια, ο δεσπότης κι ο μουφτής, οι σύλλογοι της πλειονότητας και της μειονότητας, οι πολιτευτές κι οι βουλευτές θα πρότειναν χώρους, θα προσέφεραν βοήθεια, θα ζητούσαν να σταλούν πρόσφυγες στα κλειστά ξενοδοχεία, στα κλειστά σπίτια, στα χωριά και στις πόλεις.

Βέβαια τίποτε τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί κι εμείς, οι κάτοικοι της Θράκης, θα συνεχίσουμε να κοιμόμαστε ήσυχοι τα βράδια, αφού οι φορείς μας διαβεβαιώνουν πως τα ποτάμια μας θα εξακολουθήσουν να μας προφυλάσσουν από τους εισβολείς. Βέβαια κάθε τόσο θα φρικάρουμε με τη συμπεριφορά κατοίκων άλλων περιοχών που μπαίνουν μπροστά στα λεωφορεία που μεταφέρουν πρόσφυγες, που πετάνε κεφάλια γουρουνιών στους χώρους φιλοξενίας κι ενίοτε θα κάνουμε και κάποιο φιλανθρωπικό μπαζάρ ή κάποιον έρανο για να μπορούμε να εκφράσουμε τα φιλάνθρωπα αισθήματά μας.

Η Μ. Δήμου είναι εκπαιδευτικός από την Κομοτηνή

Aπό το enet Press