SIDIROPOULOS-EDITORIALΤα τελευταία χρόνια συχνά αισθανόμαστε, κάνοντας την αποτίμηση των Γιορτών Παλιάς Ξάνθης, ότι θα γίνουμε γραφικοί γιατί επαναλαμβανόμαστε σε ορισμένα σημεία. Δύο στοιχεία μπορούν να συμπεριλάβουν συνοπτικά το σχολιασμό για το φετινό θεσμό: Ότι, τηρουμένων των αναλογιών και του μικρού προϋπολογισμού, ως καλλιτεχνικό πρόγραμμα και εκδηλώσεις αλλά και ως σύνολο θεσμού, ήταν από τις καλύτερα των τελευταίων ετών καθώς και ότι δεν μπορεί πια να κρυφτεί η ανάγκη να επανακαθοριστεί ο ρόλος των πολιτών μέσα σε αυτές, σε άμεση συνάρτηση με τις κατευθύνσεις της δημοτικής αρχής.
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά: Το καλλιτεχνικό σκέλος, το οποίο και διαφοροποιεί κάθε ξεχωριστή διοργάνωση ήταν, με βάση τις δυνατότητες που υπήρχαν, ικανοποιητικό. Είχε στις κεντρικές εκδηλώσεις πολύ καλά ονόματα και τις περισσότερες βραδιές η Πλατεία Μητροπόλεως ήταν κατάμεστη, καλύπτοντας πολλά γούστα και, μάλιστα, σε δύο περιπτώσεις με ντόπιους  δημιουργούς. Όσο και αν κάποιοι μετράνε τις εκδηλώσεις με χρήμα, ο χαρακτήρας του φεστιβάλ που έχει κάθε περίοδος εκδηλώσεων είναι από τα σημαντικά στοιχεία του θεσμού. Η νεανική εναλλακτική σκηνή, στην τρίτη της χρονιά, αποτέλεσε ευχάριστη παρουσία, συγκέντρωσε πολύ κόσμο και έδωσε διέξοδο έκφρασης στους νέους ξανθιώτες μουσικούς χωρίς να υστερεί σε επίπεδο. Η σκηνή στο νησάκι για τα παιδιά πρόσφερε ως συνήθως ευχάριστα απογεύματα ενώ το πρωτοεμφανιζόμενο Μονοπάτι της Ζωής, κατάφερε ήδη να δώσει μια διαφορετική νότα με βραδιές ποίησης και με εκδηλώσεις που έλειπαν από το πρόγραμμα και άρα οι επιλογές του νεοσύστατου Δικτύου Λόγου και Πράξης ήταν αρκετά εύστοχες.

Οι υπόλοιπες Παράλληλες Εκδηλώσεις δεν διέφεραν από τις προηγούμενες χρονιές αλλά παραμένουν σημαντικές ως ευκαιρίες έκφρασης για τους δημιουργούς της περιοχής. Βέβαια πέρα από την έκφραση της μαζικής κουλτούρας – ακόμη και στην τέχνη- είναι καιρός το Κέντρο Πολιτισμού να ξεκινήσει μια προσπάθεια  τον υπόλοιπο χρόνο οι χώροι πολιτισμού, όπως η Πινακοθήκη, να έχουν αξιοπρεπή καλλιτεχνική εικόνα γιατί η υπάρχουσα δεν κολακεύει την πόλη.
Λανθασμένος ο μηδενισμός αλλά…

Άρα ο μηδενισμός και η ισοπέδωση που από κάποιους επιχειρείται ώστε οι Γιορτές να θεωρούνται απλώς «σουβλακιάδα» δεν είναι σωστός, παρότι ο προβληματισμός είναι τεράστιος. Και δεν ισχύει ο μηδενισμός γιατί ο ίδιος, πχ, απόλαυσα πάρα πολύ το σύνολο του θεσμού, χωρίς να χρειαστεί να ακουμπήσω ούτε μία φορά τα σουβλάκια των «πολιτιστικών» συλλόγων. Και να μην ξεχνάμε ότι στο επίπεδο της λειτουργίας των Γιορτών ως τουριστικού προϊόντος της Ξάνθης, η φετινή σεζόν κρίνεται απόλυτα επιτυχημένη. Άλλωστε, όπως συμφώνησε και ο καλεσμένος μας Γιώργος Αμυράς, όσο και αν στο εσωτερικό έχουμε προβληματισμούς για τους θεσμούς μας, στην υπόλοιπη χώρα  έχουν κάνει την Ξάνθη να ασκεί πολύ μεγάλη γοητεία και να είναι περιζήτητη επαρχιακή πόλη. Αλλά…
Τα σουβλάκια και πως οι «ταβερνιάρηδες» αποφασίζουν για τον πολιτισμό στην Ξάνθη.

Και πάμε στην «κατάρα» αυτών των Γιορτών που δεν είναι άλλη από τους περίφημους «πολιτιστικούς συλλόγους». Οι ψίθυροι και οι γκρίνιες για την αδιαφάνεια στα οικονομικά τους είναι στοιχεία γνωστά από χρόνια και, πλέον, οι περισσότεροι πιθανολογούν τι συμβαίνει εφόσον οι σύλλογοι «κρύβουν» τα εσωτερικά τους. Όμως είναι προφανές ότι πέρα από τα μέλη τους, η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών απορρίπτει αυτό το είδος της λειτουργίας και  απλώς συμβιβάζεται με την παρουσία τους, σε μεγάλο βαθμό. Άλλωστε είναι ενδεικτική η δημοσκόπηση όπου το κοινό της ιστοσελίδας ζητά απεμπλοκή των συλλόγων με τα σουβλάκια από τις Γιορτές (30%)  ή γενικότερη αναδιάταξη του θεσμού με νέους στόχους (50%). Το μήνυμα είναι σαφές και υπάρχει μεγάλη δυσαρέσκεια για την απαράδεκτη και επαναλαμβανόμενη παρουσία συλλόγων της πλαστικούρας, του προκάτ, των μικροφωνικών και δολοφονικών βάρδων, των σκυλάδικων, του κακού φαγητού, της απόλυτης φοροδιαφυγής, των πρακτικών ανταγωνισμού μεταξύ τους και του διαρκούς κινδύνου για πυρκαγιά που δεν θα αφήσει τίποτε όρθιο στην Παλιά Πόλη.

O τρόπος που αναπτύσσονται αποτελεί προσβολή της αισθητικής και της εικόνας του παραδοσιακού οικισμού και δεν προσθέτουν και πολλά στις Γιορτές. Το δίλημμα περί καταστροφής του θεσμού αν αποσύρουν τα σουβλάκια τους, θα με συγχωρήσουν οι πολλοί φίλοι που τους απαρτίζουν, αλλά καλό θα είναι να το κρατήσουν για τους ίδιους. Αυτό που πρέπει να αποχωριστούν όμως είναι το επίθετο «πολιτιστικός» που τους συνοδεύει και τους δίνει διαβατήριο για να αποφασίζουν για τον πολιτισμό της πόλης. Θα μου επιτρέψουν να τους πω ότι έχουν την εμπειρία να αποφασίσουν για σουβλάκια και καρναβαλικές στολές και μάλιστα με τρόπο επικερδή αλλά δεν είναι δυνατόν αυτοί οι Σύλλογοι να απαρτίζουν τις οργανωτικές επιτροπές σε ΘΛΕ και ΓΠΠ και να πλειοψηφούν σε θέματα πολιτισμού της πόλης. Είναι τουλάχιστον γελοίο. Για τον πολιτισμό υπάρχουν αρμοδιότεροι που μπορούν να αποφασίσουν και καλό θα είναι η ισοπέδωση και ο υλισμός που συνόδεψε τον όρο και επιβλήθηκε τις περασμένες δεκαετίες να μας εγκαταλείψει. Υπάρχει όμως και η ευθύνη των καθύλην σχετικών με τον πολιτισμό φορέων και συλλόγων – και των λαογραφικών περιλαμβανομένων- που θα πρέπει να προστατέψουν το κύρος τους και να μην είναι «συνένοχοι» σε όσα συνοδεύονται από «σουβλάκια».
Μέσα στις γιορτές οι Σύλλογοι αλλά υπό όρους.

Φυσικά κανείς δεν υποστήριξε ότι λύσεις ακραίες όπως η απομάκρυνση των Συλλόγων από τις Γιορτές θα ήταν ρεαλιστική ιδέα αλλά όλο αυτό το «ενοχλητικό» που έχουν κομίσει στις Γιορτές πρέπει να «σουλουπωθεί».  Ίσως με την απομάκρυνση των ψησταριών  και μια πιο σεμνή παρουσία που να συνάδει με την Παλιά Πόλη (εκτός αν στις νοσταλγικές τους διαδρομές στις αρχές του 20ου αιώνα φαντάζονται την Παλιά Πόλη με κάρβουνα και τσίκνες). Σίγουρα με τη δραστική μείωση των τραπεζοκαθισμάτων και την απαγόρευση των πλαστικών από τον παραδοσιακό οικισμό. Σίγουρα με τον σοβαρό υγειονομικό έλεγχο, την απόλυτη φορολόγηση όλης της οικονομικής τους δραστηριότητας και τη θεσμοθέτηση της απόλυτης διαφάνειας που –φυσιολογικά βρε αδερφέ- δεν θα έπρεπε να ενοχλεί τις διοικήσεις τους που κωφεύουν (και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τουλάχιστον υπάρχουν κάποιοι σύλλογοι που επενδύουν τα κέρδη των Γιορτών σε δράσεις και δραστηριότητες πραγματικά κοινωφελείς, ορατές σε όλους μας και με απόλυτα διαφάνεια όπως π.χ. οι Πρόσκοποι, το μοναδικό στέκι που επισκέφθηκε ο γράφων, παρεμπιπτόντως). Αλλά η λογική της συλλογής μεγάλων κερδών, η λογική των ταξιδιών και της καλοπέρασης του στενού πυρήνα σε κάθε σύλλογο και αυτή η μανία όλων τους για χρήμα δεν μπορεί να συνεχίζεται, ούτε στις Γιορτές Παλιάς Πόλης, ούτε στο Καρναβάλι όπου η παρουσία τους είναι πραγματικά ουσιαστική αλλά η κερδοσκοπία επίσης υπαρκτή.

Ποιος γκρινιάζει για την εμπορευματοποίηση ;

Μόνο υπό άλλους όρους και με σοβαρές υποχωρήσεις μπορεί να γίνει αποδεκτή, στα επόμενα χρόνια η παρουσία των «πολιτιστικών» Συλλόγων καθώς η λειτουργία τους ως «ιερών αγελάδων» που κρατάνε ζωντανούς τους θεσμούς δεν βρίσκει σύμφωνη την κοινωνία και δεν νομιμοποιεί τον τρόπο που λειτουργούν συντηρώντας τους ψιθύρους. Άλλωστε μια άποψη ενός φίλου, που τη βρίσκω ολόσωστη, είναι ότι οι Σύλλογοι θα έπρεπε να χρηματοδοτούν τις Γιορτές και όχι η κοινωνία! Όταν υπολογίζεται ότι συνολικά τα κέρδη τους σε κάθε διοργάνωση ίσως ανέρχονται και στο μισό εκατομμύριο ευρώ (εκεί το υπολογίζουν αρκετοί), άρα ποιος ο λόγος να χρηματοδοτεί η πόλη τις εκδηλώσεις με 75.000 ευρώ? Απλοϊκό ερώτημα αλλά καθόλου ρητορικό ενώ την απάντηση για τον τρόπο με τον οποίο επενδύονται τα κέρδη από τις γιορτές την ξέρουν οι περισσότεροι. (αρκεί να μην έχουν λόγο βέβαια στο καλλιτεχνικό σκέλος γιατί αν κρίνουμε από τη δική τους παρουσία, υπάρχει μια απόσταση με ό,τι καθορίζεται ως τέχνη)
Η παρουσία του κόσμου (και φυγή του από τους γνωστούς συλλόγους εκτιμούν κάποιοι) στους δύο εναλλακτικούς συλλόγους «Βάτραχους» και «Ανεπρόκοπους» που αρνούνται τις ψησταριές είναι ένα μήνυμα, ότι ένα μεγάλο μέρος του θεσμού αρχίζει να γίνεται αποκρουστικό για τη νεολαία και έχει κορεστεί. Προέχει ο επανακαθορισμός του ρόλου όλων των εμπλεκομένων στις Γιορτές ώστε να σταματήσει η παραφωνία σε έναν όμορφο θεσμό που παραμένει χρήσιμος και ιδιαίτερα αγαπητός. Λάθη και παραλείψεις πάντα υπάρχουν αλλά η γενική διοργανωτική εικόνα είναι σχεδόν άρτια. Από την πλευρά του Δήμου, η εμπειρία των διοργανώσεων που έχει το πολιτικό δυναμικό και τα στελέχη της πρώην ΔΗΚΕΞ, είναι πολύτιμα ώστε ο θεσμός να συνεχίζει σε αυτό το επίπεδο και να επιχειρεί με μικρές ανάσες τη  σταδιακή ανανέωση. Γιατί αν τον αφήσουν εξ ολοκλήρου στα χέρια των Συλλόγων, θα εμπορευματοποιηθεί πλήρως και θα μιλάμε απόλυτα με όρους ταβέρνας. Οι ίδιοι που φωνάζουν για την εκμετάλλευση των επαγγελματιών στις ΘΛΕ έχουν την υποχρέωση να φωνάξουν για την εκμετάλλευση των Συλλόγων στις Γιορτές Παλιάς Πόλης.

Εκτός αν κάποιοι βολεύονται κρύβοντας το κεφάλι στην άμμο και περιμένοντας να ξεχαστούν γρήγορα οι γιορτές για να βαδίσουμε «ακίνδυνα» προς μια επανάληψη, η οποία μοιάζει με ζητούμενο για όλους αυτούς.
Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmail.com