SIDIROPOULOS-EDITORIALΌταν ο Κηλαηδόνης έγραφε τους στίχους από το προφητικό «Δε μας τρομάζουν τα νέα μέτρα»  που επανήλθε στην επικαιρότητα, δεν μπορούσε ίσως να συλλάβει πόσο μεγάλη  θα ήταν η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των ελλήνων από τότε μέχρι σήμερα και πόσο τρομακτικά θα είναι -τελικά- τα νέα μέτρα που τον καταδικάζουν σε βίαιη υποχώρηση για πολλά χρόνια.

Τελικά μας τρομάζουν τα νέα μέτρα και θα περάσουν ενδεχομένως δεκαετίες για να συνέλθει από το σοκ η ελληνική κοινωνία που θα βιώσει για πρώτη φορά να απομακρύνεται η ευδαιμονία που  εδραιώθηκε τις τελευταίες δεκαετίες, φτάνοντας ακόμη και στην εξαθλίωση. Οι διάφορες οικονομικές θεωρίες που συγκρούονται στα τηλεπαράθυρα ελάχιστο ενδιαφέρον παρουσιάζουν για τους έλληνες, πολύ περισσότερο γιατί ισχύουν σε φυσιολογικές οικονομίες και όχι σε μπανανίες όπως η δική μας, ενώ είναι γνωστό ότι αυτή τη χώρα οι «καθηγητές» τη ρήμαξαν και όχι η παραδοσιακή πολιτική σκέψη. Άλλωστε οι θεωρίες των εκπροσώπων της ελίτ ωχριούν μπροστά στην κοινωνική υστέρηση.

 

Μπορεί εκ πρώτης όψεως να πλήττονται άμεσα κυρίως οι δημόσιοι υπάλληλοι όμως πρακτικά δεν χρειάζονται ιδιαίτερες γνώσεις οικονομίας για να αντιληφθεί κανείς ότι η ήδη προβληματική ανάπτυξη θα καταρρεύσει και σύντομα η κοινωνική ζωή θα δεχτεί τόσο σοβαρά πλήγματα που θα αμφισβητηθεί ευθέως, για πρώτη φορά μεταπολιτευτικά, η επιβίωση της μεσαίας τάξης που τόσο καθυστερημένα είχε δημιουργηθεί στην Ελλάδα. Σε συνδυασμό με τις τρομακτικές αλλαγές που ακολουθούν στο ασφαλιστικό, είναι δεδομένο ότι η χρόνια υστέρηση της ελληνικής κοινωνίας από το επίπεδο του κοινωνικού κράτους, που απολαμβάνει ακόμη και σήμερα ο ευρωπαίος πολίτης, θα μονιμοποιηθεί  στο διηνεκές.

Σε μια τέτοια κρίσιμη ώρα, είναι αρκετά δύσκολο να μπει κάποιος στη διαδικασία να επικρίνει την κυβέρνηση που χειρίζεται την κατάσταση, γνωρίζοντας ότι μετεβλήθη σε κυβέρνηση εκτάκτου ανάγκης. Όμως δεν μπορεί να μην επισημάνει κανείς, έστω και κάποιος επιεικής απέναντι στην κυβέρνηση,  ότι τους τελευταίους μήνες υιοθέτησε διαδοχικά και σε όλη τους την έκταση, όσα ακριβώς είχε αρνηθεί λίγες μέρες ή εβδομάδες νωρίτερα, ενώ έχασε πολύτιμο χρόνο στην αρχή της θητείας της. Επίσης δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι αυτός ο τρόπος εξοικονόμησης των εσόδων είναι ο μοναδικός και ο δικαιότερος, τη στιγμή που π.χ. συνεχίζει να μην φορολογεί τα αδιανέμητα κέρδη των εταιριών –το «μεγάλο κεφάλαιο» δηλαδή πρακτικά- που διοχετεύονται με τους γνωστούς αφορολόγητους τρόπους στους μετόχους. Επίσης για λόγους ουσίας ή απλώς εντυπώσεων θα έπρεπε να είναι πιο σαφές και έμπρακτο το μήνυμα ότι ανάμεσα στους δημόσιους υπαλλήλους, τα περισσότερα βάρη θα κληθούν να πληρώσουν τα αφανή «ρετιρέ» που προκλητικά διογκώθηκαν από το ΠΑΣΟΚ –κυρίως- και όχι τα συνήθη θύματα που αμείβονται με κάτι παραπάνω από 1.000 ευρώ.

Παρόλα αυτά είναι σαφές ότι η παρούσα κυβέρνηση που εξαναγκάστηκε να λάβει τα πιο σκληρά μέτρα που έχουν ληφθεί ποτέ σε βάρος του κοινωνικού συνόλου, ενδεχομένως και σε βάρος των δικών της παραδοσιακών υποστηρικτών, γνωρίζει ότι  η επιβίωσή της θα εξαρτηθεί, με κυνικό τρόπο, από τις οικονομικές και κοινωνικές αντοχές των ελλήνων πολιτών. Θα πάψει δηλαδή στο μέλλον να έχει την εμπιστοσύνη των πολιτών, όταν αυτοί θα έχουν εξαθλιωθεί και θα αντιδρούν χωρίς πολιτικά κριτήρια. Και στην άκρη αυτού του τούνελ το τοπίο παραμένει άγνωστο και τα σενάρια πλήρους ανατροπής του πολιτικού συστήματος της τελευταίας 35ετίας θα συνεχίσουν να υπάρχουν.

Εκτός αν η κυβέρνηση εκμεταλλευτεί αυτή τη δυστυχή συγκυρία για να κληροδοτήσει στη χώρα τα στοιχεία που λείπουν και την καθιστούν εδώ και δεκαετίες «τριτοκοσμική» όταν συγκρίνεται με την υπόλοιπη Ευρώπη. Κανείς δεν τρέφει αυταπάτες ότι οι «πολιτισμένες» ευρωπαϊκές χώρες έχουν δομηθεί πάνω στην παντοδυναμία του κέρδους, όμως όλοι γνωρίζουν ότι ακόμη και μέσα σε αυτό το απόλυτα καπιταλιστικό οικονομικό μοντέλο, το σύστημα λειτουργεί και έχει κανόνες ενώ ο πολίτης απολαμβάνει ένα μίνιμουμ κοινωνικών κατακτήσεων που για τον έλληνα είναι ακόμη ουτοπικό. Για να συμβεί αυτό υπάρχουν δύο σοβαρές προϋποθέσεις:

Καταρχάς θα πρέπει έμπρακτα ο Πρωθυπουργός να αποδείξει ότι εμφορείται από τη διάθεση να επιβάλει κοινωνική δικαιοσύνη (και ειρήνη συνεπακόλουθα). Το διαρκώς διογκούμενο λαϊκό αίτημα για φυλάκιση όσων διέπραξαν τα εγκλήματα, για τα οποία πληρώνει ο ελληνικός λαός, θα ζητεί όλο και περισσότερο δικαίωση.  Όσο και αν κάτι τέτοιο απασχολεί με λαϊκιστικό τρόπο τους κάθε λογής τηλεκαραγιόζηδες της ελληνικής εικονικής πραγματικότητας, εντούτοις είναι απλό, δίκαιο και γνήσιο αίτημα να τιμωρηθούν οι εθνικοί μειοδότες και κοινοί κλέφτες που ευθύνονται για την κατάσταση.

Είναι σαφές ότι όταν η πολιτική βούληση έχει τη δυνατότητα να «θάβει» οποιαδήποτε σκάνδαλα μέσω της νόμιμης οδού, τότε μπορεί και να τα διαλευκάνει αγνοώντας τις περίπλοκες διαδικασίες. Πέρα από την απόδοση των ποινικών ευθυνών όσων διαχειρίστηκαν με τρόπο εγκληματικό τα δημόσια οικονομικά και όσων έκλεψαν – εν ψυχρώ- μυθώδη ποσά από τη χώρα και συνεχίζουν να κρύβονται παραμένοντας προκλητικά στο πολιτικό σύστημα, θα πρέπει να αποδοθούν και σαφείς πολιτικές ευθύνες για το σημερινό κατάντημα που δεν περιορίζεται μόνο στην απίθανη κυβέρνηση Καραμανλή. Ξεκινά από την «εκσυγχρονιστική» κυβέρνηση Σημίτη των ψευδεπίγραφων διλημμάτων και των κενών περιεχομένου οραμάτων που εξυπηρέτησε τον πλουτισμό της οικονομικής ολιγαρχίας της χώρας, εξαπάτησε και λεηλάτησε τον ελληνικό λαό και τη δημόσια περιουσία και ευθύνεται για την κατάλυση του παραγωγικού ιστού της χώρας και την κοινωνική αποσύνθεση που έχει συντελεστεί από το 1999. Ο Καραμανλής ανέλαβε απλώς να ολοκληρώσει την καταστροφή της χώρας συνεχίζοντας ακριβώς στον ίδιο δρόμο και να εγκαταλείψει το καράβι λίγο πριν τα βράχια.

Έχει λοιπόν την ευκαιρία ο  Πρωθυπουργός μέσα αυτή την δυσχερή κατάσταση να εκσυγχρονίσει – πραγματικά αυτή τη φορά- την τριτοκοσμική μας χώρα και να της προσδώσει ευρωπαϊκές δομές παραδίνοντας στον πολίτη το αντίκρισμα, την επιβράβευση για τις νέες και απίστευτες θυσίες που καλείται να κάνει. Βασικό προαπαιτούμενο όμως είναι να διαγράψει οριστικά το χρεοκοπημένο πολιτικό σύστημα που οδήγησε τη χώρα στη σημερινή κατάσταση και να αποκηρύξει τους εκφραστές του, ακόμη και αν βρίσκονται στο δικό του «μαγαζί». Μόνο πολεμώντας τη φαυλότητα που έχει εγκαθιδρυθεί στη χώρα, θα εξασφαλίσει την απαιτούμενη κοινωνική συναίνεση για να κάνει την Ελλάδα κράτος και να αλλάξει τις ριζωμένες νοοτροπίες, τις οποίες πολύ σωστά έχει στοχοποιήσει. Ο δρόμος είναι δύσκολος αλλά είναι η μόνη διέξοδος επιβίωσης τόσο για το λαό όσο και για τον ίδιο. Καθώς οι αντιδράσεις του κόσμου θα είναι όλο και πιο ασυνήθιστες, όλο και πιο σκληρές, ο Γ. Παπανδρέου έχει ίσως μοναδική επιλογή να διασωθεί ο ίδιος και όσοι τον πιστεύουν, από την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος που έπεται. Να το γκρεμίσει ο ίδιος.

Γιάννης Σιδηρόπουλος
isidister@gmail.com

(To άρθρο δημοσιεύτηκε δύο μέρες πριν τα τραγικά γεγονότα της Αθήνας)