SIDIROPOULOS-EDITORIALΜε αφορμή τη σταδιακή παράδοση του έργου της ενοποίησης των πλατειών της Ξάνθης είναι ευκαιρία να τεθούν σε πραγματική βάση οι παράμετροι του έργου και, κυρίως, οι παράγοντες που μπορούν να δικαιώσουν ή να απαξιώσουν την επιλογή του Δήμου.

Αν και το τελευταίο διάστημα παρατηρείται  μια ακατανόητη εμμονή της δημοτικής αρχής να αντιπαρατεθεί με κάποιους, ορατούς και μη, για την απόδειξη της χρησιμότητας του έργου, είναι γεγονός ότι κανείς θεσμικός φορέας δεν έχει αντιταχθεί με τέτοια μανία που να δικαιολογεί τη στάση του Δήμου, παρά τις όποιες επιφυλάξεις υπάρχουν. Και καθώς το έργο παραδίδεται ίσως είναι ώρα, πριν ο χρόνος ανταμείψει ή το διασύρει, να εκφραστούν οι απόψεις γύρω από αυτό, δομημένες με επιχειρήματα και όχι βασισμένες σε ιδιοτελή κριτήρια.

Το σίγουρο είναι ότι η επιτυχία του έργου δεν θα κριθεί από την αντίδραση όσων χάνουν τη βόλεψή τους ή έχουν – αυτό το διάστημα- σοβαρές και ιδιοτελείς αντιθέσεις με τη δημοτική αρχή αλλά από την αποδοχή του ή μη από τους ίδιους τους πολίτες. Και καθώς η μελέτη του έργου δεν περιλαμβάνει την εγκατάσταση ανεμόμυλων, ο Δήμος δεν έχει λόγο να τους καταδιώκει. Απλώς έχει εκφραστεί αμφισβήτηση, προβληματισμος και αντιθέσεις με συγκεκριμένες παραμέτρους του έργου. Και σίγουρα, η κοινή γνώμη δεν μπορεί να καθορίζεται από κάποιους που εκφράζουν την αντίδρασή τους για το έργο με κριτήριο τα γυναικεία υποδήματα ενώ λίγο νωρίτερα είχαν παρκάρει σε ράμπα αναπήρων, είχαν πετάξει τα αποτσίγαρα από το παράθυρο του αυτοκινήτου, είχαν παραβιάσει τη διάβαση των πεζών και γενικότερα εκφράζουν μια, ούτως ή άλλως, οπισθοδρομική και απολίτιστη συμπεριφορά.

Τη δημοτική αρχή θα πρέπει να την απασχολούν οι αντιδράσεις όσων θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν σκεπτόμενοι, όσων αναζητούν πολιτισμένες συνθήκες σε μια επαρχιακή πόλη, όσων θα μπορούσαν να εξελίξουν αυτή την κοινωνία. Και σε αυτό το επίπεδο o γράφων θεωρεί ότι έχει την υποχρέωση να εκφράσει προβληματισμούς και σκέψεις γύρω από το έργο, χωρίς να εξαρτά και να καθορίζει τις απόψεις από το μέγεθος της συναλλαγής με τη δημοτική αρχή, πολύ περισσότερο όταν αυτή είναι ανύπαρκτη.

Καταρχάς, το σημαντικότερο που μπορεί κανείς να επισημάνει είναι ότι σε μια πολιτισμένη κοινωνία δεν μπορεί κανείς να απορρίψει αφοριστικά οποιαδήποτε πεζοδρόμηση κέντρου, οποιαδήποτε έξοδο των οχημάτων προς όφελος των πεζών και η κριτική που εδράζεται σε αυτό το στοιχείο μάλλον χαρακτηρίζει χαμηλή πολιτισμική στάθμη. Υπάρχουν όμως επιφυλάξεις για επιμέρους στοιχεία του έργου της ενοποίησης και θα μπορούσαν να εκφραστούν χωρίς να αποτελούν προϊόν επιστημονικής έρευνας αλλά πολιτικής και κοινωνικής θεώρησης:

–          Το οικονομικό κόστος του έργου, για το επίπεδο των δράσεων, κρίνεται ίσως αρκετά μεγάλο και, ενδεχομένως, αναντίστοιχο της τοπικής ωφέλειας, όπως μεγάλο κρίνεται και το τίμημα για την αγορά του νέου Δημαρχείου που θα δεσπόζει στο κέντρο της πλατείας.

–     Η αναγκαστική απώλεια θέσεων στάθμευσης δεν συνδέεται με καμία μέριμνα για την αντικατάστασή τους. Μια τόσο μεγάλη παρέμβαση στο κέντρο της πόλης, αποτέλεσε την μεγαλύτερη αλλά χαμένη ευκαιρία για τη δημιουργία υπόγειου χώρου στάθμευσης, όπως επίσης επανέφερε την ανάγκη αντίστοιχου χώρου στο παζάρι της Ξάνθης. Η δημιουργία πάρκινγκ στην περιοχή του Αμοιρίδειου δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή ως αντίβαρο παρά μόνο ως χιούμορ ενώ η αδήριτη ανάγκη δημιουργίας χώρου στάθμευσης στο 1ο Γυμνάσιο είναι η μόνη δράση που θα μπορούσε να δεχτεί κανείς ότι θα δώσει ανάσα στις παρυφές του κέντρου.

–          Το έργο κατασκευάζεται σήμερα σχεδιασμένο με βάση τις ανάγκες και τις ιδέες που ίσχυσαν
πριν από 20 χρόνια, χωρίς την προσαρμογή τους στις σύγχρονες απαιτήσεις. Άλλωστε δεν αποτελεί  μυστικό το γεγονός ότι η αυτονόητη πεζοδρόμηση της 28ης Οκτωβρίου απουσίασε από το σχεδιασμό του έργου για την αποφυγή του τότε πολιτικού κόστους καθώς οι προ 20ετίας αντιλήψεις θα προκαλούσαν λυσσαλέα αντίδραση από το, ούτως ή άλλως, πιο οπισθοδρομικό κομμάτι της τοπικής αγοράς που δραστηριοποιείται στον κεντρικό δρόμο και βλέπει σήμερα την ευκαιρία να χάνεται (αλλά δεν διέθετε την πρόνοια να συνταχθεί τότε με τις «προχωρημένες» αντιλήψεις περί πεζοδρομήσεων).

–          Το έργο δεν εμφανίζει  σύνδεση με γενικότερο σχεδιασμό και υπερτοπικές παρεμβάσεις που θα συναρτούσαν τη λειτουργία του κέντρου με τις συνοικίες και θα δημιουργούσαν τις προϋποθέσεις και για ένα αξιοπρεπές πλέγμα αστικών συγκοινωνιών, ακόμη και σταθερής τροχιάς, μεταβάλλοντας την εικόνα του κέντρου αλλά και τις συνήθειες των πολιτών. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η διοχέτευση της κυκλοφορίας από την οδό Τσιμισκή προς την –κουραστικά τεθλασμένη- οδό Βλαχοπούλου, η οποία παραμένει αναξιοποίητη ενώ θα μπορούσε να διέλθει ευθύγραμμα από το τμήμα του παλιού ηρώου που αναμένεται να παραμείνει ανενεργό και μετά την ενοποίηση. Άλλωστε η γενικότερη αντιμετώπιση και ρύθμιση οποιουδήποτε τοπικού προβλήματος μέχρι σήμερα υπήρξε συνεχώς αποσπασματική προκαλώντας αλυσιδωτά προβλήματα στις γειτονικές περιοχές και αποκόβοντας συνοικισμούς της πόλης εξαιτίας κακών χειρισμών.

–          Απουσιάζει οποιαδήποτε μέριμνα για την δημιουργία ποδηλατοδρόμων σε ένα τεράστιο χώρο που δημιουργείται και θα προέβαλλε με την εμβληματική παρουσία του ποδηλάτου στο πιο κεντρικό σημείο της πόλης, τη λύση στο πρόβλημα μιας μικρής πόλης και θα έδινε τη δυνατότητα για την ανάπτυξη δράσεων δανεισμού ποδηλάτων στον κεντρικό ιστό της Ξάνθης.

–          Το πιο σημαντικό είναι ότι ο σχεδιασμός στο χαρτί ή στο PC αυτού του έργου δεν περιλαμβάνει στις μακέτες τα τραπεζοκαθίσματα, γεγονός που επιτείνει την αγωνία των πολιτών για τον τελικό χρήστη αυτού του μεγάλου έργου. Όσοι μέχρι σήμερα μετράνε την ανάπτυξη της πόλης και την ποιότητα ζωής με τραπεζοκαθίσματα, έχοντας βιάσει την αισθητική του πολίτη της Ξάνθης, είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος για κάθε σκεπτόμενο. Το έργο λοιπόν είναι πολύ πιθανό να αποτύχει παταγωδώς σε βάθος χρόνου αν διαπιστωθεί ότι οι δημότες δαπάνησαν μερικά εκατομμύρια – όπως συνέβη και αλλού- για να δημιουργηθούν νέες μεγαλύτερες «πιάτσες» ανάπτυξης τραπεζοκαθισμάτων και συναφών δραστηριοτήτων σε βάρος της κίνησής τους. Η εύνοια δηλαδή μιας μικρής ομάδας επιχειρηματιών της πόλης, η οποία διαχρονικά αντιμετωπίζεται ως «ιερή αγελάδα», είναι αυτή που μπορεί να απαξιώσει την κίνηση μιας οικογένειας με παιδιά, την πρόσβαση ενός ανάπηρου, τη βόλτα με το ποδήλατο, το παιχνίδι μιας παρέας παιδιών. Η μονοδιάστατη αντίληψη ότι ένας χώρος της πόλης έχει ζωή μόνο αν έχει τραπέζια και καρέκλες είναι σίγουρα φασιστική και τουλάχιστον ύποπτη. Είναι άλλωστε δεδομένο ότι παρά τον ωφέλιμο χώρο που δημιουργεί το έργο της ενοποίησης, το κέντρο παραμένει η νοητή και ως παλιά πλατεία και η κατάληψη ποσοστού από παρόμοιες δραστηριότητες δεν θα ήταν κομψό να συναρτηθεί με το σύνολο των τετραγωνικών της ενοποιημένης πλατείας αλλά να συγκριθεί με τον πυρήνα του έργου και της κίνησης των πολιτών.

–          Ίσως ακούγεται εύθυμο για όσα έχουμε παρακολουθήσει μέχρι σήμερα αλλά ένα τόσο σημαντικό έργο δεν είναι δυνατό να υλοποιείται χωρίς να έχει προηγηθεί διαβούλευση με την τοπική κοινωνία, τους πολιτικούς και τους επαγγελματικούς φορείς, τις πρωτοβουλίες ενεργών πολιτών και – πολύ σημαντικό- την κοινή λογική που συχνά απουσιάζει. Βασικό στοιχείο θα ήταν η αναζήτηση του στόχου που αυτό το έργο προσπαθεί να πετύχει βελτιώνοντας τη ζωή των κατοίκων σε επιμέρους τομείς. Κάθε έργο, πολύ περισσότερο όταν πρόκειται για τόσο μεγάλο, θα πρέπει να έχει ξεκάθαρο περιεχόμενο και στόχευση.

–          Η αρχιτεκτονική του έργου, η οποία έχει αμφισβητηθεί από μερίδα πολιτών, θα κριθεί στην πορεία της χρήσης του από τους ξανθιώτες όπως έχει συμβεί με διάφορα άλλα έργα και, ενδεχομένως, εναπόκειται και στην προσωπική αισθητική και καλλιέργεια του καθένα.  Η αλήθεια είναι πάντως ότι όσοι ασχολούνται με την αρχιτεκτονική δημοσίων κτιρίων και χώρων διακινδυνεύουν τη φήμη τους, πολύ περισσότερο στην περίπτωση αυτή που το έργο περικλείεται από το «βιασμένο» αρχιτεκτονικά σύγχρονο κέντρο της πόλης.

–          Η εμμονή των μελετητών ή των εντολέων, στο νέο έργο να κατέχουν περίοπτη θέση τα αγάλματα των αξιωματικών είναι ανεξήγητη. Παρόλο που η άποψη αυτή φαίνεται αδιάφορη για πολλούς από τους κατοίκους της πόλης, είναι αδιανόητο το 2010 να βρει την Ξάνθη με αυτή την εικόνα στο κέντρο της. Η πόλη διαθέτει απείρως σπουδαιότερα πολιτικά, κοινωνικά και πολιτιστικά μεγέθη για να προβάλει στο κεντρικότερο σημείο της από τους αξιωματικούς του εμφυλίου και από μνημεία διχασμού.

Το πιο σημαντικό στοιχείο που παραλείπεται διαρκώς από ορισμένους είναι το γεγονός ότι το έργο δεν θα κριθεί από την άποψη όσων δυσαρεστημένων οδηγών αποχωρούν από το κέντρο ή δυσκολεύονται να διπλοπαρκάρουν μπροστά στην πόρτα τους ή μπροστά στην πόρτα του πρακτορείου που παίζουν στοίχημα. Το έργο δεν θα κριθεί από όσους προσχηματικά αντιτίθενται στο Δήμαρχο ή τους συνεργάτες του γιατί έχουν άλλου είδους διαφορές που τους συντηρούν στην επιφάνεια. Το έργο δεν θα κριθεί από το γεγονός ότι η δημοτική αρχή βρίσκεται στο μέσο μιας ιδιαίτερα αρνητικής πολιτικής και παραταξιακής συγκυρίας, έχοντας καταστεί ευάλωτη επικοινωνιακά.

Θα κριθεί από αυτούς που θα περπατούν στην πλατεία και από την συμβολή του στην αναβάθμιση της ποιότητας ζωής συνολικά. Και δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ήδη από τώρα ότι οι χρήστες θα είναι αυξημένοι σε σχέση με το παρελθόν αλλά και ότι η πεζοδρόμηση τμήματος του κέντρου είναι απόλυτα επιβεβλημένη και θετική αν συγκριθεί με την ανέξοδη απραξία. Κατά τούτο, το πρόσημο του έργου μάλλον είναι θετικό εκ των προτέρων. Οι επιφυλάξεις εκφράζονται για το γενικότερο σχεδιασμό και τον αντίκτυπο στην πόλη και για το ποσοστό της κάλυψης του έργου που θα χρησιμοποιείται στο μέλλον σε σχέση με σήμερα. Τέλος, ο πολίτης και όσοι τον αστυνομεύουν έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης για την επιτυχία του έργου. Τα οχήματα που μπαινοβγαίνουν σε μόνιμη βάση στους πεζοδρόμους της πόλης καθώς και η τριτοκοσμική εικόνα της ταλαίπωρης λωρίδας αναπήρων από την Πλ. Αντίκα μέχρι την Πλ. Μητροπόλεως είναι δείγματα αρνητικά της συμπεριφοράς των πολιτών της Ξάνθης.

Ο καθένας δικαιούται να έχει άποψη, είτε βρίσκεται στο επίκεντρο της κριτικής είτε πρωταγωνιστεί επιτιθέμενος. Όμως αυτή πρέπει να εκφράζεται με πληρότητα, έγκαιρα και τεκμηριωμένη με διάυγεια επιχειρημάτων. Σε αυτό το επίπεδο θα πρέπει να κριθεί η δημοτική αρχή και σε αυτό το επίπεδο πρέπει να κινηθεί. Η εμμονή να αποδείξει σε λίγους ότι το έργο είναι επιτυχημένο υποβαθμίζει το έργο της ενοποίησης των πλατειών και προσβάλλει όλους τους υπόλοιπους που αποτελούν τους τελικούς δικαιούχους του μεγαλόπνοου έργου και το έχουν πληρώσει αδρά.

Υ.Γ. Δεν θα μπορούσαμε να μην αποδεχτούμε ως ορθό το πρόσφατο σχόλιο του Δημάρχου Ξάνθης ότι ο γράφων τον «σταυρώνει» αρκετά συχνά. Είναι αλήθεια ότι η κριτική απέναντί του σε σχέση με τους πολλούς άλλους πολιτικούς της περιοχής είναι ανισοβαρής, εις βάρος του. Τούτο όμως συμβαίνει καθώς η δική του ενασχόληση ακουμπά στην καθημερινότητα και για το λόγο αυτό συγκεντρώνει και τα περισσότερα σχόλια και παράπονα αναγνωστών. Δεν θα μπορούσε όμως να μην διαπιστώσει ότι αυτό το μέσο δεν εντάσσεται σε κανέναν από τους γνωστούς «κανόνες» των Μ.Μ.Ε., ιδιαίτερα της περιοχής.

Γιάννης Σιδηρόπουλος 
isidister@gmail.com